Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

Πως τελείωσε αυτό το καλοκαίρι

Μια ταινία του
Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι



ΠΩΣ
ΤΕΛΕΙΩΣΕ
ΑΥΤΟ
ΤΟ
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ
(πρωτότυπος τίτλος : Kak ya provyol etim letom )




ΣΕΝΑΡΙΟ & ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ : ΑΛΕΞΕΪ ΠΟΠΟΓΚΡΕΜΠΣΚΙ
Φωτογραφία:Pavel Kostomarov

Μουσική:Dmitriy Katkhanov
Πρωταγωνιστούν: Γκριγκόρι Ντομπρύγκιν & Σεργκέι Πουσκέπαλις
(βραβεία ανδρικής ερμηνείας στο Φεστιβαλ Βερολίνου 2010)
Χωρα Παραγωγής: Ρωσία

Ετος Παραγωής: 2010
Γλώσσα: Ρωσικά
Παραγωγή : KOKTEBEL Film Company
Διάρκεια: 124’

Εγχρωμο
Κατάλληλο

ΣΥΝΟΨΗ

Σε ένα εγκαταλελειμμένο ρωσικό νησί της Αρκτικής, δύο άντρες δουλεύουν επιμελώς σε ένα μικρό μετεωρολογικό σταθμό. Δουλειά τους είναι να παίρνουν μετρήσεις, από τα ραδιενεργά εδάφη, και να στέλνουν μέσω ασύρματου τα δεδομένα στο κεντρικό σταθμό- η μόνη τους επαφή με τον έξω κόσμο. Για τον επαγγελματία Σεργκέι, αυτή δουλειά έχει γίνει ρουτίνα στα πενήντα του χρόνια. Τα χρόνια της απομόνωσης του στο σταθμό, τον έχουν κάνει να βλέπει τη δουλειά του πολύ σοβαρά.
Ο νέος του συνεργάτης, ο Παβέλ, είναι ένας απόφοιτος πανεπιστημίου, που του έχει ανατεθεί να περάσει το καλοκαίρι του στο σταθμό.
Οι δύο άντρες δεν έχουν πολλά κοινά μεταξύ τους- ο Παβέλ περνάει το χρόνο του παρέα με το mp3 του και τα video games, προσπαθώντας να αγνοήσει την επιβλητική παρουσία του Σεργκέι.
Η ισορροπία διαταράσσεται μια μέρα, όταν ο Σεργκέι θα αφήσει το πόστο του για να πάει για ψάρεμα πέστροφας. Έχει αφήσει τον Παβέλ υπεύθυνο για τις μετρήσεις, και την αποστολή τους. Ο άπειρος Παβέλ, δεν παίρνει τις μετρήσει τις χρονικές στιγμές που πρέπει κι αντικαθιστά τα δεδομένα με ψεύτικα για να καλύψει το σφάλμα του. Ακόμη χειρότερα, καταφθάνουν άσχημα νέα για τον Σεργκέι. Φοβισμένος ο Παβέλ, δε μοιράζεται τα νέα με το Σεργκέι. Όταν η τρομακτική αλήθεια θα μαθευτεί, οι αναπόφευκτες συνέπειες ξεσπούν σε ένα τοπίο πυκνής ομίχλης, κοφτερών βράχων και της ανελέητης Αρκτικής.


Γυρισμένο εξ ολοκλήρου στην Τσουκότκα, το ανατολικότερο σημείο της Ρωσίας, το «Πως Τελείωσε Αυτό Το Καλοκαίρι», έχει ως πρωταγωνιστή τον γνωστό σκηνοθέτη και ηθοποιό του Απλά Πράγματα (‘Simple Things’) Σεργκέι Πουσκέπαλις και το νεαρό Γκριγκόρι Ντομπρύγκιν , στο ρόλο δύο αντρών που είναι εξαναγκασμένοι να χτίσουν μια σχέση εμπιστοσύνης και τελικά συγχώρεσης στην απομακρυσμένη Αρκτική.
Από το βραβευμένο για τα ‘Koktebel’ και Απλά Πράγματα ‘Simple Things’, σκηνοθέτη Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι, ένα εξαιρετικό υπαρξιακό δράμα, γυρισμένο εξ ολοκλήρου στην πιο απομονωμένη πλευρά της Ρωσίας.



ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ

Νομίζω ότι ήμουν περίπου 14, όταν διάβασα κατά τύχη το ημερολόγιο του Πίνεγκιν, ένα συνοδό του Σέντοφ στην αποτυχημένη του προσπάθεια να φτάσει το Βόρειο Πόλο το 1912. Ήταν πολύ βιαστικά προγραμματισμένη, κι όταν το σκάφος τους γέμισε με πάγους, όντας μερικά χιλιάδες μίλια, τόσο από τον προορισμό, όσο κι από την αφετηρία, ο αρχηγός δήλωσε με ηρεμία: « Όπως φαίνεται θα περάσουμε το χειμώνα μας εδώ». Στην πραγματικότητα περάσανε δύο χειμώνες εκεί το συνεργείο, και μια αιωνιότητα ο Σέντοφ. Αυτό συνέβη πολύ πριν τους ασύρματους, τις εναέριες διασώσεις και τα gps. Εκείνη την περίοδο, ένοιωθα το χειμώνα σαν τη μισή μου ζωή. Συχνά αισθάνομαι έτσι ακόμα.
Από τότε έβρισκα ιδιαίτερα συναρπαστικό, το να μπορεί κάποιος να έρθει σε συμφωνία με την έννοια του χώρου και του χρόνου, που είναι πολύ δοαφορετικές όπως τις βιώνουμε σήμερα με τις ώρες, τα λεπτά, το μετρό κι όλα τα μέσα. Αυτή η ταινία, ουσιαστικά, είναι η ιστορία δύο διαφορετικών βαθμίδων (και ασύμβατων) χώρου και χρόνου. Όλοι εμείς, οι κάτοικοι των πόλεων, βλέπουμε την ιστορία από την οπτική του νεαρού Παβέλ, με τον οποίο ταυτιζόμαστε ευκολότερα. Ωστόσο, η προσπάθεια μου σ’ αυτή την ταινία ήταν να γίνουμε υποκείμενα της άγριας φύσης του Βορρά, να αφήσουμε πίσω τις άκαμπτες έννοιες που έχουμε στο μυαλό μας, και να είμαστε ανοιχτοί και προσεχτικοί σε ότι έχει να μας προσφέρει. Ακόμη δεν μπορώ να πιστέψω το συναίσθημα μερικές φορές.

ΑΛΕΞΕΪ ΠΟΠΟΓΚΡΕΜΠΣΚΙ
Σκηνοθέτης
Ο Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι γεννήθηκε στις 7 Αυγούστου το 1972, στη Μόσχα, κι ο πατέρας του είναι ο σεναριογράφος Πυότρ Ποπογκρέμπσκι.
Αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο με πτυχίο ψυχολογίας. Το 1994, μαζί με το φίλο του Μπόρις Κλέμπνικοφ, μετά από σειρά ταινιών μικρού μήκους, τελείωσαν την πρώτη τους ταινία: Koktebel (2003), σε παραγωγή του Ρόμαν Μπορίσεβιτς. Η ταινία προβλήθηκε σε πολλά φεστιβάλ, συμπεριλαμβανομένου του Βερολίνου, και παρέλαβε και πολλά βραβεία. Οι δυο τους αργότερα πήραν διαφορετικούς δρόμους, συνεργαζόμενοι με τον Μπορίσεβιτς, και την Koktebel Film Company.

