Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010

Ενώπιον Θεών και Ανθρώπων

ΕΝΩΠΙΩΝ ΘΕΩΝ & ΑΝΘΡΩΠΩΝ
(DES HOMMES ET DES DIEUX)
Μια ταινία του Ξαβιέ Μποβουά
ΜΕΓΑ ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
63ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΑΝΝΩΝ
στους κινηματογραφους 18 Νοεμβρίου 2010
ΙΝΤΕΑΛ ΑΒΑΝΑ ΤΡΙΑΝΟΝ
& ΟΛΥΜΠΙΟΝ (Θεσσαλονίκη)
Σκηνοθεσία: Ξαβιέ Μποβουά
Σενάριο: Ετιέν Κομάρ & Ξαβιέ Μποβουά
Παίζουν:
Λαμπέρ Γουίλσον, Μάικλ Λόνσντεϊλ, Ολιβιέ Περιέ, Ζαν Μαρί Φρυν,
Ολιβιέ Ραμπουρντίν, Φιλίπ Λοντενμπάχ, Ξαβιέ Μαλύ
Διεύθυντρια φωτογραφίας: Καρολίν Σαμπετιέ
Σχεδιασμός παραγωγής: Μισέλ Μπαρθελεμύ
Ήχος Ζαν Ζακ Φεράν & Έρικ Μπονάρ
Μοντάζ: Μαρί- Ζουλί Μεϊγ
Βοηθός σκηνοθέτη: Γκιγιόμ Μπονιέρ
Σύμβουλος περί μοναχών: Χένρυ Κουίνσον
Κοστούμια: Μαριέλ Ρομπώ
Μια συμπαραγωγή των Why Not Productions – Armada Films – France 3 Cinιma
Με τη συμμετοχή των France Tιlιvisions - Canal+ - Cinecinema
Centre National de la Cinιmatographie et de l’Image Animιe, Cinιmage 4 - Cofinova 6 - Soficinιma 6

Διάρκεια : 120'
Εγχρωμο

Σύνοψη
Ένα μοναστήρι στα βουνά της βόρειας Αφρικής τη δεκαετία του ’90. Οκτώ χριστιανοί καλόγεροι από τη Γαλλία, ζουν σε αρμονία με
τους αδελφούς τους μουσουλμάνους. Όταν ένα συνεργείο από ξένους εργάτες σφαγιάζεται από μια ομάδα φανατικών ισλαμιστών, ο
φόβος κυριεύει την περιοχή. Ο στρατός θα προσφέρει προστασία στους μοναχούς, αλλά εκείνοι θα αρνηθούν. Αρχίζουν να
αναρωτιούνται αν θα πρέπει να εγκαταλείψουν το μοναστήρι ή όχι. Παρά την αυξανόμενη απειλή, συνειδητοποιούν ότι πρέπει να
μείνουν… με ότι αυτό συνεπάγεται.
Η ταινία εμπνεύστηκε από τη ζωή των Κιστερκιανών μοναχών που ζούσανε στην Αλγερία, από το 1993, έως την απαγωγή τους το 1996.
Πρόλογος
Το 1996, η απαγωγή και δολοφονία εφτά μοναχών που ζούσαν στο χωριό Τίμπιριν της
Αλγερίας, ήταν το αποκορύφωμα της βίας και της αγριότητας που είχε ξεσπάσει λόγω της
αντιπαράθεσης της κυβέρνησης και των εξτρεμιστικών τρομοκρατικών οργανώσεων που
θέλανε να τη συντρίψουν. Η εξαφάνιση των μοναχών- που βρεθήκανε στη μέση αυτής της
αντιπαράθεσης- είχε τεράστια επίδραση στις κυβερνήσεις, τις θρησκευτικές κοινότητες και
τη διεθνή κοινή γνώμη. Η ταυτότητα των δολοφόνων και οι ακριβείς συνθήκες της
δολοφονίας παραμένουν ένα μυστήριο έως και σήμερα.
Την υπόθεση ανέλαβαν τα γαλλικά δικαστήρια το 2003. Ορισμένα έγγραφα
αποκαλύφθηκαν μόλις πρόσφατα. Στους επερχόμενους μήνες ενδέχεται να γίνουν νέες
αποκαλύψεις που θα φωτίσουν επιτέλους την αλήθεια.
Σχετικά με την ταινία
Το Ενώπιων Θεών κι Ανθρώπων του Ξαβιέ Μποβουά, έχει ως πηγή έμπνευσης την τραγωδία στο αλγερινό χωριό. Εξερευνεί τους
τελευταίους μήνες της ζωής αυτής της μικρής κοινότητας χριστιανών σε μουσουλμανικό έδαφος. Η ταινία δείχνει περισσότερο
ενδιαφέρον στο πνεύμα των γεγονότων, και τι διακινδυνευόταν στη ζωή τους, παρά στην ακριβή εξιστόρηση των γεγονότων.
Η ιστορία ξεκινά λίγες εβδομάδες πριν οι τρομοκράτες εκδώσουν τελεσίγραφο, προς όλους τους ξένους να εγκαταλείψουν τη χώρα.
Μια οπλισμένη ομάδα τρομοκρατών μάλιστα εισέβαλε στο μοναστήρι την παραμονή των Χριστουγέννων. Το δίλημμα των μοναχών είναι
ξεκάθαρο: να μείνουν ή να φύγουν; Η απόφαση θα πρέπει να είναι ομόφωνη. Η κάθε απόφαση όμως για εκείνους έχει και τις
αντίστοιχες συνέπειες. Όταν θα αρνηθούν την προστασία του στρατού, η κυβέρνηση τους ζητά να επιστρέψουν στη Γαλλία.
Ο κάθε μοναχός θα πάρει την απόφαση του εκτιμώντας τους ανθρώπινους, πολιτικούς και θρησκευτικούς κινδύνους κι αναζητώντας
την απάντηση μέσα από τα βάθη της ψυχής και της συνείδησης του. Αυτή η ένταση συνοδεύει την πρακτική και μυστική
καθημερινότητα της κοινότητας: οι δεσμοί τους με τους ντόπιους, το πνεύμα ειρήνης και φιλευσπλαχνίας, είναι οι τρόποι με τους
οποίους προσπαθούν να καταπολεμήσουν τη βία που κατατρώει τη χώρα.
Το Ενώπιων Θεών κι Ανθρώπων, είναι ο μάρτυρας της αφοσίωσης των μοναχών στο να μεταδώσουν το μήνυμα της ειρήνης στους
μουσουλμάνους αδελφούς τους: στην πιθανότητα ύπαρξης αδελφικού και πνευματικού κοινού εδάφους μεταξύ του χριστιανισμού και
του ισλαμισμού.
Οι μοναχοί αποκαλούσαν το στρατό «οι αδελφοί της πεδιάδας» και τους τρομοκράτες «οι αδελφοί των βουνών». Κάθε άλλο παρά αδαείς,
γνώριζαν πολύ καλά ότι ήταν ανάμεσα σε δύο πλευρές με διφορούμενες θέσεις.
Η ταινία του Μποβουά υιοθετεί την οπτική γωνία των μοναχών και τους ρυθμούς ζωής στο Κιστερκιανό μοναστήρι. Η ζωή της κυλά
σύμφωνα με τη Βίβλο, τον Κανόνα του Αγίου Βενέδικτου (γράφτηκε τον 7ο αιώνα) και τα απομνημονεύματα των πατέρων της
μοναχικής ζωής.
Χρησιμοποιεί τις παραδοσιακές μορφές μοναστικής προσευχής. Η «λειτουργία των ωρών» , είναι μια ομαδική προσευχή βασισμένη σε
ψαλμωδίες, που γίνεται σε παρεκκλήσι εφτά φορές την ημέρα. Το τραγούδι είναι αναπόσπαστο κομμάτι της προσευχής και του
ρυθμού της Κιστερκιανής ζωής. Οι μοναχοί τραγουδούν με μια φωνή για να εισέλθουν στην κοινωνία με την Ανάσα της Ζωής.
Ομόφωνα, ενώνονται ως ένας.
Οι Κιστερκιανοί μοναχοί προτιμούν τη σιωπή – το οποίο είναι και κανόνας- κατή τη μεγαλύτερη διάρκεια της ημέρας. Αλλά η ζωή τους
χτίζεται με βάση τη διδασκαλία του ηγουμένου, και ομαδικές ανταλλαγές γνωστές ως «κεφάλαια». Όλες οι αποφάσεις παίρνονται με
ψηφοφορία, αφού έχουν γίνει συζητήσεις του καθενός με τον ηγούμενο.
Η ζωή των μοναχών
Οι Κιστερκιανοί και οι μοναχοί του Τάγματος της Σιωπής δεν έχουνε καμία αποστολή
διάδοσης του ευαγγελίου, κι απέχουν από τον προσηλυτισμό.
Ο Κανόνας του Αγίου Βενέδικτου, προσκαλεί τους μοναχούς να εξασκούν την φιλοξενία
και την κοινοκτημοσύνη, ειδικά με τους φτωχούς και τους ξένους, κι εκείνους που
υποφέρουν. Ενθαρρύνει τη χειρονακτική εργασία και την αγροτική εργασία.
Τα μοναστήρια είναι συνήθως απομονωμένα από πυκνοκατοικημένες περιοχές, για να
ζουν οι μοναχοί κοντά στη φύση. Κάθε μοναχός του Τάγματος της Σιωπής, επιλέγει μία
μέρα του μήνα για να περπατήσει στη φύση και να συλλογιστεί μόνος του. Σήμερα, το
Τάγμα των Κιστερκιανών της Αυστηρούς Υποταγής, μετρά 2600 καλόγερους και 1883
καλόγριες σε 96 μοναστήρια και μονές ανά τον κόσμο.