Φιλμογραφία
2003 KOKTEBEL (KOKTEBEL)
(με το Μπόρις Κλέμπνικοφ)
Αργυρός St. George, Φεστιβάλ Κινηματογράφου Μόσχας 2003
Βραβείο Philipp Morris– Φεστιβάλ Κινηματογράφου Κάρλοβυ Βάρυ 2003
Βραβείο Golden Lily – Φεστιβάλ Κινηματογράφου goEast, 2004
Βραβείο FIPRESCI Ανακάλυψη της χρονιάς – Φεστιβάλ Καννών 2004

2007 ΑΠΛΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ (PROSTYE VESHCHI (SIMPLE THINGS))
Βραβεία Καλύτερης Ταινίας, Καλύτερης Σκηνοθεσίας, Καλύτερου Ηθοποιού – Φεστιβάλ Κινηματογράφου Open Russian FF Kinotavr, 2007
Βραβεία Καλύτερου Ηθοποιού, FIPRESCI και Οικουμενικής Επιτροπής- Φεστιβάλ Κινηματογράφου Κάρλοβυ Βάρυ 2007
Βραβεία Καλύτερης Ταινίας, Καλύτερου ηθοποιού- Φεστιβάλ Κινηματογράφου Angers Premiers Plans 2008
Βραβείο Καλύτερου Σεναρίου – Βραβεία Ρωσικής Ακαδημίας Κινηματογράφου Golden Eagle 2008
Βραβείο Καλύτερου Σεναρίου– Βραβεία Ρωσικής Ακαδημίας Κινηματογράφου Nika Russian 2008

2010 ΠΩΣ ΤΕΛΕΙΩΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ (KAK YA PROVEL ETIM LETOM (HOW I ENDED THIS SUMMER))

Αργυρή Άρκτος Καλύτερου Ηθοποιού- Φεστιβάλ Βερολίνου 2010
Αργυρή Άρκτος Καλλιτεχνικής Συνεισφοράς (FIPRESCI)- Φεστιβάλ Βερολίνου 2010
Βραβείο Καλύτερης Ταινίας- Βραβεία Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, Φεστιβάλ Λονδίνου 2010

«Αυτό το μέρος υπάρχει, και οι πολικές αρκούδες είναι καθημερινότητα εκεί!»

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ

ACTION! Περιοδική ειδική έκδοση του Φεστιβάλ Βερολίνου
Συνέντευξη στη Μαρία Γαβρίλοβα

Ο σκηνοθέτης Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι, πέρασε τρεις μήνες στην Τσουκότκα, σχεδόν στην άκρη του κόσμου, γυρίζοντας το Πώς Τελείωσε Αυτό το Καλοκαίρι με budget 2,5 εκατομμυρίων δολαρίων.
Η προηγούμενη δουλειά του Απλά Πράγματα βραβεύτηκε σε πολλά φεστιβάλ, ενώ το ντεμπούτο του Koktebel μεταξύ άλλων, ονομάστηκε Ανακάλυψη της Χρονιάς στο Φεστιβάλ των Καννών.

Γιατί επιλέξατε την Τσουκότκα, για την καινούρια σας ταινία; Το είχατε στο μυαλό ως ένα συγκεκριμένο σημείο στο χάρτη ή απλά ένα μέρος, όπου θα μπορούσε να εξελιχθεί η ιστορία σας;

Από παιδί ακόμα, έβρισκα πολύ συναρπαστικά τα ημερολόγια των πολικών εξερευνητών. Η ικανότητα τους να αποδέχονται το τερατώδες κενό χώρου και χρόνου με καταπλήσσει. Υποθέτω ότι η ιστορία των δύο αντρών αναπτύχθηκε μέσα μου, στη διάρκεια των χρόνων. Έχοντας ολοκληρώσει δύο ταινίες, ένοιωθα έτοιμος για την πρόκληση αυτή. Ήταν ξεκάθαρο ότι θα έπρεπε να ενωθούμε πλήρως με το πραγματικό περιβάλλον. Κάναμε μια έρευνα και βρήκαμε το σταθμό Βαλκαρκάι στην Τσουκότκα. Αν κοιτάξεις το χάρτη, πρόκειται κυριολεκτικά για την άκρη του κόσμου. Πήγαμε το 2007, για να εξερευνήσουμε τον τόπο, και τον ερωτευτήκαμε. Μια μεγάλη έκπληξη με περίμενε μάλιστα όταν επέστρεψα: έδειχνα με περηφάνια στο χάρτη το μέρος στον Σεργκέι Πουσκεπάλις, για τον οποίο έγραψα τον ένα ρόλο της ταινίας. Με κοίταξε, και μου είπε «Έμενα εκεί κοντά για εννιά χρόνια». Όταν ήταν παιδί, οι γονείς του δουλεύανε σε ένα πυρηνικό εργοστάσιο στην Τσουκότκα. Εξαιτίας αυτού, ο Σεργκέι, ταίριαξε τέλεια με τους ντόπιους εργάτες από την αρχή. Το σχέδιο μας ήταν οι ηθοποιοί να φορέσουν τα ρούχα των πρωταγωνιστών, να ζήσουν τη ζωή τους και να ακολουθήσουν τη ρουτίνα τους εκατό τις εκατό, το ποίο και βοήθησε πάρα πολύ.

Κάνατε γυρίσματα σε πραγματικό σταθμό, ή κατασκευάσατε σκηνικά;

Το μέρος που κάναμε τα γυρίσματα και ζούσαμε για τρεις μήνες, εξακολουθεί να είναι ένας ενεργός μετεωρολογικός σταθμός. Για να φτάσεις εκεί από την κοντινότερη πόλη, πρέπει να οδηγείς τρακτέρ για περίπου πέντε ώρες μέσα στην τούνδρα- δεν υπάρχει δρόμος. Χτίστηκε το 1932, και ζουν πέντε άνθρωποι εκεί μόνιμα, ενώ κάποτε ήταν δώδεκα, και το προσωπικό του κοντινού στρατιωτικού σταθμού (φαίνεται σε κάποιες λήψεις στην ταινία). Υπάρχει άλλο ένα μυστήριο μέρος στην ταινία: ο Σταθμός Ομίχλη, που έχει εγκαταλειφθεί από το 1981. Είναι τόσο απομακρυσμένος και δυσπρόσιτος, που είμαστε οι μοναδικοί επισκέπτες τα τελευταία τριάντα χρόνια. Έπρεπε να ταξιδέψουμε δέκα μίλια σε μία φουσκωτή βάρκα, και μετά να ανασύρουμε όλο τον εξοπλισμό από τα απόκρημνα βράχια. Η τοποθεσία και η φυσική ομορφιά είχαν πάρα πολλά να μας προσφέρουν- έπρεπε απλά να είμαστε πολύ προσεκτικοί και να εναρμονίσουμε τα πάντα με το περιβάλλον. Φροντίσαμε τα σκηνικά που θα φτιάχναμε ή θα τροποποιούσαμε δεν θα ξεχώριζαν σε αυτή την ξεχωριστή σύνθεση. Κάποια από τα πράγματα που χρειαζόμασταν έπρεπε απλά να κατασκευαστούν. Για παράδειγμα, υπήρχαν τέσσερις γεννήτριες ισότοπων RITEG (η ραδιενεργή συσκευή που εμφανίζεται στην ταινία), στην τοποθεσία, αλλά φυσικά έπρεπε να φτιάξουμε αντίγραφα για λόγους ασφαλείας.

Πόσοι άνθρωποι αποτελούσαν το συνεργείο; Υπήρχαν κανόνες που έπρεπε να ακολουθούν στα γυρίσματα, λόγω του σκληρού περιβάλλοντος;

Ο πυρήνας του συνεργείου ήταν οι άνθρωποι με τους οποίους δούλεψα και στις προηγούμενες ταινίες. Όταν αναζητούσαμε την υπόλοιπη ομάδα, ακολουθήσαμε δύο βασικές αρχές. Θα έπρεπε να είναι ανεξάρτητη και κινητική, έτσι ώστε κάθε μέλος πέρα από τις κινηματογραφικές δεξιότητες, θα είχε να αναλάβει κι άλλες εργασίες, όπως συγκόλληση, οδήγηση σκάφους ή κυνήγι. Το πετύχαμε αυτό, κι αν έπρεπε σήμερα να κατακτήσω το Βόρειο Πόλο, θα μάζευα τους ίδιους ανθρώπους. Αυτό το μέρος υπάρχει, και οι πολικές αρκούδες είναι καθημερινότητα εκεί. Από την αρχή είχαμε ως κανόνα, ότι κανένας δεν πρέπει να απομακρύνεται από τα όρια του σταθμού μόνος του. Τους πρώτους δύο μήνες δεν είδαμε αρκούδες, οπότε είχαν χαλαρώσει λίγο οι κανόνες. Το Σεπτέμβριο, οι αρκούδες έγιναν καθημερινοί επισκέπτες- εγώ για παράδειγμα ήρθα πολύ κοντά σε μία και το θυμάμαι ως την πιο τρομακτική εμπειρία της ζωής μου. Ευτυχώς δεν υπήρξαν ατυχήματα, αν και δεν είναι τόσο οι αρκούδες όσο η ύπαρξη τοξικών στοιχείων που είναι πραγματική απειλή στην Αρκτική.

Γιατί επιλέξατε το Σεργκέι Πουσκεπάλις και τον Γκριγκόρι Ντομπρύγκιν για τους πρωταγωνιστικούς ρόλους;

Όπως προανέφερα, είναι η δεύτερη φορά που δουλεύω με τον Πουσκεπάλις. Τον γνώρισα από το γιο του, που είχε τον πρωταγωνιστικό στο Koktebel. Ο Σεργκέι, είναι θεατρικός σκηνοθέτης, και καλλιτεχνικός διευθυντής στο αρχαιότερο θέατρο της Ρωσίας, στη Γιαροσλάβ. Το Απλά Πράγματα, ήταν το ντεμπούτο του ως ηθοποιού, κι έλαβε πολλά βραβεία για το ρόλο του ως αναισθησιολόγου από το St. Petersburg. Ο Σεργκέι έχει το ιδιαίτερο χάρισμα να προβάλει μια ιδιαίτερη αυθεντικότητα, η οποία μάλιστα ανεβαίνει κι επίπεδο στη νέα ταινία. Έψαχνα για αρκετό διάστημα για το δεύτερο ηθοποιό (και υπάρχουν μόνο δύο στην ταινία), και το κάστινγκ τελείωσε μόλις ένα μήνα πριν την αναχώρηση μας για την Τσουκότκα. Είδα τον Γκριγκόρι Ντομπρύγκιν, ένα δευτεροετή φοιητή στο GITIS, τη σημαντικότερη θεατρική σχολή στη Ρωσία, σε ένα βίντεο ενός θεατρικού. Δεν είχε καμία εμπειρία σε ταινίες και δεν μπορώ να πω ότι δεν υπήρχαν προβλήματα στο κάστινγκ. Ωστόσο, διαισθάνθηκα την προθυμία του, την εσωτερική του δύναμη και μια ιδιαίτερη σύνδεση με τον πρωταγωνιστή. Το γεγονός ότι γεννήθηκε στη Καμτσάτκα, ένα μέρος ακόμη δυτικότερο από εκεί που θα γυρίζαμε, ήταν μια απρόσμενη έκπληξη. Όσο σκληρά κι αν ήταν, ο Γκριγκόρι δούλεψε γενναία, μερικές φορές κάνοντας είκοσι πέντε συνεχόμενες λήψεις ή επιβιώνοντας ένα ολοήμερο γύρισμα. Ότι βλέπετε στην ταινία, το έκανε ο ίδιος, όπως το να βυθίζεται στον αρκτικό ωκεανό ή να σκαρφαλώνει βράχια. Ο Γκριγκόρι έχει πολλές προοπτικές, και είμαι χαρούμενος που η καριέρα του εξελίσσεται. Παρεμπιπτόντως, δε ζήλεψα καθόλου, όταν έγινε αργότερα ήρωας blockbuster (πρωταγωνιστεί στο Black Lightning – ένα blockbuster με υπερήρωες σε παραγωγή Τίμουρ Μπεκαμπέτοφ). Είναι αρκετά προσαρμοστικός ώστε να μην παγιδευτεί ποτέ σε μία μόνο κατηγορία ταινιών.

Ο Πάβελ Κοστομάροφ, ο Διευθυντής φωτογραφίας, είναι ιδιαίτερα γνωστός για τα ντοκιμαντέρ του. Ποια στοιχεία ντοκιμαντέρ χρησιμοποιήσατε στην ταινία;

Εκτός από εξαιρετικός φωτογράφος, ο Παβέλ, είναι και πολύ καλός σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ. Όταν γυρίζαμε το Απλά Πράγματα, χρησιμοποιούσαμε μια φορητή κάμερα, και κάναμε πολλές λήψεις στους δρόμους ή ακόμη και σε πραγματικά νοσοκομεία. Δεν ήταν θέμα στυλιζαρίσματος, αλλά ένα ουσιαστικό στοιχείο της αφήγησης. Η νέα ιστορία υπαγόρευσε μια τελείως διαφορετική προσέγγιση, με πολλά ευρέα και μακρινά πλάνα, για να μεταφέρει τη σχέση του ανθρώπου με το αχανές φυσικό χώρο. Μια αξιόλογη πλευρά του παρελθόντος στο ντοκιμαντέρ του Παβέλ, όπως και του Βλαντιμίρ Γκολοβνίτσκι, του ηχολήπτη, είναι η πολύ έντονη αίσθηση τους της αυθεντικότητας.

Συνδέεται η ιστορία με κάποιο τρόπο με το παρόν; Ή είναι ανεξάρτητο χρόνου, όσον αφορά εσάς;

Γράφω μόνος μου τα σενάρια, το οποίο για μένα είναι η πιο επίπονη διαδικασία. Μου παίρνει κυριολεκτικά χρόνια να αναπτύξω μια ιστορία. Στην πορεία, οι πρωταγωνιστές γίνονται κομμάτι μου. Ή μάλλον κομμάτια του εαυτού μου, παίρνουν μορφή κι εξελίσσονται σε πρωταγωνιστές, οι οποίοι μετά αποκτούν ζωή ως ξεχωριστοί άνθρωποι. Ωστόσο, όταν η ταινία συναντά το κοινό, αν η ιστορία εξελιχθεί παραπέρα από το συγκεκριμένο χρόνο και χώρο που ορίζεται, κι αν αγγίξει μια παγκόσμια ή προσωπική χορδή του θεατή, για μένα αυτό σημαίνει ότι η αποστολή μου έχει επιτύχει.

ΓΚΡΙΓΚΟΡΥ ΝΤΟΜΠΡΥΓΚΙΝ Παβέλ Ντανίλοφ

Ο Γκριγκόρι Ντομπρύγκιν, γεννήθηκε το 1986 στην Καμτσάτκα (Ανατολική Ρωσία) , από μητέρα μπαλαρίνα και πατέρα αξιωματικού υποβρυχίου. Όταν ήταν δέκα ετών, μετακομίσανε στη Μόσχα. Από το 2006, είναι φοιτητής στη Ρωσική Ακαδημία Θεάτρου (GITIS). Ο ρόλος του στο «Πως τελείωσε αυτό το καλοκαίρι» είναι το ντεμπούτο του. Αργότερα πρωταγωνίστησε ως ήρωας δράσης στο ‘Black Lightning’, μια παραγωγή του Τίμουρ Μπεκμαμπέτοφ.


ΣΕΡΓΚΕΪ ΠΟΥΣΚΕΠΑΛΙΣ Σεργκέι Γκουλιμπίν

Ο Σεργκέι Πουσκέπαλις γεννήθηκε το 1966 στο Κιουρσκ, στη Ρωσία. Από το 1970 έως το 1979 έμενε στην Τσουκότκα, όπου οι γονείς του δουλεύανε στο πυρηνικό εργοστάσιο Bilibino. Αφού αποφοίτησε από το Ινστιτούτο Θεατρικών Σπουδών Saratov , ξεκίνησε να παίζει στο ομώνυμο θέατρο νέων. Τον κέρδιζε συνεχώς η σκηνοθεσία, μέχρι που ξεκίνησε μαθήματα με τον Πύοτρ Φομένκο, τον μεγάλο Ρώσο μέντορα. Από το 2001, ο Σεργκέι έχει κάνει αμέτρητες παραγωγές σε ολόκληρη τη Ρωσία.
Από το 2003, έως το 2007 διεύθυνε τη Δραματική Σχολή Magnitogorsk, και το 2009 έγινε Καλλιτεχνικός Διευθυντής του θεάτρου Yaroslavl, το παλιότερο επαγγελματικό θέατρο της Ρωσίας. Ο Σεργκέι γνώρισε τον Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι στα γυρίσματα του Koktebel, όπου έπαιζε ο γιος του Γκλεμπ Πουσκαπάλις. Η επόμενη ταινία του Αλεξέι, Απλά Πράγματα έγινε το ντεμπούτο του Σεργκέι. Ο ρόλος ενός κακοπληρωμένου αναισθησιολόγου, του χάρισε πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων Καλύτερου Ηθοποιού στο Σότσι και το Κάρλοβυ Βάρυ. Δεν αναζητά μια καριέρα στον κινηματογράφο, αλλά παρ’ όλα αυτά είχε κανονιστεί από την αρχή ότι θα έπαιζε στο «Πως τελείωσε αυτό το καλοκαίρι».