ΞΑΒΙΕ ΜΠΟΒΟΥΑ – ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΗ ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ
Ηθοποιός
2009 LE CAMΙLΙON (THE CHAMELEON) του Ζαν-Πωλ Σαλόμ
VILLA AMALIA του Μπενουά Ζακό
2007 ΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ (LES TΙMOINS) του Αντρέ Τεσινέ
DUEL EN VILLE του Πασκάλ Σομέιγ
2005 LE PETIT LIEUTENANT (THE YOUNG LIEUTENANT) του ιδίου
1999 LE VENT DE LA NUIT (NIGHT WIND) του Φιλίπ Γκαρέλ
1998 DISPARUS του Ζυλ Μπουρτνό
1997 LE JOUR ET LA NUIT του Μπερνάρ- Ανρί Λιβύ
1996 PONETTE του Ζακ Ντιγιόν
1995 N’OUBLIE PAS QUE TU VAS MOURIR (DON’T FORGET YOU’RE GOING TO DIE) του ιδίου
1994 AUX PETITS BONHEURS του Μισέλ Ντεβίλ
1991 NORD (NORTH) του ιδίου
Σκηνοθέτης / σεναριογράφος
2010 ΕΝΩΠΙΩΝ ΘΕΩΝ ΚΙ ΑΝΘΡΩΠΩΝ (DES HOMMES ET DES DIEUX)
Επίσημο Διαγωνιστικό Φεστιβάλ Καννών 2010, Μέγα Βραβείο Επιτροπής
2005 LE PETIT LIEUTENANT (THE YOUNG LIEUTENANT)
Επίσημη συμμετοχή, Φεστιβάλ Βενετίας
2000 SELON MATTHIEU (ACCORDING TO MATHIEU)
Επίσημη συμμετοχή, Φεστιβάλ Βενετίας
1995 N’OUBLIE PAS QUE TU VAS MOURIR (DON’T FOR GET YOU’RE GOING TO DIE)
Βραβείο Jean Vigo Επιτροπής, Φεστιβάλ Καννών
1992 NORD (NORTH)


Μερικές σημαντικές ημερομηνίες:
26 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1991
Το Ισλαμικό Μέτωπο Σωτηρίας (Front Islamique du Salut (FIS))
κερδίζει τον πρώτο γύρο των Βουλευτικών Εκλογών της Αλγερίας.
11 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1992
Κηρύσσεσαι κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
14 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1992
Ο πρόεδρος Μοχάμεντ Μπουντιάφ δολοφονείται.
30 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1993
Η Ένοπλη Ισλαμική Ομάδα (Groupe Islamiste Armee (GIA) ) εκδίδει
τελεσίγραφο προς όλους τους ξένους να εγκαταλείψουν τη χώρα.
26 ΜΑΡΤΙΟΥ 1996
Μια οπλισμένη ομάδα απαγάγει εφτά μοναχούς από το χωριό Τιμπιρίν: τον ηγούμενο Κριστιάν Ντε Τσεργκί (59), τους πατέρες
Κριστόφ Λεμπρετόν (45), Σελεστίν Ρινγκάρντ (62), Μπρούνο Λεμαρτσάντ (66) και τους αδελφούς Λυκ Ντοσιέρ (82), Πολ- Φαβρ Μιβίλ
(57) και Μισέλ Φλερύ (52).
18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1996
Η GIA αναλαμβάνει πλήρη ευθύνη για την απαγωγή.
21 ΚΑΙ 23 ΜΑΪΟΥ 1996
Η GIA ανακοινώνει τη δολοφονία των εφτά μοναχών, έπειτα από τις άκαρπες διαπραγματεύσεις μεταξύ της γαλλικής και της αλγερινής
κυβέρνησης.
30 ΜΑΪΟΥ 1996
Ανακαλύπτονται τα κεφάλια των εφτά μονάχων.
22 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1997
Η σφαγή στο χωριό Μπεντάλια, αναβιώνει τις υποψίες για την ανάμειξη του στρατού στις απαγωγές και στους φόνους στην Αλγερία.

1998 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ
Μείωση της βίας και αστάθειας στην Αλγερία, προσπάθεια συμφιλίωσης.
9 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2003
Ένα μέλος οικογένειας ενός εκ των μοναχών, και ηγούμενος του Κιστερκιανού Τάγματος, ζητά δικαστικό έλεγχο, αμφισβητώντας την
επίσημη εκδοχή της Αλγερινής κυβέρνησης για τα γεγονότα του ’96.
29 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2005
Ένα δημοψήφισμα υποστηρίζει τον καταστατικό χάρτη της «εθνικής συμφιλίωσης», που πρότεινε ο Πρόεδρος Μπουτεφλίκα,
προσφέροντας υπό όρους αμνηστία στα μέλη των ενόπλων δυνάμεων τη δεκαετία του ’90, κι απαγορεύοντας οποιαδήποτε μελλοντική
αναφορά στην ιστορία της Αλγερίας.
20 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2009
Αποχαρακτηρισμός ορισμένων γαλλικών εγγράφων, μετά την επιβεβαίωση του πρώην Ακολούθου της Γαλλικής Άμυνας στο Αλγέρι, ότι
οι εφτά μοναχοί ήταν τα θύματα ενός λάθους που είχε κάνει ο αλγερινός στρατός.
Βραβεία/ Διακρίσεις:
Μέγα βραβείο κριτικής επιτροπής, 63ο Φεστιβάλ Καννών
Υποψηφιότητα της Γαλλίας για τη φετινή απονομή των Όσκαρ

18 σχόλια:

Seven Films είπε...

ΑΛΗΘΙΝΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ, ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ. ΜΕΓΑΛΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΣΤΙΣ ΚΑΝΕΣ ΓΙΑ ΕΝΑ ΜΥΣΤΑΓΩΓΙΚΑ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΜΕΝΟ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟ ΔΡΑΜΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΟΣΟ ΚΑΙ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΑ ΥΠΑΡΞΙΑΚΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΗΤΣΗΣ ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ

Seven Films είπε...

H ταινία που άξιζε τον Χρυσό Φοίνικα φέτος στις Κάννες (έφυγε με το μεγάλο βραβείο της Επιτροπής), είναι βασισμένη στην αληθινή ιστορία μιας ομάδα μοναχών στα ορεινά της Αλγερίας, που το ’96 εν μέσω εμφυλίου και θρησκευτικής έντασης απήχθησαν και τελικά βρήκαν το θάνατο στα χέρια μουσουλμάνων. Υλικό εν δυνάμει εκρηκτικό, στα χέρια του Ξαβιέ Μποβουά αποκτά υφή κατανυκτική και μεταμορφώνεται σε εμπειρία βαθιά πνευματική. Μιλώντας για την πίστη, το καθήκον, την προσωπική επιλογή, κηρύττοντας το καλό, δεν νιώθει την ανάγκη να γίνει διδακτικό, δεν αγιοποιεί, δεν καταδικάζει. Ενεργοποιεί τη σκέψη ισορροπεί το συναίσθημα, περιέχει στιγμές που δεν αγγίζουν απλά το κινηματογραφικό μεγαλείο, αλλά σχεδόν σε αλλάζουν...
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΡΑΣΣΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ATHENS VOICE

Seven Films είπε...

Ένα μοναστήρι στα βουνά της Βόρειας Αφρικής τη δεκαετία του '90. Οκτώ χριστιανοί καλόγεροι από τη Γαλλία ζουν σε αρμονία με τους αδελφούς τους μουσουλμάνους. Όταν ένα συνεργείο από ξένους εργάτες σφαγιάζεται από μια ομάδα φανατικών ισλαμιστών, ο φόβος κυριεύει την περιοχή.
Ο στρατός θα προσφέρει προστασία στους μοναχούς, αλλά εκείνοι θα αρνηθούν. Αρχίζουν να αναρωτιούνται αν θα πρέπει να εγκαταλείψουν το μοναστήρι ή όχι. Παρά την αυξανόμενη απειλή, συνειδητοποιούν ότι πρέπει να μείνουν... με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Η ταινία, που άφησε άριστες εντυπώσεις στο πρόσφατο Φεστιβάλ Καννών και απέσπασε το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής, εμπνεύστηκε από τη ζωή των κιστερκιανών μοναχών που ζούσανε στην Αλγερία από το 1993 έως την απαγωγή τους, το 1996. Ένα συνταρακτικό περιστατικό εμπνέει μια αυστηρή ταινία, σχεδόν ασκητική στη φόρμα της, αναμφισβήτητα όμορφη, αλλά εξίσου αδιαπέραστη όσο και το γκριζωπό κι απόκρυφο περιβάλλον των μοναχών. Ο Μποβουά κάνει εξαιρετική δουλειά στην ισορροπία του πνευματικού λόγου και της αναγκαίας σιωπής, φωτίζοντας τη συμβιωτική αλληλεγγύη μιας ομάδας δοκιμαζόμενων «εκλεκτών» που διστάζουν μεταξύ των αδυναμιών τους και των ιερών όρκων, ανάλογα με την προσωπικότητα και τις προτεραιότητές τους - μια ιδιότυπη δημοκρατία σε καθεστώς εισβολής, εντέλει. Το μοναδικό και όχι αμελητέο πρόβλημα του φιλμ είναι η καθαρότητά του. Λόγω της ευκρίνειας του θέματος και της συγκεκριμένης υφής του, ο Μποβουά δεν στρίβει καθόλου, αν και θα μπορούσε, επιλέγοντας την απόσταση. Πολλές φορές, οι δραματικές αποφάσεις χάνονται σε μια ξύλινη λιτανεία του φόβου, χωρίς να συμβαίνει κάτι αξιοσημείωτο. Υπερβολικά σαφές, πολλές φορές, σημαίνει και υπερβολικά προφανές.

ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ LIFO

Seven Films είπε...

Α μερος
Ποια είναι η θέση της Πίστης σε δύσκολες εποχές βίας; Ποια είναι η σχέση του καλού ποιμένα με το ποίμνιό του; Γιατί κάποιος αποφασίζει να γίνει μάρτυρας για την Πίστη του; Αυτά τα θέματα θέτει το «Ενωπίον Θεών και Ανθρώπων» του Ξαβιέρ Μποβουά, που κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο του Φεστιβάλ και το Οικουμενικό Βραβείο Επιτροπής στο φετινό Βραβείο Καννών. Ένα χριστιανικό δράμα που θέτει υποψηφιότητα για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας τον Ιανουάριο του 2011.
Βρισκόμαστε σε ένα χωριό της Αλγερίας, κοντά στο βουνό Άτλας, τη δεκαετία του '90. Επτά Γάλλοι κιστικιανοί μοναχοί ζουν σε αρμονία με τους μουσουλμάνους του χωριού. Τους δίνουν δουλειά, τους θεραπεύουν και γίνονται πνευματικοί τους καθοδηγητές. Αυτό δεν σημαίνει προσηλυτισμό, γιατί αυτός απαγορεύεται από τον κανονισμό του μοναστηριού, όπως παραδόθηκε από τον Άγιο Βερνάδο. Η ζωή κυλά αρμονικά μέχρι τη στιγμή που μια ομάδα Κροατών εργατών βρίσκονται δολοφονημένοι και οι φονταμενταλιστές διατάζουν όλους τους ξένους να εγκαταλείψουν τη χώρα. Τότε οι μοναχοί πρέπει να αποφασίσουν αν αν θα μείνουν ή να φύγουν για τη Γαλλία ή για άλλο ασφαλέστερο μέρος.

"Aπό αγάπη και από πίστη"
Η ιστορία βασίζεται σε ένα διάσημο γεγονός που προκάλεσε διπλωματικό επεισόδιο ανάμεσα στη Γαλλία και στην Αλγερία και τάραξε τις σχέσεις ανάμεσα σε χριστιανούς και Ισλάμ. Όποιος διάβαζε εφημερίδες τη δεκαετία του '90, ξέρει το τέλος της ταινίας. Λίγο όμως αυτό ενδιαφέρει αυτό το σκηνοθέτη ή τους θεατές της ταινίας. Εξάλλου, ο Μποβουά δεν ενδιαφέρεται να κάνει ένα πολιτικό, αλλά ένα μεταφυσικό δράμα. Έρχεται να δώσει όλη τη μεταφυσική αγωνία μίας ομάδας, που λειτουργεί σαν μικρή κοινωνία. Σε μία εποχή που η Καθολική Εκκλησία συνταράσσεται από σκάνδαλα, η ταινία μιλά για πνευματικά θέματα, που συγκλονίζουν και ανθρώπους που δεν ανήκουν στην ρωμαιοκαθολική πίστη. Δηλαδή όλους εμάς. Το βασικό μοτίβο είναι η αντιπαράθεση ανάμεσα στην αγνή αγάπη και στο φανατισμό. Εδώ πρέπει να πούμε ότι η ταινία δεν κτυπά το Ισλάμ, αλλά μόνο τον φονταμενταλισμό. Εκεί που οι μοναχοί ακούν για πρώτη φορά για τους φόνους εκ μέρους φονταμεταλιστών σε βάρος των χωρικών, ακούγεται η φράση «δεν έχουν διαβάσει καν το Κοράνι. Αμφιβάλουμε για το τι πιστεύουν». Γιώργος Πισσαλίδης

Seven Films είπε...

Β μέρος
Τη στιγμή που ο αρχηγός της ένοπλης ομάδας απαιτεί να τους βοηθήσουν και δείχνει το φανατισμό του, ο ηγούμενος Κριστιάν αποδεικνύεται αναγνώστης του Κορανίου και απαντά με φράση από το Κοράνι γιατί οι μοναχοί βοηθούν τους μουσουλμάνους αδελφούς τους. Είναι μία στιγμή που μπορεί να συνδεθεί με τη συμμετοχή τους σε ένα μουσουλμανικό αντίστοιχο της Καθολικής πρώτης Ευχαριστίας του γιου ενός εργάτη, αλλά και μιας συμβολικής σκηνής, όπου ο Κριστιάν μοιάζει σε φυσικό επίπεδο ο καλός ποιμένας προβάτων.
Ο Κριστιάν μπορεί να μοιάζει με τον ήσυχο μοναχό, αλλά πίσω από τα διανοουμενίστικα γυαλιά κρύβει μια ζεστή ψυχή, αλλά και δικτατορικές τάσεις, τις οποίες καλείται να υπερνικήσει. Η θέση του είναι να κρατήσει την ομάδα των μοναχών ενωμένη και είναι εκείνος που απαντά στο τραγικό ερώτημα ενός μοναχού γιατί γίνονται μάρτυρες: «από αγάπη και από πίστη». Εκεί βρίσκεται όλο το μυστικό και ο Μποβουά μας δείχνει όλη την πνευματική πορεία μιας ομάδος που ξεκινά να έχει ο καθένας διαφορετική στάση για να καταλήξει σε μία ομάδα που αποφασίζουν όλοι μαζί να μείνουν. Είναι η μεταφυσική αγωνία των μοναχών που ενώ έχουν αποφασίσει να συναντήσουν όσο γίνεται πιο σύντομα τον Δημιουργό τους, διχάζονται ποια πρέπει να είναι η απόφασή τους. Και όταν το κάνουν, το κάνουν γιατί πιστεύουν ότι αυτή είναι η αποστολή τους και αυτή πρέπει να είναι η στάση τους απέναντι στο ποίμνιό τους, που δεν είναι καν Χριστιανοί. Παρ' όλη τη βία που περιβάλλει τους μοναχούς, ο Μποβουά έχει κάνει ένα γαλήνιο, πνευματικό φιλμ στο οποίο δεν κυριαρχεί τόσο η δράση, όσο η καταγραφή της μοναστικής καθημερινότητάς τους και μέσα από εκεί αναδεικνύεται η πνευματική τους διαδρομή. Υπ' όψιν ότι η γαλήνη της δεν ταράσσεται ούτε από σάουντρακ. Εξαίρεση η τελευταία σκηνή όπου είναι όλοι μαζί σε μία σκηνή που θυμίζει το Μυστικό Δείπνο, με μουσική υπόκρουση τη «Λίμνη των Κύκνων». Μετά από αυτή τη σκηνή που είναι όλο κοντινά πλάνα, έρχεται η βία, στην οποία οδηγούνται για ένα εικοσάλεπτο σαν αμνοί στο σφαγείο.
Πέρυσι δηλώσαμε την πίστη μας σε ένα κινηματογράφο που καταγράφει τον χριστιανισμό ως βίωμα. Και τον αντιτάξαμε στα βιβλικά έπη του '50 και του '60. Το «Ενωπίον Θεών και Ανθρώπων» είναι από τις ταινίες που μας δικαιώνουν για αυτή μας την επιλογή. Περιμένουμε από τώρα τι και πως τη μεγάλη νύκτα των Όσκαρ για να δούμε να κερδίζει επάξια το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας. Το «Ενωπίον Θεών και Ανθρώπων» βγαίνει στις αίθουσες στις 18 Νοεμβρίου.
Γιώργος Πισσαλίδης

Seven Film Gallery είπε...