ΠΡΟΦΙΛ Koktebel Film

Η Koktebel Film, ιδρύθηκε από το Ρώσο παραγωγό Ρομάν Μπορίσεβιτς, μετά την πετυχημένη συνεργασία του Αλεξέι Ποπογκρέμσκι και του Μπόρις Κλέμπνικοφ στο Koktebel (2003). Η ταινία παρουσιάστηκε σε πάρα πολλά γνωστά φεστιβάλ, συμεπριλαμβανομένου της Μόσχας, του Κάρλοβυ Βάρυ, του Τορόντο, του Βερολίνου και των Καννών (Εβδομάδα κριτικής), και πουλήθηκε σε πολλές χώρες.
Η Koktebel Film στέγασε τις δεύτερες δουλειές του Μπόρις και του Αλεξέι, «Free Floating’» και «Απλά Πράγματα» αντίστοιχα. Το 2009 ολοκλήρωσε την τρίτη ταινία του Μπόρις Κλέμπνικοφ, και πρόσθεσε δύο ονόματα στη λίστα της εταιρίας. Τον Νικολάι Κομερίκι, του οποίου η δεύτερη ταινία «A Tale In The Darkness», επιλέχθηκε για το τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του Φεστιβάλ Καννών το 2009, ενώ το ντεμπούτο του σεναριογράφου Βασίλι Σίγκαρεφ «Volchok» στο Kinotavr FF συμμετείχε ση Ζυρίχη και στην Κολωνία. Με την εισαγωγή του Πως Τελείωσε Αυτό το Καλοκαίρι στο Επίσημο Διαγωνιστικό του Φεστιβάλ Βερολίνου, η Koktebel Film καθιερώνεται ως διαπρέπουσα ρωσική εταιρία παραγωγής σινεφιλικών ταινιών.

12 σχόλια:

Seven Films είπε...

Γυρισμένο εξ ολοκλήρου στη Chukotka, το ανατολικότερο σημείο της Ρωσίας που δεν έχει και μεγάλη επαφή με τον υπόλοιπο πολιτισμό, το How I Ended This Summer σου προκαλεί το θαυμασμό για το πως ένα κινηματογραφικό συνεργείο μπορεί κάτω από όχι και τόσο άνετες συνθήκες να βγάλει ένα εντυπωσιακό οπτικό αποτέλεσμα που σε συνδυασμό με το εξαιρετικό αν και φαινομενικά απλό σενάριο εκτοξεύει το φιλμ, που πέρα από φαβορί για τη Χρυσή Άρκτο, θα είναι πιθανότατα και ένα από τα κινηματογραφικά γεγονότα της χρονιάς. Παρακολουθούμε την ιστορία 2 πολύ διαφορετικών ανθρώπων που είναι και οι μοναδικοί που ζούν σε ένα απομονωμένο νησί στον Αρκτικό κύκλο και εργάζονται σε μετεωρολογικό σταθμό. Ο γηραιότερος Σεργκέι, μοιάζει να έχει γίνει αναπόσπαστο κομμάτι του τοπίου, κάνοντας για χρόνια αυτή τη δουλειά σε αντίθεση με τον νεότερο Πάβελ, φοιτητή που βρίσκεται εκεί για το καλοκαίρι εθελοντικά. Ενώ οι δυο τους απλά ανέχονται ο ένας τον άλλο χωρίς να δείχνουν διάθεση να δημιουργήσουν φιλία ή έχθρα, μια αλληλουχία γεγονότων φέρνει ένταση στη σχέση τους.


Έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον ο χρόνος που αφιερώνει στο ξεκίνημά της η ταινία για να καταγράψει την καθημερινότητα και των 2. Ο Σεργκέι,έμπειρος, δεν φαίνεται να ενοχλείται από τη δουλειά που κάνει, αντιθέτως μοιάζει να έχει αποδεχτεί τη ρουτίνα της. Φροντίζει να μην υπάρχει υποψία λάθους στα αποτελέσματα που δίνει – άλλωστε γι αυτά βρίσκεται εκεί και η ορθότητά τους επεκτείνει την παραμονή του – μέσω ενός ασύρματου που είναι και η μοναδική επαφή που έχει με τον υπόλοιπο κόσμο. Ο Πάβελ, με τα ακουστικά και το mp3 να αποτελούν πλέον μέρος του σώματός του, όταν δε σκοτώνει την ώρα του σε videogames, περνά ατέλειωτες ώρες κάνοντας βόλτες στο νησί, δίνοντας την εντύπωση πως βρήκε το ιδανικό μέρος για να ξεχάσει θέματα που τον απασχολούν. Οι συνήθειες τους, οι βόλτες τους και η εν γένει παρουσία τους στο χώρο κινηματογραφούνται υποδειγματικά από τον διευθυντή φωτογραφίας και επαγγελματία ντοκιμαντερίστα Pavel Kostomarov, που φροντίζει για την όσο το δυνατό καλύτερη απεικόνιση του ιδιαίτερου αυτού μέρους. Πέρα απ΄αυτό όμως ο ρυθμός που ακολουθεί ο σκηνοθέτης Alexei Popogrebsky είναι καθηλωτικός, προετοιμάζοντας κατάλληλα τον θεατή για την ένταση που θα ακολουθήσει. Οι σύγκρουση των 2 τους, είναι η σύγκρουση 2 γενεών, της συνέπειας ενός μεγαλύτερου με την αφέλεια ενός νέου. Και πάνω από αυτούς, η φύση, ο αναμφίβολος πρωταγωνιστής του φιλμ που από φίλος των 2 ηρώων,οι οποίοι με τη βοήθεια της άγριας ομορφίας της βυθίζονται στις σκέψεις τους, μετατρέπεται σε εχθρό, όταν πρέπει απλά να επιβιώσουν σ’ αυτήν


Ο Popogrebsky εμφάνισε για πρώτη φορά το ταλέντο του πίσω από τη κάμερα το 2003 όταν συνσκηνοθέτησε τον Δρόμο για το Κοκτεμπέλ. Το How I Ended This Summer είναι η τρίτη ταινία του, και η πιο φιλόδοξη αν αναλογιστεί κανείς τους 3 μήνες που έμεινε το συνεργείο σε αυτό το μέρος και τα 2,5 εκατομμύρια δολάρια που ήταν και το συνολικό budget του φιλμ. Τόσο δυνατό σε στιγμές, που θα σε κάνει να νομίσεις ότι βρίσκεσαι και εσύ εκεί, ανεξάρτητα με το τι θα κατεφέρει το απόγευμα στην απονομή, έχει ξεχωρίσει ήδη από ότι σχεδόν προβάλλεται στο Βερολίνο και αποτελεί ένα από τα βασικότερα όπλα της Bavaria στη μάχη του market που διεξάγεται παράλληλα με το διαγωνιστικό

Τασος Μελεμενίδης www.cinemart.gr

Seven Films είπε...

Φανταστείτε το Σολάρις, με τη δράση όχι σε ένα διαστημόπλοιο αλλά στην τούντρα, με το υγρό στοιχείο ως γέφυρα επικοινωνίας αντί για μεταφυσική ψυχή. Δυο άντρες βρίσκονται σε ένα εγκαταλελειμμένο νησί της Αρκτικής. Ο ένας είναι ο «παλιός», μετεωρολόγος που μετρά ραδιοϊσότοπα και στέλνει τα αποτελέσματα στον κεντρικό σταθμό μέσω ασυρμάτου, και ο άλλος είναι απόφοιτος πανεπιστημίου που κάνει την πρακτική του στον σταθμό, ένα καλοκαίρι κρίσιμο για τη ζωή και των δυο τους. Η επαναλαμβανόμενη ηρεμία διαταράσσεται μετά από μια «στραβή»: ο επαγγελματίας Σεργκέι πηγαίνει για ψάρεμα και ο νέος, ο Πάβελ, τον καλύπτει δίνοντας λάθος μετρήσεις. Παράλληλα, ο Σεργκέι λαμβάνει άσχημα νέα και ο Πάβελ, σε μια προσπάθεια να τα αποκρύψει, κάνει τα πράγματα χειρότερα.