Βασισμένη στο αληθινό, κι ακόμη επισήμως ασαφές περιστατικό της απαγωγής και δι’ αποκεφαλισμού εκτέλεσης επτά μοναχών στην Αλγερία, πιθανολογούμενα από Ισλαμιστικό γκρουπ, αλλά (σύμφωνα με τις γαλλικές μυστικές υπηρεσίες) ενδεχομένως κι από τον Αλγερινό στρατό κατά λάθος, η ταινία του Beauvois γεννήθηκε αρχικά σαν ιδέα στο μυαλό του παραγωγού Etienne Comar, ο οποίος με αφορμή τη δέκατη επέτειο του συμβάντος το 2006 (και την επαναφορά του στα γαλλικά Μέσα), άρχισε να σκαλίζει την ιστορία και να γράφει το προσχέδιο του σεναρίου. Δυο χρόνια μετά, το έδειξε στον Beauvois, ο οποίος ανέλαβε να το πάει παραπέρα, μελετώντας κείμενα των μοναχών, συζητώντας με θεολόγους και ζητώντας τη συμβολή μελετητών της μοναστικής ζωής, την οποία αποφάσισε να ζήσει κι ο ίδιος, περνώντας μια βδομάδα σε αβαείο. Το ίδιο απαίτησε κι απ’ τους ηθοποιούς του όταν ξεκίνησε την παραγωγή, τους οποίους έκανε και ξεφτέρια σε ψαλμωδίες σχετικές, πριν τους κλείσει σ’ ένα αχρησιμοποίητο μοναστήρι Βενεδικτίνων, όπου για τους μήνες που κράτησε το γύρισμα, προσπαθούσαν να μένουν όσο το δυνατόν πιο πιστοί στην ασκητική ζωή. Το αποτέλεσμα χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό, κυρίως από τους Γάλλους που αναγνώρισαν μια Bresson-ική ποιότητα στο σεβασμό του προς τη θρησκευτικότητα, και αποθέωσαν την γοητευτική διακριτικότητα με την οποία εμποτίζει κοινωνιολογική διορατικότητα και οξυδερκή ανάλυση της πρόσφατης Ιστορίας της χώρας τους, σε κάτι που θα μπορούσε, σε αμερικάνικα χέρια, να καταγραφεί ως μια απλή ντοκιδραματική ταινία δράσης. Ο Beauvois, βέβαια, δεν άφησε ασυγκίνητη ούτε την αμερικανική κριτική, οι ενθουσιώδεις ανταποκρίσεις της οποίας, προφανώς βοήθησαν την Sony Pictures Classics να αγοράσει άμεσα τα βορειοαμερικάνικα, αυστραλιανά και νεοζηλανδικά δικαιώματα διανομής της ταινίας, που με μοναστική λιτότητα και οικονομία στην κινηματογράφηση και την αφήγηση, εξερευνά το γιατί επτά άνθρωποι αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν ένα τρομακτικό φινάλε, που ήξεραν ότι θα συμβεί, και μπορούσαν να αποφύγουν.
ΙΩΣΗΦ ΠΡΩΙΜΑΚΗΣ www.mftm.blogspot.com

Seven Films είπε...

Μ ηνύματα πασιφισμού και ανθρωπιάς αναδύονται με ευγένεια, χωρίς κραυγαλέες σκηνές και μέσα από την αυστηρή ματιά του σκηνοθέτη Ξαβιέ Μποβουά, στο «Ενώπιον θεών και ανθρώπων» («Des hommes et des dieux», Γαλλία, 2010), ταινία επίσης εμπνευσμένη από πραγματικό περιστατικό. Η κοινή γνώμη είχε συγκλονιστεί από την απαγωγή και τη δολοφονία επτά μοναχών που ζούσαν στο χωριό Τίμπιριν της Αλγερίας το 1996. Το περιστατικό θεωρήθηκε αποκορύφωμα της βίας και της βαρβαρότητας που είχαν εκδηλωθεί από την άνευ όρων αντιπαράθεση κυβέρνησης και τρομοκρατικών οργανώσεων.

Ο Μποβουά εστιάζει στην αντιπαράθεση ανάμεσα στη σιωπή και στην υπομονή των κιστερκιανών μοναχών, στη δημοκρατία, στις αποφάσεις τους, στην αφοσίωση στη μετάδοση της ειρήνης, στις ομαδικές προσευχές τους με το τυφλό μίσος των φανατικών ισλαμιστών, στην ανεξέλεγκτη βία, στην πλήρη αδιαφορία τους να μπουν στη διαδικασία του στοιχειώδους διαλόγου. Σε ένα πολύ μεγάλο μέρος της ταινίας οι μόνοι ήχοι που ακούμε στην περιοχή των μοναστηριών προέρχονται από τη φύση, τα μουγκρητά των ζώων ή τα σκεύη που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της καθημερινότητας.

Ο σκηνοθέτης κινηματογραφεί λιτά και περιεκτικά, χωρίς φιοριτούρες, σχεδόν χωρίς να παίρνει θέση, αφήνοντας στον θεατή αυτές της επιλογές. Στο φιλμ, που είναι η επίσημη εφετινή πρόταση της Γαλλίας στα ξενόγλωσσα Οσκαρ, πρωταγωνιστούν οι Λαμπέρ Γουιλσόν, Μισέλ Λονστάλ και Ολιβιέ Περιέ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ ΤΟ ΒΗΜΑ

Seven Films είπε...

«Ενώπιον θεών και ανθρώπων» (Des Hommes et Des Dieux) του Ξαβιέ Μποβουά. Από αληθινό περιστατικό κατά το οποίο οκτώ γάλλοι ιεραπόστολοι σε ταραγµένο, από τονεµφύλιο, κρατίδιο της Αφρικής, συµφιλιωµένοι µε τους φτωχούς µουσουλµάνους, θεράποντες του σώµατος και των ψυχών και καλλιεργητές της γης, αφοσιωµένοι στηµελισσοκοµία, βρίσκονται εν µέσω πυρών. Από τη µια οι «τροµοκράτες», από τηνάλλη ο στρατός µιας διεφθαρµένης κυβέρνησης. Αρνούνται να τα παρατήσουν και να φύγουν και ακολουθούν την πορεία του Χριστού. Από τον Μυστικό∆είπνο ως τον Γολγοθά.Σαν «σοσιαλιστικός ρεαλισµός» της Καθολικής Εκκλησίας. Φορτωµένο, βαρύ, φλύαρο, µε άφθονες προσευχές και µπόλικη απαγγελία των Ευαγγελίων. Με Λαµπέρ Ουιλσόν, Μάικλ Λονσντέιλ, Ολιβιέ Περιέ. Σοβαροφανές και για το Βατικανό κάτισαν πλυντήριο των άφθονωνκαι ατελείωτων σφαγών εκατοµµυρίων ιθαγενών.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΑΝΙΚΑΣ ΤΑ ΝΕΑ

Seven Films είπε...

Μια ταινία για τη θρησκεία, τα όρια της ανοχής, τη συνύπαρξη και τον φανατισμό έχει γυρίσει ο Ξαβιέ Μποβουά, μεταφέροντας στη μεγάλη οθόνη την ιστορία μιας ομάδας μοναχών στην Αλγερία που βρέθηκαν μπροστά σ' ένα θανάσιμο δίλημμα.

Στα μέσα της δεκαετίας του '90 και με τις θρησκευτικές διαμάχες να είναι ιδιαίτερα έντονες, οι καθολικοί μοναχοί ζουν στο μοναστήρι τους, ειρηνικά μαζί με τους κατοίκους της περιοχής.

Ομως η κατάσταση θα αρχίσει να χειροτερεύει. Οι φανατικοί ισλαμιστές θα αρχίσουν να γίνονται όλο και πιο πιεστικοί και οι μοναχοί θα πρέπει να αποφασίσουν αν επιθυμούν να φύγουν και να επιστρέψουν στη Γαλλία ή αν θα επιλέξουν να μείνουν εκεί που βρίσκεται η ζωή τους, όπως την έχουν οργανώσει.

Ολες οι σχέσεις θα δοκιμαστούν υπό αυτό το καθεστώς άσκησης ψυχολογικής βίας και η συνύπαρξη των μοναχών με τους ντόπιους, αλλά και η σχέση τους με τις αρχές θα περάσουν στιγμές έντασης. Ομως και πάλι θα επιλέξουν να μείνουν. Ακόμη κι όταν θα πέσουν θύματα ισλαμιστών τρομοκρατών, που τους κρατούν ομήρους, προκειμένου να τους ανταλλάξουν με συντρόφους τους που βρίσκονται φυλακισμένοι.

Ο Ξαβιέ Μποβουά δεν έχει αντιμετωπίσει το υλικό σαν θρίλερ, αλλά σαν μια ιστορία με διλήμματα και σκέψεις για τους κανόνες της ομάδας και τη δυνατότητα συνύπαρξης των πολιτισμών και των θρησκειών. Είναι η ταινία που έχει υποβάλει η Γαλλία για το Οσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΟΥΡΑΣ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Seven Films είπε...

Ενα χριστιανικό μοναστήρι κάπου στη Βόρεια Αφρική. Οι οκτώ Γάλλοι μοναχοί που διαμένουν βιώνουν μια καθημερινότητα που δεν περιορίζεται στην εξάσκηση της πίστης τους, αλλά εκτείνεται σε μια αρμονική συνύπαρξη με τους ντόπιους.
Ο ένας μάλιστα από τους γηραιότερους, ο αδελφός Λικ, εκτελεί καθήκοντα τοπικού γιατρού, ενώ ο αδελφός Κριστιάν, ο αρχιμοναχός, μοιάζει να δίνει στις διδαχές του Κορανίου, το οποίο και διαρκώς μελετά, την ίδια σημασία που δίνει και στη Βίβλο. Ωστόσο, η εμφύλια διαμάχη κλιμακώνεται στην περιοχή και μετά τη δολοφονία μιας ομάδας Κροατών από φονταμενταλιστές σε ένα γειτονικό εργοτάξιο, ο δήμαρχος τους συμβουλεύει να κλείσουν το μοναστήρι και να επιστρέψουν στη χώρα τους, καθώς δεν μπορεί πλέον να εγγυάται την ασφάλειά τους. Με την πίστη τους σε πλήρη δοκιμασία, οι μοναχοί θα πρέπει να αποφασίσουν αν θα ακολουθήσουν τη συμβουλή?

Αλγερία
Στο «Ενώπιον θεών και ανθρώπων» ο χώρος είναι η επαρχιακή Αλγερία, ο χρόνος τα μέσα της δεκαετίας του ‘90 και η ιστορία έλκει την καταγωγή της από ένα αυθεντικό χρονικό, που όμως συνεχίζει έως σήμερα να παρουσιάζει κενά ως προς την κατάληξή του. Μερικά θα τα μαντέψουμε στην πορεία, πολλά θα τα μάθουμε στους τίτλους του φινάλε, τίποτα όμως δεν θα μας προεξοφληθεί εξαρχής, μιας και, εμφανέστατα τον δημιουργό του φιλμ Ξαβιέ Μποβουά λιγότερο τον ενδιαφέρει η επανεξέταση του «αστυνομικού φακέλου» και περισσότερο η χρήση του ως αφορμής για μια μελέτη της έννοιας της πίστης και για τη δόμηση μιας ουμανιστικής παραβολής. Μια πίστη που ξεπερνά τα θεολογικά κίνητρα και γίνεται τελικά υπόθεση ιδιωτική (κατά μια έννοια, θα μπορούσαμε να πούμε πως το φιλμ στηλιτεύει την αντίρρηση του ίδιου του Χριστιανισμού στο δικαίωμα για ευθανασία) και μια παραβολή που εξάρει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, τον αλληλοσεβασμό και τη συμφιλίωση κόντρα σε κάθε μισαλλοδοξία.

Αρετή του Μποβουά είναι ότι όλα τα παραπάνω τα καταθέτει με εκπληκτική ψυχραιμία, μέσα από ένα στιλ που ισορροπεί ανάμεσα στον ρεαλισμό και την ποιητική διάθεση, αλλά, πάντως, ουδέποτε φλερτάρει με τον συναισθηματισμό. Κι έστω κι αν τούτη η αργόρυθμη μέθεξη στη μοναστική καθημερινότητα έχει τους πλατειασμούς της και κάποιο έλλειμμα στους χαρακτήρες, δεν μπορείς παρά να υποκλιθείς μπροστά στην ευγένεια και την κοσμικότητα του επίκαιρου λόγου της.
Τον Ξαβιέ Μποβουά τον πρωτογνωρίσαμε προ 15ετίας με το -πολύ διαφορετικό στον ρεαλισμό και τους ρυθμούς του- «Μην ξεχνάς πως θα πεθάνεις».
ΡΟΜΠΥ ΕΚΣΙΕΛ ΕΘΝΟΣ

Seven Films είπε...

Η ιστορία των 7 Γάλλων μοναχών, που το 1996 απήχθησαν και δολοφονήθηκαν από εξτρεμιστές ισλαμιστές, δοσμένη με ένα απέριττο, λυρικό, εικαστικά λαμπρό στιλ και εξαιρετικές ερμηνείες.

Σε αληθινή ιστορία στηρίζεται και η βραβευμένη στις Κάνες (Μέγα Βραβείο) ταινία του Γάλλου Ξαβιέ Μποβουά: σ' εκείνη των εφτά τραπιστών μοναχών που έζησαν στην Αλγερία από το 1993 μέχρι το 1996 και οι οποίοι απήχθησαν και στη συνέχεια δολοφονήθηκαν. Δεν έχει αποκαλυφθεί ακόμα όλη η ιστορία, ούτε ακριβώς ποιοι ήταν οι δολοφόνοι τους, παρ' όλο που το 2003 την υπόθεση ανέλαβαν τα γαλλικά δικαστήρια.

Με άνεση στην αφήγηση και με ένα στιλιζάρισμα στη φωτογραφία, ο Μποβουά («Ο μικρός συνταγματάρχης») παρουσιάζει την καθημερινή ζωή των μοναχών, αλλά και το φόβο του θανάτου που εισβάλλει ξαφνικά στη ζωή τους όταν αρχίζει η αιματοχυσία στη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου. Η κάμερά του τούς ακολουθεί στις σχεδόν βουβές, καθημερινές απασχολήσεις τους, καταγράφει τις φιλικές σχέσεις τους με τους ντόπιους, μαζί και τους εκπροσώπους της μουσουλμανικής Εκκλησίας. Ωσπου, κάποια στιγμή η ζωή τους βρίσκεται σε κίνδυνο όταν τρομοκράτες, με ανακοίνωσή τους, ζητούν από τους ξένους να εγκαταλείψουν τη χώρα.

Το ερώτημα που μπαίνει στους μοναχούς και που φαίνεται να κυριαρχεί στην ταινία είναι: να φύγουν και μ' αυτό τον τρόπο να προδώσουν τους χωρικούς οι οποίοι τους εμπιστεύονται ή να μείνουν και να συνεχίσουν, ρισκάροντας τη ζωή τους, να προσφέρουν την πνευματική αλλά και υλική τους βοήθεια; Ενας από τους μοναχούς είναι γιατρός και φροντίζει όλους τους κατοίκους της περιοχής.

Η απέριττη σκηνοθετική προσέγγιση έχει κάτι από τις ταινίες του Μπρεσόν. Εκεί όμως που ο Μπρεσόν σε μια, για παράδειγμα, ταινία όπως «Η δίκη της Ζαν Ντ'Αρκ» εστιάζει το ενδιαφέρον του στην ανθρώπινη πλευρά της ηρωίδας του, χωρίς να παραμερίζει και τις αδυναμίες της, ο Μποβουά αντίθετα περιορίζεται στους ιερούς σκοπούς των μοναχών, σε μια προσπάθεια να τους αγιοποιήσει, χωρίς όμως να μας τους γνωρίζει ως ανθρώπους με όλες τις αδυναμίες τους. Με αποτέλεσμα η ταινία του, παρά τις εντυπωσιακές εικαστικές αρετές της, να παραμένει ψυχρή. Στα συν πρέπει να αναφέρω και τις έξοχες ερμηνείες των ηθοποιών του, μ' επικεφαλής τον Λαμπέρ Ουιλσόν (ο επικεφαλής των μοναχών) και τον Μικαέλ Λονσντέλ (ο ηλικιωμένος γιατρός
ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

Seven Films είπε...

Ελεγεία για τους τελευταίους μήνες ζωής επτά Γάλλων Κιστερκιανών μοναχών, που το Μάη του '96 απήχθηκαν και δολοφονήθηκαν στη Βόρεια Αλγερία από την ένοπλη ισλαμική οργάνωση GIA. Οι μοναχοί, από τις αρχές του '90, ζούσαν στη μονή του τάγματος μέσα στη φύση, στις ορεινές περιοχές της χώρας, σε αρμονική ώσμωση με τον τοπικό πληθυσμό και τις νόμιμες αρχές. Οι μοναχοί του Τάγματος της Σιωπής - σύμφωνα με τον Κανόνα του Αγίου Βενέδικτου και τα στοιχεία που παραθέτει η ταινία - προσφέρουν φιλοξενία σε φτωχούς και ξένους, κοινοκτημοσύνη κι ασχολούνται με χειρωνακτικές και αγροτικές εργασίες. Οι συγκεκριμένοι μάλιστα προσέφεραν υπηρεσίες ιατρικές, υγειονομικές, χρέη γραμματικού, ακόμα και ψυχολόγου. Παραπέμπουμε στη συζήτηση περί έρωτος μεταξύ του μοναχού Λυκ και της ντόπιας κοπέλας. Δεν είχαν ως αποστολή τη διάδοση του ευαγγέλιου ή προσηλυτισμού και η συνύπαρξη με το ισλαμικό περιβάλλον θεμελιωνόταν στο βαθύ και ουσιαστικό σεβασμό του. Παραπέμπουμε στη σεκάνς του εορτασμού της περιτομής του μικρού, οι μοναχοί, με πολιτική περιβολή γιόρτασαν μαζί με ολόκληρο το χωριό.


Ολόκληρη τη δεκαετία του '90 η Αλγερία την πέρασε βυθισμένη σε βίαια εμφύλια σύγκρουση με τους ένοπλους φονταμενταλιστές της GIA σε αιματηρή αντιπαράθεση με τις στρατιωτικές δυνάμεις της εκάστοτε κυβέρνησης της χώρας. Το 1993 η GIA εκδίδει τελεσίγραφο προς όλους τους ξένους να εγκαταλείψουν τη χώρα, προχωρά μάλιστα σε θεαματικές δολοφονίες ξένων υπηκόων. Μέσα σ' αυτό το κλίμα, μάχιμη ομάδα της GIA χτυπά την πόρτα της μονής και ζητά πρακτική βοήθεια από τους Γάλλους μοναχούς. Εκείνοι αρνούνται να πάρουν θέση υπέρ κάποιου από τους αντιπάλους, συνειδητοποιώντας ότι έφθασε και η δική τους η ώρα της μοιραίας επιλογής μεταξύ του να υποχωρήσουν από τις θέσεις τους ή να πεθάνουν.

Σπάνιας αισθητικής το τελευταίο κεφάλαιο. Ο ύστατος δείπνος ανθρώπων συνειδητά αποφασισμένων να μην εγκαταλείψουν την ιδεολογική τους θέση. Ηχος και εικόνα σε αντίστιξη, ο αγώνας ανάμεσα στον ήχο του ελικόπτερου που πετάει πάνω από το μοναστήρι και τις ψαλμωδίες των μοναχών. Τράβελινγκ στη σειρά με τις νότες της «Λίμνης των Κύκνων» του Τσαϊκόφσκι, τα πορτρέτα των μοναχών σε ήρεμη διέγερση, αφού πια υπάρχει μόνο η τελεσίδικη απόφασή. Πρόσωπα που προστιθέμενα φτιάχνουν μια συλλογικότητα αντίστασης. Σαν τους Σπαρτιάτες γιορτάζουν τη ζωή την παραμονή της αναπόφευκτης έσχατης αναμέτρησης... Κι όταν φθάνει η ώρα, περιβεβλημένοι την ασήκωτα βαριά σιωπή παίρνουν τον ανήφορο του μαρτυρίου, μέσα στην ομίχλη και τα χιονισμένα υψώματα, με θλίψη - αλήθεια - για όλα τα ωραία της ζωής που αφήνουν πίσω τους.