Στη στριμωγμένη κατάσταση που δημιουργείται, ο Πάβελ, κλεισμένος στη μουσική που ακούει και απασχολημένος από τη καθημερινή ρουτίνα του, δεν έχει μπει στον κόπο να ψυχολογήσει τον Σεργκέι, έναν άνθρωπο μοναχικό, κανονικό ερημίτη, αποφασισμένο να ζήσει την υπόλοιπη ζωή του απομονωμένος, έχοντας «δει» τον εαυτό του ως κυνηγό, έτοιμο να αντιμετωπίσει τον νέο συνάδελφό του ως θήραμα, αν νιώσει ότι απειλείται. Η αφομοίωση του ψυχογραφήματος στη γεωγραφία της νεκρής φύσης (που, παρά τη χειμερινή της όψη, αποκαλύπτεται μεγαλοπρεπώς) δίνει την ευκαιρία στον Ρώσο Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι να ασκήσει τις σκηνοθετικές ικανότητές του, σέρνοντας ωστόσο την ελλειπτική πλοκή του σε ένα παιχνίδι μεγάλης διάρκειας
Θοδωρής ΚΟυτσογιαννόπουλος LIFO

Seven Films είπε...

Ο άνθρωπος και η φύση

Δυο άνθρωποι, ένα μεγάφωνο και η απίστευτη ομορφιά του χιονισμένου τοπίου της Αρκτικής έτσι όπως αποτυπώνεται από τον φακό του κορυφαίου διευθυντή φωτογραφίας και σκηνοθέτη ντοκιμαντέρ Πάβελ Κοστομάροφ, είναι τα υλικά του Ρώσου σκηνοθέτη Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι για την δημιουργία της ταινίας «Πως τελείωσε αυτό το καλοκαίρι» («How Ι ended this summer» / «Kak ya provyol etim letom», 2010, Ρωσία).

Ταινία που με άνεση ξεχωρίζει στην σοδειά της νέας κινηματογραφικής εβδομάδας που αρχίζει από την Πέμπτη.
Φόντο της ιστορίας ένας απομονωμένος μετεωρολογικός σταθμός σε κάποιο νησί της Αρκτικής. Το πλήρωμά του αποτελείται από δυο μόνον άντρες οι οποίοι ακολουθούν τις εντολές μιας φωνής προερχόμενης από τον ραδιοφωνικό πομπό της βάσης (η φωνή είναι τόσο επιβλητική που είναι από μόνη της ένας ρόλος).

Ο ένας, ο μεγαλύτερος και πιο έμπειρος (Σεργκέι Πουσκέπαλις) αντιμετωπίζει την δουλειά του με άκρατο σεβασμό, κυριολεκτικά εθισμένος σε αυτήν, τόσο που δεν βλέπει τίποτε άλλο στον κόσμο. Ο μικρότερος (Γκριγκόρι Ντομπρίγκιν) που δουλεύει μόνον για την θερινή σεζόν, είναι απόφοιτος πανεπιστημίου και συμπεριφέρεται κάπως χαλαρότερα όπως άλλωστε το περιμένεις λόγω της ηλικίας του.

Η εμπειρία που θα ζήσουν οι δύο άντρες στην Αρκτική θα διαμορφώσει ριζικά και θα απογειώσει την ταινία σε ένα πραγματικά σπουδαίο έργο τέχνης, ένα υπαρξιακό δράμα που δεν με άφησε σε ησυχία. Η επιτυχία του Πομπογκρέμπσκι (σκηνοθέτης της εξίσου πανέμορφης ταινίας «Ο δρόμος προς το Κοκτεμπέλ») βρίσκεται στον συνδυασμό του ανθρώπινου στοιχείου με το φυσικό τοπίο. Με το χιόνι, την ομίχλη, τον αέρα και τα πρόσωπα των ηρώων του, ο Ποπογκρέμπσκι δημιουργεί εικόνες που χαράσσονται βαθιά στην ψυχή σου.
Γιάννης Ζουμπουλάκης ΤΟ ΒΗΜΑ

Seven Films είπε...

ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΛΥΡΙΣΜΟΣ ΣΥΓΚΡΟΥΟΝΤΑΙ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΕΥΘΡΑΥΣΤΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗΣ. ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΟ ΨΥΧΟΓΡΑΦΗΜΑ, ΕΝΤΑΣΗ ΚΑΛΟΚΟΥΡΔΙΣΜΕΝΟΥ ΘΡΙΛΕΡ ΚΑΙ ΒΡΑΒΕΙΑ ΣΤΑ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΛΟΝΔΙΝΟΥ (ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ) ΚΑΙ ΒΕΝΕΤΙΑΣ (ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ).

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΗΤΣΗΣ ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ

Seven Films είπε...

Δυο άνθρωποι όλοι κι όλοι. Σε ένα απέραντο, έρημο τοπίο. Πολλές οι σιωπές. Κι όμως, η καρδιά μου πάει να σπάσει από την αγωνία. Η ανάσα μου κόβεται. Και στο μυαλό μου, ένα μοναδικό ερώτημα: «τι θα γίνει μετά;». Ο κύριος Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι μ’έχει βάλει κάτω και μου έχει αφαιρέσει το «δικαίωμα» κάθε κριτικής σκέψης. Όλα αυτά, πέρσι, στο Φεστιβάλ Βερολίνου, όπου και πρωτοβλέπω το φιλμ.

Που μιλά για την ιστορία δυο ανδρών σε ένα απομονωμένο νησί – φάντασμα της Αρκτικής. Δουλειά τους είναι να παίρνουν μετρήσεις από τα ραδιενεργά εδάφη, και να στέλνουν μέσω ασύρματου τα δεδομένα στο κεντρικό σταθμό. Ο ένας, ο Σεργκέι, πενήντα χρονών, σκληρός και ατόφιος, μοιάζει φιγούρα μυθική και άκρως Ρώσικη. Ο άλλος, ο Παβέλ, είναι ένας πιτσιρικάς, απόφοιτος πανεπιστημίου, που του έχει ανατεθεί να περάσει το καλοκαίρι του εκεί. «Η παλιά Ρωσία και η καινούργια» λέω, προσπαθώντας να μαντέψω βιαστικά τους συμβολισμούς του Ποπογκρέμπσκι. Τζάμπα κόπος. Γιατί στο τέταρτο γίνεται το μεγάλο hat – trick: άσχημα νέα φτάνουν για τον Σεργκέι στο σταθμό. Ο Παβέλ μαθαίνει πως η γυναίκα του και η κόρη του «συναδέλφου» του, σκοτώνονται σε ένα τραγικό ατύχημα, μόλις λίγες μέρες πριν την πολυαναμενόμενη άφιξη τους στο έρημο νησί. Η καρδιά του 50άρη γίγαντα μαλακώνει μόνο όταν μιλάει γι αυτούς. Και ο μικρός… δε λέει τίποτα. Μπλοκάρει, φοβάται, ποιος ξέρει; Οι μέρες περνούν, οι σχέσεις τσιτώνουν. Ο Σεργκέι αρχίζει να τα «παίζει» από την καθυστέρηση των δικών του. Ο Πάβελ στήνει όλο και μεγαλύτερα ψέματα για να κρατήσει κρυφό το τραγικό συμβάν. Κι εμείς κάνουμε κύκλους στο κάθισμα μας, περιμένοντας το μεγάλο ξέσπασμα. Βγαίνω από το σινεμά τρεκλίζοντας. «Διάολε, τι ταινία!» και τα ρέστα.

Το μυαλό μου όμως ήταν γεμάτο ερωτηματικά. Το εξής ένα: Γιατί, μα γιατί ο Πάβελ δεν εκστομίζει από την αρχή τι πραγματικά συνέβη στην οικογένεια του Σεργκέι;

Έρχεται το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, αρκετούς μήνες αργότερα. Ξαναβλέπω το φιλμ. Τα πράγματα αρχίζουν να μπαίνουν κάπως στη θέση τους.

Μπαίνω στον κόπο να σας περιγράψω την όλη σχέση μου με το φιλμ γιατί θέλω να τονίσω πόσο με μάγεψε η πρώτη προβολή του. Κάθε «κριτική» μου σκέψη αχρηστεύτηκε – το μόνο που ήθελα ήταν να βιώσω την εμπειρία και όχι να την κάνω φέτες, μαζί με την ταινία. Έχει χρόνια να μου συμβεί κάτι τέτοιο.

Ο κύριος Ποπογκρέμπσκι, στην τρίτη του ταινία, αλωνίζει, στην κυριολεξία. Το Πως Τελείωσε Αυτό Το Καλοκαίρι είναι ταυτόχρονα, μια αλληγορία για τη Ρωσία που χάνεται, και μια παράξενη ερωτική ιστορία. Όχι μεταξύ των δυο πρωταγωνιστών – μάλλον περί τριγώνου πρόκειται. Και το τρίτο πρόσωπο είναι η φύση, το φυσικό τοπίο με το οποίο ο Σεργκέι είναι πλήρως εναρμονισμένος. Κουβαλά άλλωστε όλη τη σκληρότητα της φύσης, και αυτό η ταινία το καταγράφει από τα πρώτα λεπτά. Ο Πάβελ αντιθέτως είναι νεοφερμένος. Παιδί της πόλης και των τετράγωνων σπιτιών. Και το τοπίο σχεδόν τον αποβάλει. Εδώ, σε αυτό το τρίγωνο αποκρυπτογραφείται και αυτή η παράξενη αίσθηση μεγαλείου που σε διαπερνά όταν βλέπεις το Kak Ya Provyol Etim Letom. Σε κάποιες σκηνές ήμουν βέβαιος πως βρισκόμουν σε trance. Αν και το ερώτημα μου παρέμεινε: Γιατί ο Πάβελ του κρύβει τα άσχημα νέα; Γιατί, δηλαδή, η ταινία είναι τόσο σκληρή με τον Σεργκέι; Είναι άδικο – ο Σεργκέι είναι ο μόνος άνθρωπος στο φιλμ που ζει σε μια απόρθητη αρμονία. Δυστυχώς όμως, η μανία της Φύσης (με Φ κεφαλαίο) ξεσπά πάντα στις ψηλότερες κορυφές. Και η Μεγάλη Ρωσία θα καταρρεύσει. Σιωπηλά.

Με μια στωικότητα που μονάχα ήρωες χαρακτηρίζει.
Άκης Καπράνος

Seven Films είπε...

Ταινιάρα της εβδοµάδας και µέσα στις top του 2011 η ρωσική παραγωγή «Πώς τελείωσε αυτό το καλοκαίρι» (Kak ya provyol etim letom) του 39χρονου Αλεξέι Ποπογκρέµπσκι.

Με δύο όλα κι όλα πρόσωπα σε ένα εγκαταλελειµµένο νησί της Αρκτικής! Εξωτερικά οι ρυθµοί αργόσυρτοι.

Εσωτερικά τυφώνας. Εξωτερικά µόνο δύο πρόσωπα. Κατά βάθος ολόκληρη η χώρα. Εξωτερικά µάχη επιβίωσης. Εσωτερικά κυκλοφορούν και επιτίθενται όλα τα «στοιχεία». Κλιµατολογικές αλλαγές, ραδιενέργεια, ξεπερασµένη τεχνολογία, οικογένεια, θάνατος, ιεραρχία, η εποχή τουΜπρέζνιεφ, όλα. Μιααόρατη και επαναλαµβανόµενη αλυσιδωτή αντίδραση κατά µήκος, πλάτος και βάθος.

Ας πούµε. ∆ύο υπάλληλοι µετεωρολογικής υπηρεσίας εντεταλµένοι να µετρούν τα ραδιενεργά εδάφηκαι να αποστέλλουν τα δεδοµένα µέσω ασυρµάτου στον κεντρικό σταθµό.

Υπόθεση ρουτίνας. Πλάνη.

Ο πρώτος, ο Σεργκέι, µεγάλος. Ορµητικός, φουριόζος, βίαιος, παλιοµοδίτης, οικογενειάρχης, αυταρχικός και ταυτόχρονα αισθηµατίας.

Οι αντιφάσεις και οι αντιθέσεις της µπρεζνιεφικής εποχής ενσωµατωµένες στακύτταρά του. Ο δεύτερος, ο Πάβελ, νεώτερος, νεοφώτιστος, νόστιµος, αµήχανος, επιπόλαιος. Η σύγκρουση αρχίζει από τη στιγµή που ο Πάβελ λαµβάνει µήνυµα που τον πληροφορεί για τον θάνατο σετροχαίο της οικογένειας του Σεργκέι. Και είτε από επιπολαιότητα είτε επειδή δεν µπορεί να διαχειριστεί ένα τόσο δυσάρεστο γεγονός, το αποκρύπτει από τον παραλήπτη. Οσο το αποκρύπτει τόσο συνωµοτεί. Οσο συνωµοτεί τόσο το σύστηµα των µετρήσεων αποδιοργανώνεται. Οσο το σύστηµα αποδιοργανώνεται τόσοοι συγκρούσεις αυξάνονται.

Ετσι αρχίζει η µάχη επιβίωσης. Ετσι, όπως µε τη ραδιενέργεια και τα ισότοπα, αρχίζουν οι αλυσιδωτές αντιδράσεις. ∆ύο τα πεδία. Συνύπαρξης και συγκρούσεων. Από τη µια η σχέση πατέρα - γιου. Κάτι σαν την εποχή του Μπρέζνιεφ και την εποχή του Πούτιν. Από την άλλη η σύγκρουση δύο διαφορετικών εποχών, γενιών αλλά και πολιτικών.

Κοντά σ’ αυτά, σαν ωρολογιακή βόµβα, ενεργοποιείται και η απειλή της ραδιενέργειας. Με απλά λόγια, µε δύο ανθρώπους σ’ένα απέραντο και έρηµο, σχεδόν προϊστορικό περιβάλλον, µορφοποιείται η ιστορία του Τσερνόµπιλ µαζί µε τη µετάβαση από τον «υπαρκτό σοσιαλισµό» στον «αχόρταγο καπιταλισµό». Αµφότερες οι εκδοχές, λέει ο ρώσος σκηνοθέτης, καταστροφικές για τον λαό. Θα µου πείτε «εγκεφαλικό». Θα σας πω «χειροποίητο και σαρκικό». Κάθε πλάνο, κάθε σκηνή είναι καµωµένα µε αίµα, ιδρώτα και πρωτόγνωρο ρεαλισµό. Ολα τα στοιχεία της φύσης και της σκουριασµένης επιστήµης παίζουν µε επιδόσεις πρωταγωνιστών. Και οι δύο ηθοποιοί τόσο αυτοκόλλητοι στους ρόλους τους, σαν να ζουν όλα αυτά τα χρόνια σ’ αυτό το άδειο νησί. Ετσι όλοι και όλα, µα όλα συνθέτουν µια ακουστική και οπτική απειλή, ένα δράµα δωµατίου και µια βουβή, πλάγια πολιτική και κοινωνική αλληγορία. Μετά την αριστουργηµατική «Επιστροφή» (Vozvrashchenie) του Αντρέι Ζγιάγκιντσεφ και του 2003, αυτή η δηµιουργία του Αλεξέι Ποπογκρέµπσκι η δεύτερη µεγάλη στιγµή της ρωσικής κινηµατογραφίας από την πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισµού» µέχρι σήµερα!
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΑΝΙΚΑΣ ΤΑ ΝΕΑ

Seven Films είπε...

Σε έναν απομονωμένο μετεωρολογικό σταθμό στη βόρεια άκρη της Ρωσίας, δυο άντρες σκοτώνουν το χρόνο ανάμεσα στις μετρήσεις που αναμεταδίδουν κάθε τόσο μέσω ασυρμάτου, με το ψάρεμα ή τις βόλτες σε μια μεγαλειώδη, εντυπωσιακή φύση. Όταν ο καινούργιος, ενθουσιώδης εικοσάρης μετεωρολόγος μάθει από τη φωνή στην άλλη άκρη του ασυρμάτου τα τραγικά νέα για την οικογένεια του μεγαλύτερου, παλιότερου, λιγάκι τρομακτικού συναδέλφου του, δεν θα τολμήσει να του τα αποκαλύψει, με αποτέλεσμα το τέλος του καλοκαιριού τους να μην είναι όσο ανέφελο περίμεναν. Δυο (εξαιρετικοί) ηθοποιοί, ένα τοπίο που κόβει την ανάσα, μια σεναριακή ιδέα που απογειώνεται σε ένα χαμηλότονο αλλά συναρπαστικό θρίλερ, να τα υλικά για μια από τις πιο λιτές και μαζί εντυπωσιακές ταινίες της χρονιάς.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΡΑΣΣΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ATHENS VOICE

Seven Films είπε...