Ελεγεία για τα ηθικά διλήμματα, τις επιλογές ζωής του ατόμου σε συνάρτηση με τη συλλογικότητα, λόγος αρθρωμένος με υποδειγματική αξιοπρέπεια και περίτρανη αφηγηματική οικονομία. Εντονη η γοητεία του ασκητικού, του λιτού, της φωτεινής σιωπής, στοιχεία που παραπέμπουν άμεσα στις συνιστώσες της αισθητικής του Καρλ Ντράγιερ. Χωρίς ίχνος θρησκευτικού μυστικισμού. Με γυμνά κοσμικά στοιχεία, χωρίς φιοριτούρες, διάφανα που σπρώχνουν στην επιφάνεια το υποκείμενο, τον άνθρωπο, σαν μονάδα και σύνολο. Ηθοποιοί ο ένας καλύτερος από τον άλλο, άριστοι, μοναδικά εσωτερικές οι ερμηνείες. Στο απόγειο της κρίσης και της υπαρξιακής δοκιμασίας οι χαρακτήρες της μυθοπλασίας, αλλά και της αμιγούς καλλιτεχνικής ωριμότητας. Ο Μικαέλ Λοντάλ (η σπαρακτική του κραυγή στο INDIA SONG ηχεί ακόμη στ' αυτιά) στο ρόλο του Λυκ κι ο Λαμπέρ Ουιλσόν με κρυμμένα - ως τώρα - χαρίσματα θυμίζει στιγμιαία τον Jean Bouise. Και ο Φιλίπ Λοντενμπάκ σε κοντινά πλάνα σπάνιας ευαισθησίας. Τέτοια ερμηνευτικά ύψη κάνουν τη ρεαλιστική σκηνοθεσία του Μποβουά, κάπου, να μοιάζει κατώτερη των περιστάσεων.
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Seven Films είπε...

Στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 η ήρεμη ζωή μιας ομάδας καθολικών μοναχών που ζουν στην Αλγερία διασαλεύεται από τις εμφύλιες ταραχές που θέτουν σε κίνδυνο τη συνέχιση της παραμονής τους εκεί καλώντας τους να πάρουν μεγάλες αποφάσεις .


Σχεδόν άγνωστος στη χώρα μας ο κυρίως ηθοποιός και σκηνοθέτης πέντε ταινιών Ξαβιέ Μποβουά ίσως οι σινεφίλ τον θυμούνται ως πατέρα της ΜΙΚΡΗΣ ΠΟΝΕΤ στην ομώνυμη σπαρακτική δημιουργία του Ζακ Ντουαγιόν ή από τη 2η ταινία του όπου και πρωταγωνιστούσε το ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΣ ΠΩΣ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙΣ που όπως και το φετινό του φιλμ είχε τιμηθεί στο φεστιβάλ Καννών με το βραβείο της Επιτροπής. Το δράμα ταιριάζει στο 43χρονο δημιουργό που εμπνέεται το σενάριο του από αληθινά περιστατικά . Mετά από ένα σύντομο πρόλογο πάνω στις συνθήκες ζωής στη μονή ο Μποβουά μας εισάγει στην κυρίαρχη προβληματική του γύρω από το δίλημμα των μοναχών για το αν η παραμονή τους είναι ασφαλή ύστερα από τις απειλές εναντίον τους και τις βιαιοπραγίες των φονταμενταλιστών . Με ένα σεμνό και λιτό ύφος που παραπέμπει στο συμπατριώτη του Μπρούνο Ντιμόντ αλλά και στους αδελφούς Νταρντέν παρακολουθεί τις καθημερινές συσκέψεις τους τα επονομαζόμενα «κεφάλαια» , την ημερήσια προσευχή , τις ασχολίες και τις επαφές τους με το τοπικό πληθυσμό . Ο Μποβουά από τον εύστοχο τίτλο του ήδη και χαρακτηριστικές σκηνές αναφέρεται σε θεούς και όχι στον Θεό υποστηρίζοντας τη αρμονική συνύπαρξη ανθρώπων διαφορετικής κουλτούρας και κυρίως διαφορετικών θρησκειών σε πνεύμα συμφιλίωσης σε ένα κοινό γεωγραφικό πλαίσιο .

Η εσωτερική γαλήνη των μοναχών διαποτίζει και την ατμόσφαιρα της ίδιας της ταινίας που εμμένει στην υπαρξιακή αμφιβολία για την αποστολή τους και τις παραμέτρους που δίνουν αξία στη ζωή. Το φιλμ δεν έχει κορυφώσεις, αδιαφορεί στην ουσία για το σασπένς της τύχης των ηρώων του και δεν προτάσσει πρωταγωνιστικούς και δευτερεύοντες χαρακτήρες με αποτέλεσμα να ξενίζει τον όχι εξοικειωμένο θεατή. Ο Λαμπέρ Γουιλσόν ως εκπρόσωπος των μοναχών πέρα από ατυχής επιλογή κάνει και κατάχρηση τεχνητών δακρύων σε αντίθεση με τον 80χρονο Μάικλ Λονσντέιλ που στο ρόλο του μοναχού-γιατρού αποτελεί για πολλοστή φορά ερμηνευτική εγγύηση . Το γεγονός ότι η ταινία τοποθετείται στην Αλγερία και το παρελθόν που βαρύνει την πολιτική ιστορία και τις γαλλοαλγερινές σχέσεις ευαισθητοποίησε ιδιαίτερα τη γαλλική πλευρά και ίσως αυτό εξηγεί ως ένα βαθμό τόσο τη βράβευση στις Κάννες όσο και το γεγονός ότι η ταινία θα είναι η επίσημη συμμετοχή της Γαλλίας στα Όσκαρ το 2011.


Μπορεί ο παγκόσμιος κινηματογράφος μην διαθέτει πια σκηνοθέτες του βεληνεκούς του Ντράγιερ ή του Ταρκόφσκι αλλά σκέψεις και ερωτήματα θεολογικού και φιλοσοφικού στοχασμού συνεχίζουν να απασχολούν τους σύγχρονους δημιουργούς και ο Μποβουά θέτει στη κρίση μας κάποια από αυτά .

ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ www.myfilm.gr

Seven Films είπε...

Δεν θα μείνω σε θέματα τεχνικά η ερμηνειών και λοιπων γιατι δεν διαφωνώ ως προς αυτα με την παγκόσμια ή εγχώρια κριτική.
Η μεγάλη μου αντίρηση εγκειται στην ανυπαρξία πολιτικής θέσης την οποία κατά την γνώμη μου θα έπρεπε η ταινία να πέρνει....
Θεωρώ αδιανόητο να μην τίθενται θεμελιώδη ερωτήματα του γιατι έφτασαν τα πρόσωπα της ταινίας αυτά σε αυτή την θέση.
Δεν μπορεί να μην κριτικάρεται καθόλου η τακτική της δυτικής εκκλησίας σε χώρες του αραβικού κόσμου μεσω των εγκατεστημένων -εδω και πολλα πολλά χρόνια- τοπικων εκλησιών και να μην επισημαινεται ευθέως η ιστορική ανάγκη αυτές να εκλείψουν γιατι δεν έχουν κανένα έργο να εκτελεσουν - καταλαβαινουμε βέβαια όλοι ότι η η παραμονή ακόμα και για φιλάνθρωπικούς λόγους είναι πολιτικό ψέμμα.
Δεν είδα πουθενά στην ταινία κριτική απέναντι στην γαλλική εξωτερική πολιτική η οποία εκμεταλευεται την πίστη αυτών των ανθρώπων και τους χρησιμοποιει σαν πιόνια για να εχει πρόσβαση στο στόμα του λύκου - φυσικα.
Δεν μου αρκεί μια ταινία για την πίστη και το μεγαλείο της ψυχής σε ιστορίες που δεν είναι fiction - όπως αυτή- και πού αναφέρονται σε πραγματικά και σοβαρά παγκόσμια πολιτικά και θρησκευτικά θέματα. Κάνε μια μυθοπλασία και πες μου για τιν πιστη και την αυταπαρνηση αλλα όταν κάνεις ιστορική καταγραφή απαιτώ να είσαι ιστορικά πλήρης, αλλιώς δεν λες αλήθεια ή κατά την γνώμη μου-και ίσως και κατα την καχυποψία μου-μάλλον προπαγανδίζεις.
Το θέμα μου είναι οι προθέσεις της ταινίας και η ατολμία της να τα βάλει με τους πραγματικά υπευθυνους ή ακόμα και να αποκαλύψει τους πραγματικά υπευθυνους για αυτην την μικρή -αλλά πολυ σημαντική σε μια εποχή τοσο λεπτων παγκόσμιων ισιρροπιών –τραγωδία.
Χαιδευει τους γάλλους και δεν συγκρούεται με την κρατική ή εκκλησιαστική αδιαφορία ενώ ταυτόχρονα σχεδον ηροποιεί κατι το οποίο apriori έπρεπε να έχει σταματήσει να υφίσαται.
Είναι πολυ πιθανό να μην ήταν στις προθέσεις του δημιουργού να κάνει μια πολιτικά οικουμενική ταινία με ιστορική ακρίβεια και να ήθελε να μιλήσει για τον εσωτερικό άνθρωπο-και κει ίσως και να τα καταφέρνει. Όμως για μένα είχε την υποχρέωση να ξεσκεπάσει τις πολιτικές-θρυσκευτικές προεκτάσεις του θέματος για ένα ιστορικό γεγονός το οποίο έχει κυρίως – κατά την γνώμη μου- τέτοια υφή.
ΣΠΥΡΟΣ ΛΗΜΝΑΙΟΣ

Seven Films είπε...

Α ΜΕΡΟΣ
Ανοιξη του 1996, και στην Αλγερία μαίνεται εμφύλιος πόλεμος. Κοντά στην πόλη Medea της βόρειας Αλγερίας βρίσκεται το μοναστήρι Tibhirine που φιλοξενεί εννέα Σιστερσιανούς μοναχούς από τη Γαλλία. Οι εντάσεις στην γύρω περιοχή κλιμακώνονται αργά αλλά σταθερά με στρατιωτικές επιχειρήσεις και δολοφονίες πολιτών από εξτρεμιστικές οργανώσεις, και κορυφώνονται με την απαγωγή 7 μοναχών του μοναστηρίου. Για δύο μήνες η τύχη τους αγνοείται, μέχρι που η αλγερινή αστυνομία ανακοινώνει στις 21 Μαΐου του 1996 ότι ανακάλυψε τα κεφάλια των αγνοούμενων μοναχών κοντά στην πόλη Medea. Tα παραπάνω αποτελούν τα μόνα αδιαμφισβήτητα γεγονότα σε μια πραγματική ιστορία η οποία μέχρι και σήμερα δεν έχει ξεκαθαριστεί πλήρως. Αποτελούν επίσης την πρώτη ύλη για την συγκλονιστική ταινία του Xavier Beauvois -μολονότι το έργο δεν αναφέρεται ποτέ ρητώς σε αυτά.

Ένα χριστιανικό μοναστήρι που βρίσκεται κοντά σε κάποιο μουσουλμανικό χωριό σε μια αραβική χώρα χωρίς όνομα. Εννέα μοναχοί που ζουν σε απόλυτη αρμονία με την κοινότητα που τους περιτριγυρίζει. Η καθημερινότητά τους ξεδιπλώνεται αργά και κατανυκτικά μπροστά στα μάτια μας. Οι ατελείωτες ώρες προσευχής, οι ψαλμωδίες, τα επαναλαμβανόμενα τελετουργικά. Μια καθημερινότητα διαποτισμένη από βαθιά πνευματικότητα -που όμως δεν τους αποκλείει από τον έξω κόσμο: ο γιατρός του μοναστηριού είναι συγχρόνως κι ο περιζήτητος γιατρός της κοινότητας, οι μοναχοί παρίστανται στις μουσουλμανικές γιορτές και τελετές των συγχωριανών τους, πουλούν τα βιολογικά προϊόντα τους στην τοπική αγορά, συζητούν με τους χωριανούς, αποτελούν ένα ζωτικό παράγοντα της τοπικής κοινωνίας -χωρίς ποτέ να τίθεται θέμα προσηλυτισμού, θρησκευτικής ανωτερότητας, ή ακόμα και ανεξιθρησκίας. Οι μοναχοί δεν γίνονται απλώς ανεκτοί από τον τοπικό πληθυσμό, αλλά αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του. Το μοναστήρι είναι ένας ουδέτερος χώρος, ένα συμβολικός τόπος ηρεμίας, περισυλλογής, εκεχειρίας, σε μια περιοχή τραυματισμένη από εντάσεις, μίσος, πόλεμο. Όχι τυχαία, σε μια από τις συζητήσεις των μοναχών με τους ολοένα και πιο ανήσυχους χωριανούς της περιοχής, μια χωριανή τους ζητά να μην εγκαταλείψουν το μοναστήρι μπροστά στον κίνδυνο: "Εμείς είμαστε τα πουλιά, και εσείς είστε το κλαδί πάνω στο οποίο στηριζόμαστε. Αν φύγετε εσείς, τι θα απογίνουμε εμείς;". Η έκκληση της γυναίκας δεν γίνεται τυχαία: Καθώς ο κίνδυνος πλησιάζει όλο και πιο επικίνδυνα, τίθεται για τους μοναχούς όλο πιο πιεστικά το δίλημμα "Μένουμε ή φεύγουμε;". Η τοπική κυβέρνηση τους προτείνει (και στη συνέχεια τους πιέζει) να φύγουν, ο στρατιωτική ηγεσία τους παρακαλά να λάβουν μέτρα για την προστασία τους, όλοι τους επαναλαμβάνουν ανήσυχα το προφανές: αποτελούν στόχο.

Ο πόλεμος πλησιάζει και η ανάγκη για λήψη απόφασης γίνεται όλο και πιο επείγουσα, ενώ η απόφαση καθεαυτή αποκτά ζωτική σημασία. "Μένουμε ή φεύγουμε;". Ποιο είναι το συμφέρον τους; Η φωνή της λογικής τους λέει ότι δεν πρέπει να μείνουν άλλο. Το ένστικτο της επιβίωσης τους ουρλιάζει να φύγουν μακριά, να σωθούν. Τι έχουν άλλωστε να κερδίσουν; Είναι ξένοι, δεν ανήκουν σ' αυτό τον τόπο. "Μένουμε ή φεύγουμε;" Και πώς θα καταλήξουν σε ομοφωνία, άνθρωποι τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους; Αλλοι είναι γέροι, ασθενικοί. Αλλοι νεότεροι, με ζωή μπροστά τους. Αλλοι έχουν οικογένειες πίσω στη Γαλλία, άλλοι είναι μόνοι. Το δίλημμα έχει για τον καθένα διαφορετικό ειδικό βάρος, και το βλέπουμε στα βλέμματά τους, στη συμπεριφορά τους, στη δυσκολία τους να παραδεχτούν ότι θέλουν να φύγουν ή αντίστροφα στην πίστη τους ότι είναι υποχρεωμένοι να μείνουν. Μα ο χρόνος τους πιέζει -ως πότε θα προσποιούνται ότι μοναστήρι είναι άτρωτο όταν γύρω τους μαίνεται πόλεμος; Οι συζητήσεις γύρω από το μεγάλο τραπέζι, η εκατέρωθεν επιχειρηματολογία, οι φωνές υπέρ και κατά της φυγής, όλη η διαδικασία προ της λήψης της απόφασης, θυμίζουν σχεδόν τους '12 Ενόρκους' του Lumet.
ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΡΑΝΤΟΥ www.cinemanews.gr

Seven Films είπε...

Β ΜΕΡΟΣ

Πρέπει να φύγουν ή να μείνουν; Καλούνται πλέον να αποφασίσουν, ενώπιον θεών και ανθρώπων. Φεύγουμε και γλιτώνουμε το θάνατο, ή μένουμε για να πεθάνουμε στο όνομα ενός θεού που δεν μας αφορά; Φεύγουμε και αφήνουμε τους φονταμεταλιστές να καταλάβουν το μοναστήρι, ή μένουμε και αποδεικνύουμε ότι υπάρχει μια ανώτερη δύναμη που δεν γνωρίζει θρησκευτικό φανατισμό; Φεύγουμε και αφήνουμε τον ξένο λαό στην τύχη του ή μένουμε για να προστατεύσουμε το ποίμνιό μας; Σ' αυτά τα διλήμματα κρύβεται το μεγαλείο της ιστορίας των σιστερσιανών μοναχών και, συνεπακόλουθα, της ταινίας του Beauvois που το καταγράφει με τόσο κρυστάλλινη καθαρότητα: όταν, μετά από εξουθενωτικές εσωτερικές διεργασίες αποφασίζουν εντέλει να μείνουν, εκπληρώνουν το συμβολικό ρόλο τον οποίο κλήθηκαν να επιτελέσουν όταν πρωτομπήκαν στη μοναστική ζωή. Ο κάθε ναός είναι ένα σύμβολο, είναι ένας τόπος ειρήνης -όχι μόνο εν καιρώ ειρήνης αλλά κυρίως σε περίοδο πολέμου. Οι πνευματικοί άνθρωποι είναι σύμβολα -όχι μόνο για τους πιστούς τους, αλλά για όλους. Η όποια πίστη (θρησκευτική ή μη) είναι αξία και αρχή -και η σημασία της αποδεικνύεται όχι μόνο στη θεωρία, αλλά σε στιγμές κρίσης. Ο φόβος, το ένστικτο της επιβίωσης, η δειλία είναι συναισθήματα ανθρώπινα. Η συναίσθηση όμως του καθήκοντος και η αυτοθυσία είναι κατακτήσεις πνευματικές.