Μια υπόκωφη ένταση ανάμεσα σε δύο άντρες κλιμακώνεται, προκαλώντας έκρηξη σαν και αυτές που συναντάμε στις ταινίες τρόμου. Αυτό συμβαίνει στο ρωσικό φιλμ «Πώς τέλειωσε αυτό το καλοκαίρι», που προστίθεται στις μικρές ευχάριστες έκπληξεις της χρονιάς.

Σε ένα απομακρυσμένο νησάκι της Αρκτικής, κοντά σε έναν κατεστραμμένο αντιδραστήρα που συνεχίζει να εκπέμπει ραδιενέργεια, υπάρχει ένας μετεωρολογικός σταθμός. Εκεί υπηρετεί επί σειρά ετών ένας σκληροτράχηλος άντρας, ο Σεργκέι, που έχει συνηθίσει τη ζωή του ερημίτη και τώρα πρέπει να συνεργαστεί με έναν φοιτητή, τον Πάβελ, που ήρθε στο νησί για την καλοκαιρινή πρακτική εκπαίδευσή του.

Ο Σεργκέι έχει υψηλή αίσθηση καθήκοντος και αντιμετωπίζει τον Πάβελ σαν νεοσύλλεκτο φαντάρο. Εκνευρίζεται με την επιπολαιότητα του νεαρού που περιμένει ανυπόμονα να 'ρθει το φθινόπωρο. Μια αψυχολόγητη ενέργεια του Πάβελ λειτουργεί σαν τράβηγμα σκανδάλης, πυροδοτώντας ανεξέλεγκτες καταστάσεις.

Ο σκηνοθέτης Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι ξανακάνει επίκαιρο ένα σινεμά λιτό, πυκνό και με άριστη αίσθηση κάδρου. Στο κέλυφος της ταινίας υπάρχει η αντίθεση ανάμεσα στη Ρωσία του χθες και του σήμερα. Στον πυρήνα της, ένα εύφλεκτο μίγμα οικολογικού θρίλερ και βιβλικής παραβολής. Ο άνθρωπος «τρελαίνεται» και η μολυσμένη φύση, που παραπέμπει στο Τσέρνομπιλ, γίνεται σκηνικό του τρόμου. Θυμίζει τη «Λάμψη» του Κιούμπρικ.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΟΥΡΑΣ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Seven Films είπε...

Δυο Ρώσοι σε μετεωρολογικό σταθμό κάπου στον Αρκτικό Κύκλο, πατάνε κουμπιά και λένε νούμερα στον ασύρματο προσπαθώντας να μη σκοτώσουν ο ένας τον άλλο. Μέχρι που κάτι συμβαίνει και προσπαθούν να σκοτώσουν ο ένας τον άλλο.Αδυσώπητα κουλτουριάρικο, εκκωφαντικά λιγομίλητο, απελπιστικά αφαιρετικό και ατέλειωτα συμβολιστικό, παίρνει το πάσο του μέχρι να φτάσει στο ψητό, και στην πορεία σε ψήνει κι εσένα ότι ο δραματικός του πυρήνας αξίζει την αναμονή ως εκεί. Ρίχνοντας δυο εντελώς διαφορετικούς ήρωες σε ένα μετα-Αποκαλυπτικό τοπίο παγωμένης κόλασης, ο Popogrebsky τραβάει ευθείες αναφορές στον μοναχικό παγωμένο γίγαντα και την σύγκρουση των γενεών που τον κρατούν σε αδράνεια. Ο ψημένος βετεράνος της σταλινιστικής πειθαρχίας με την αυταπαρνητική μενταλιτέ, λειτουργεί ως μαγνήτης νοσταλγικής συμπάθειας για τους μεγαλύτερους των θεατών, ειδικά όπως αντιπαρατίθεται κόντρα στον σταρχιδισμό ενός πιτσιρικά που ενσαρκώνει το «everybody hates a tourist» των Pulp, βλέποντας σαν καλοκαιρινές διακοπές αυτό που ο σύντροφός του θεωρεί υψίστης σημασίας αποστολή.

Η αντίθεσή τους λειτουργεί ως προσάναμμα για την ατμοσφαιρική ένταση που στήνει ο σκηνοθέτης, τσιτώνοντας τα νεύρα τους με την ρουτίνα του John Locke που πάταγε κωδικούς σ’ εκείνο το υπόγειο του νησιού του LOST, και φορτώνει την ηχητική μπάντα με την αγριάδα των στοιχείων της φύσης που χτυπάνε την καλύβα τους, την ώρα που χρησιμοποιεί την φωτογραφία του Pavel Kostomarov για να σε πείσει ότι έξω απ’ το υπό κατάρρευση καταφύγιό τους, δεν βρίσκεται παρά η πορεία προς την παράνοια. Σαν καλός αμερικανοτραφής θεατής, θα περίμενες η φαγωμάρα τους να μετατραπεί σε ύμνος στη συντροφικότητα κόντρα στην αντιξοότητα, όμως πάνω που φαίνονται να πυροδοτούνται οι καταιγιστικές εξελίξεις μια νοστιμότατης ανατροπής, το θριλερικό δόλωμα του Popogrebsky λειτουργεί μονάχα σαν χαλασμένο ξυπνητηράκι που μπαίνει από μόνο του στο snooze πριν προλάβεις καν να ψάξεις το κουμπί. Η δράση μεταφέρεται στο επιβλητικό απέραντο της παγωμένης μοναξιάς με τις αρκούδες που περιμένουν να κατασπαράξουν τον ασυντρόφευτο οδοιπόρο, κι ο Popogrebsky ξεχειλώνει μια σκηνή καταδίωξης για μιάμιση αιωνιότητα. Κόβοντας όποια νήματα εγκεφαλικής ίντριγκας μπορεί να είχε πλέξει μέχρι τότε, ρουφάει κι όλο το οξυγόνο απ’ την ένταση της ιστορίας του και την μετατρέπει σε επαναληπτική άσκηση στην ματαιότητα, καμουφλαρισμένη με το δέος που προκαλούν έτσι κι αλλιώς τα φυσικά τοπία που καταπίνουν την ταινία του. Οι δυο ερμηνευτές προσπαθούν με απελπισμένες μούτες και παραμορφωμένες εκφράσεις να δώσουν πρόσωπο στην τρέλα που τους βαράει κι ο φακός τους ακολουθεί σ’ ένα κυνηγητό που σε κάνει να διψάς για αίμα, μπας και τελειώσει αυτό το αντικλιμακτικό μαρτύριο που διαλύει ό,τι είχε φτιάξει η ταινία στα πρώτα δυο τρίτα της. Από μια μεριά μπορείς να πεις βέβαια, πως αν ο Popogrebsky ήθελε να ξυπνήσει τα ποταπά σου ένστικτα και να προκαλέσει τις προκαταλήψεις σου για τη σινεματική παράδοση, τουλάχιστον αυτό το πέτυχε. Αλλά γιατί πρέπει να υποστείς και την τιμωρία του εγκλήματός σου συνάμα, μην με ρωτήσεις εμένα.
www.mftm.blogspot.com

Seven Films είπε...

Δυο Ρώσοι σε μετεωρολογικό σταθμό κάπου στον Αρκτικό Κύκλο, πατάνε κουμπιά και λένε νούμερα στον ασύρματο προσπαθώντας να μη σκοτώσουν ο ένας τον άλλο. Μέχρι που κάτι συμβαίνει και προσπαθούν να σκοτώσουν ο ένας τον άλλο.Αδυσώπητα κουλτουριάρικο, εκκωφαντικά λιγομίλητο, απελπιστικά αφαιρετικό και ατέλειωτα συμβολιστικό, παίρνει το πάσο του μέχρι να φτάσει στο ψητό, και στην πορεία σε ψήνει κι εσένα ότι ο δραματικός του πυρήνας αξίζει την αναμονή ως εκεί. Ρίχνοντας δυο εντελώς διαφορετικούς ήρωες σε ένα μετα-Αποκαλυπτικό τοπίο παγωμένης κόλασης, ο Popogrebsky τραβάει ευθείες αναφορές στον μοναχικό παγωμένο γίγαντα και την σύγκρουση των γενεών που τον κρατούν σε αδράνεια. Ο ψημένος βετεράνος της σταλινιστικής πειθαρχίας με την αυταπαρνητική μενταλιτέ, λειτουργεί ως μαγνήτης νοσταλγικής συμπάθειας για τους μεγαλύτερους των θεατών, ειδικά όπως αντιπαρατίθεται κόντρα στον σταρχιδισμό ενός πιτσιρικά που ενσαρκώνει το «everybody hates a tourist» των Pulp, βλέποντας σαν καλοκαιρινές διακοπές αυτό που ο σύντροφός του θεωρεί υψίστης σημασίας αποστολή.