Όλες αυτές οι σκέψεις, ένα συνονθύλευμα ανθρώπινων φόβων και πνευματικών αναζητήσεων, όλα και ακόμα περισσότερα από αυτά, είναι καταγεγραμμένα από την κάμερα του Beauvois, αποτυπωμένα στις κινήσεις των μοναχών, στις προσευχές τους, στο χαραγμένο από φόβο πρόσωπό τους που σπάει από ένα αχνό χαμόγελο εσωτερική γαλήνης, για να συσπαστεί ξανά μπροστά στο φόβο του θανάτου. Είναι όλα εκεί, όλες οι ανθρώπινες αντιφάσεις ξεδιπλώνονται χωρίς λόγια μπροστά στα μάτια μας, στα κοντινά πλάνα του Beauvois με τη μουσική υπόκρουση του Tchaikovsky να πλημμυρίζει το χώρο στο τελευταίο δείπνο πριν από το προδιαγεγραμμένο τέλος.

Όχι, ο κινηματογράφος δεν μπορεί να γίνει θρησκευτική εμπειρία, γιατί δεν προϋποθέτει καμία πίστη. Μπορεί όμως, σε περιπτώσεις όπως αυτή, να μας μεταδώσει με τρόπο μοναδικό τη δύναμή της.
ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΡΑΝΤΟΥ www.cinemanews.gr

Seven Films είπε...

Στη διάρκεια του εμφυλίου που ξέσπασε το Δεκέμβριο του 1991 στην Αλγερία, τουλάχιστο 70 χιλιάδες άμαχοι χάσανε τη ζωή τους σε σφαγές, και το ότι ο Γάλλος Xavier Beauvois επέλεξε να ασχοληθεί με την ιστορία λίγων συμπατριωτών του και μοναχών, χαρακτηρίζει αναπόφευκτα το Des Hommes et des Dieux (2010). Ο εμφύλιος σε μια χώρα Μουσουλμάνων ξέσπασε ανάμεσα σε φονταμενταλιστές και μη, η Αλγερία είχε πολεμήσει για να ανεξαρτατοποιηθεί από τη Γαλλία μόλις 40 χρόνια πριν το υπό εξέταση περιστατικό, η παρουσία και η αποστολή Χριστιανών κληρικών στη περιοχή έμμεσα ή άμεσα σκοπό είχε τον προσηλυτισμό των ντόπιων, όλα παραμένουν κρυμμένοι ελέφαντες στα λιτά σκηνικά που καταγράφει ο σκηνοθέτης καθοδηγώντας τη κάμερά του. Ίσως και διαισθανόμενος ακριβώς αυτό, ο Beauvois παρουσιάζει από την άλλη πλευρά άκριτα και τη.. χιλιοτραγουδισμένη ανάγνωση του Κορανιού ως βιβλίο μόνο αγάπης, μέσα από τα χείλη ιμάμηδων που συνομιλούν με τους μοναχούς, σε μια συζήτηση που ξεχειλίζει από εκατέρωθεν υποκρισία σχεδόν.. ντοκιμενταρίστικα. Και κάπως έτσι ο δημιουργός καταφέρνει να αποφύγει τις περισσότερες κατηγορίες, η γαλήνια ασκητική ματιά του ταυτίζεται ουσιαστικά με αυτή των ηρώων του, αυτοί αγνοούν την όποια πολιτική τους αποστολή, περιορίζονται σε τυπικότητες στη σχέση τους με τη ντόπια επικρατούσα θρησκεία, ενδιαφέρονται για τους ανθρώπους της περιοχής και την ευτυχία της ψυχής τους.

Το φιλμ καταγράφει την έντονη σύγκρουση του ιδανικού και του πραγματικού κόσμου της παρέας του μοναστηριού, παρακολουθεί τις καθημερινές τους συνήθειες, τις μυστικιστικές θρησκευτικές τελετές τους, τον σχεδόν εξίσου τελετουργικό τρόπο με τον οποίο φτιάχνουν μέλι ή θεραπεύουν σωματικά τους ντόπιους, σχηματίζει μέσα από τις συζητήσεις μεταξύ τους μια εικόνα της ανθρώπινης ιστορίας του καθενός, των αγαπημένων τους ατόμων ή της μοναξιάς τους, χρησιμοποιεί συχνά εκφώνηση για λόγια που φαίνονται να ανήκουν στα ιστορικά πρόσωπα παρόλο που δεν εμμένει στην ιστορική χρονολογία. Ακόμα και κάποιες εικόνες που φαίνονται να εκβιάζουν τη δικιά σου οπτική, ας πούμε οι Μουτζαχεντίν να κόβουν το λαιμό Κροατών πριν εμφανιστούν στην αυλή του Tibhirine, βοηθάνε να καταλάβεις τι έχουν στο μυαλό τους τα συμπαθητικά παπούδια πριν πάρουν την τελική τους απόφαση αγνοώντας συνειδητά τις συνέπειές της. Σε αυτή την ευλαβική εξέταση ευλάβειας, σε αυτή τη διύλιση μέχρι εξαγνισμού της διύλισης σε σημείο αγνότητας από τους μοναχούς των λόγων της στάσης τους, ο Beauvois τα καταφέρνει άριστα αν και αναπόφευκτα αλαφρά βαρετά λοιπόν, οι πρωταγωνιστές του, που πέρασαν και τη σχετική.. βαριά εκπαίδευση, είναι όλοι συγκλονιστικοί.
ΒΑΓΓΕΛHΣ ΚΑΠΑΤΖΙΑΝΗΣ www.mftm.blogspot.com

Seven Films είπε...

Στα παλιά τα χρόνια υπήρχε ένα τρένο για τη Θεσσαλονίκη, ο μουντζούρης, που ήταν πολύ ωραίο πράγμα γιατί μπαίναμε μέσα στον μουντζούρη και κάναμε κανά 10ωρο να φτάσουμε (αν χάλαγε κάναμε και 15ωρο) και γνωριζόματαν και με τους φαντάρους, τρώγαμε σάμαλι και καπνίζαμε από τα ανοιχτά παράθυρα. Όταν φτάναμε είχαμε γίνει μουντζούρης όνομα και πράγμα αλλά άξιζε τον κόπο. Βασικά νομίζω ότι ακόμα υπάρχει ο μουντζούρης, αλλά γιατί να πας να τον πάρεις, με 30 ευρώ παραπάνω παίρνεις το Ιντερσίτι και με άλλα 100 αεροπλάνο και φτάνεις στη δουλειά σου ατσαλάκωτος.

Θα μου πεις πάει η ρομαντζάδα και ο φαντάρος ο λιγούρης, θα σου απαντήσω, ανακάλυψε την άμα θες αλλού. Πχ στο Θεό και τράβα κλείσου σε ένα μοναστήρι στην Αλγερία και έχουν μεγάλο πρόβλημα ζωής και θανάτου που λέμε με τους μουσουλμάνους φονταμενταλιστές. Οι καλόγεροι είναι πολλοί καλοί άνθρωποι, και φροντίζουν για όλους τους χωριανούς ότι θρησκεία και να είναι, πάνε στις περιτομές τους, και μετά ξανακλέινονται στο μοναστήρι όπου για δύο ώρες περίπου τους βλέπουμε σε όλες τις λεπτομέρειες του μοναστικού τους βίου, του όρθρου, του φαγητού, της ιατρικής περίθαλψης και πάλι από την αρχή ενώ από έξω από τα παράθυρα πετάνε απειλητικά ελικόπτερα, τρομοκράτες τους χτυπάνε την πόρτα και τους απειλούν αν δεν τους δώσουνε φάρμακα και στρατιωτικοί τους εκβιάζουν. Αυτοί όμως εκεί, πιστοί στον όρκο τους, ακόμα κι αν πρόκειται να χάσουν τη ζωή τους, οργώνουν τα χωράφια τους κι η κάμερα ζουμάρει με μοναστική λιτότητα, και μαρτυρική αγιογραφία στις εκφράσεις των προσώπων τους, και τα διλλήματά τους, να μείνω ή να φύγω.



Και ναι, σαν τον μουντζούρη που σας είπα στην αρχή, το φινάλε είναι συγκινητικό και η σκηνή πριν το φινάλε με τον Μυστικό Δείπνο υπό τον ήχο της Λίμνης των Κύκνων ακόμα περισσότερο, όμως δεν μπορώ να καταλάβω γιατί πρέπει προκειμένου να φτάσω εκεί να υποφέρω μια βασανιστικά αργή βαρετή διαδρομή στην οποία οι Γάλλοι σαν Γάλλοι που είναι λένε πολλά ωραία και διδακτικά και φιλοσοφικά αλλά άμα θέλω τα διαβάζω και σε βιβλίο, κι επίσης έχω και μια ένσταση στο τι ακριβώς λέει όλο αυτό το πράγμα σε κάποιον που δεν είναι χριστιανός και δεν τα πάει καλά με την πίστη και τα μοναστήρια και τι στο καλό κάνουν χριστιανοί άνθρωποι στο Αλγέρι, εδώ εμείς δίνουμε μάχη να αποκτήσουν ένα τζαμί στην Αθήνα οι μουσουλμάνοι, κι επίσης ναι, πολύ ωραίος ώριμος τεκνός ο Λαμπέρ Ουίλσον αλλά υπάρχουν και άλλες ταινίες να τον δω να τον χορτάσω αν θέλω. Μέγα βραβείο στο φετινό φεστιβάλ Κανών και επίσημη πρόταση της Γαλλίας για καλύτερη ξενόγλωσση ταινία στα επερχόμενα Όσκαρ, κι αν δεν το ξέρετε, τον διαλύουν τον ΟΣΕ, κι άμα διαλυθεί πάει και ο μουντζούρης.
ΤΑΣΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