Η αντίθεσή τους λειτουργεί ως προσάναμμα για την ατμοσφαιρική ένταση που στήνει ο σκηνοθέτης, τσιτώνοντας τα νεύρα τους με την ρουτίνα του John Locke που πάταγε κωδικούς σ’ εκείνο το υπόγειο του νησιού του LOST, και φορτώνει την ηχητική μπάντα με την αγριάδα των στοιχείων της φύσης που χτυπάνε την καλύβα τους, την ώρα που χρησιμοποιεί την φωτογραφία του Pavel Kostomarov για να σε πείσει ότι έξω απ’ το υπό κατάρρευση καταφύγιό τους, δεν βρίσκεται παρά η πορεία προς την παράνοια. Σαν καλός αμερικανοτραφής θεατής, θα περίμενες η φαγωμάρα τους να μετατραπεί σε ύμνος στη συντροφικότητα κόντρα στην αντιξοότητα, όμως πάνω που φαίνονται να πυροδοτούνται οι καταιγιστικές εξελίξεις μια νοστιμότατης ανατροπής, το θριλερικό δόλωμα του Popogrebsky λειτουργεί μονάχα σαν χαλασμένο ξυπνητηράκι που μπαίνει από μόνο του στο snooze πριν προλάβεις καν να ψάξεις το κουμπί. Η δράση μεταφέρεται στο επιβλητικό απέραντο της παγωμένης μοναξιάς με τις αρκούδες που περιμένουν να κατασπαράξουν τον ασυντρόφευτο οδοιπόρο, κι ο Popogrebsky ξεχειλώνει μια σκηνή καταδίωξης για μιάμιση αιωνιότητα. Κόβοντας όποια νήματα εγκεφαλικής ίντριγκας μπορεί να είχε πλέξει μέχρι τότε, ρουφάει κι όλο το οξυγόνο απ’ την ένταση της ιστορίας του και την μετατρέπει σε επαναληπτική άσκηση στην ματαιότητα, καμουφλαρισμένη με το δέος που προκαλούν έτσι κι αλλιώς τα φυσικά τοπία που καταπίνουν την ταινία του. Οι δυο ερμηνευτές προσπαθούν με απελπισμένες μούτες και παραμορφωμένες εκφράσεις να δώσουν πρόσωπο στην τρέλα που τους βαράει κι ο φακός τους ακολουθεί σ’ ένα κυνηγητό που σε κάνει να διψάς για αίμα, μπας και τελειώσει αυτό το αντικλιμακτικό μαρτύριο που διαλύει ό,τι είχε φτιάξει η ταινία στα πρώτα δυο τρίτα της. Από μια μεριά μπορείς να πεις βέβαια, πως αν ο Popogrebsky ήθελε να ξυπνήσει τα ποταπά σου ένστικτα και να προκαλέσει τις προκαταλήψεις σου για τη σινεματική παράδοση, τουλάχιστον αυτό το πέτυχε. Αλλά γιατί πρέπει να υποστείς και την τιμωρία του εγκλήματός σου συνάμα, μην με ρωτήσεις εμένα.
ΙΩΣΗΦ ΠΡΩΙΜΑΚΗΣ www.mftm.blogspot.com

Seven Films είπε...

Ο αγώνας επιβίωσης δύο διαφορετικής ηλικίας Ρώσων, υπεύθυνων για το μετεωρολογικό σταθμό, σ' ένα εγκαταλειμμένο, αφιλόξενο νησί της Αρκτικής, σε μια εικαστικά συναρπαστική, δοσμένη με αρκετό σασπένς, περιπέτεια.

Ηταινία του Αλεξέι Ποπογκρέμπσκι (δημιουργού της πολυβραβευμένης ταινίας «Απλά πράγματα») καταπιάνεται με τη σχέση ανάμεσα σε δύο άνδρες που φροντίζουν ένα μετεωρολογικό σταθμό, σ' ένα εγκαταλειμμένο, άγονο ρωσικό νησί στην Αρκτική. Ο 50χρονος λιγομίλητος Σεργκέι, μόνιμος υπάλληλος στο νησί, είναι συνηθισμένος στη ρουτίνα της δουλειάς. Ο 20χρονος Πάβελ είναι ένας ανυπόμονος, απόφοιτος κολεγίου, προσκολλημένος στο ΜΡ3 του και τα βιντεογκέιμ, που έχει προσληφθεί προσωρινά για το καλοκαίρι,για να μάθει και να γράψει σχετικά με τη δουλειά.

Μια σοβαρή απερισκεψία του άπειρου Πάβελ, που καταλήγει στην παραποίηση στοιχείων σχετικά με τις μετεωρολογικές συνθήκες, και η απόκρυψη μιας πολύ σοβαρής προσωπικής είδησης προς τον Σεργκέι θα οδηγήσουν τους δύο άνδρες σε σύγκρουση. Ολα να εκτυλίσσονται με φόντο τον κίνδυνο ραδιενέργειας, αλλά και τις αντίξοες συνθήκες που προκαλούνται από τα στοιχεία της φύσης.

Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί την ένταση ανάμεσα στους δύο άντρες αλλά και το συνεχή κίνδυνο ραδιενέργειας, που υπάρχει εξαιτίας μιας εγκαταλειμμένης πυρηνικής γεννήτριας, για να δημιουργήσει το σασπένς. Εκμεταλλεύεται τα διάφορα στοιχεία της φύσης, τα χιόνια, το κρύο, την ομίχλη, τα απόκρημνα, επικίνδυνα βράχια, το δυνατό άνεμο, τα τεράστια κύματα (φωτογραφημένα με φροντίδα και έμπνευση από τον Πάβελ Κοστομάροβ, που δίκαια κέρδισε το βραβείο καλύτερης φωτογραφίας στο Βερολίνο), για να δημιουργήσει την αφιλόξενη, παγερή ατμόσφαιρα του χώρου και να φτιάξει την εικαστικά συναρπαστική ταινία του. Ταυτόχρονα, βρίσκει την ευκαιρία να κάνει και ένα σχόλιο πάνω στη σχέση ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο: από τη μια, την πρώην Σοβιετική Ενωση (που αντιπροσωπεύει ο Σεργκέι) και από την άλλη, τη σημερινή Ρωσία (που αντιπροσωπεύει ο Πάβελ). Μια εικαστικά συναρπαστική προσθήκη στις λιγοστές δυστυχώς σύγχρονες ρωσικές ταινίες που καταπιάνονται -με σοβαρότητα και ταλέντο- με σύγχρονα, καυτά προβλήματα, που μου θύμισε, θεματικά και από πλευράς μορφής, την αριστουργηματική ταινία «Εννιά μέρες ενός χρόνου», του Μιχαήλ Ρομ.

ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΛ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ΅ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

Seven Films είπε...

Μπορείς να δημιουργήσεις αγωνία και ατμόσφαιρα θρίλερ χωρίς ειδικά εφέ, κατάλληλη μουσική, θορύβους, σκιές, περίεργες λάμψεις στο σκοτάδι ή απροσδιόριστες απειλές; Κι όμως μπορείς! Όταν ο εχθρός κρύβεται εντός μας και εκδηλώνεται κάτω από περίεργες συνθήκες απομόνωσης και απουσίας ελέγχου του εξωτερικού περιβάλλοντος στην καθημερινότητά μας, τότε ναι η αποκάλυψη των σκοταδιών της ψυχής μας τρομάζει όσο τίποτα άλλο!

Το ρωσικό Kak ya provyol etim letom είναι μια ταινία με εσωτερική ένταση και αγωνία και ταυτόχρονα αστεία, μια ταινία που σε αναστατώνει ψυχολογικά και σου δίνει τροφή για σκέψη, κυρίως όμως σου αποκαλύπτει ότι ο φόβος είναι πολλές φορές αποκλειστικά και μόνο στο μυαλό μας (χωρίς να δικαιολογείται από εξωγενείς παράγοντες), οπότε σε αυτή την περίπτωση η ανθρώπινη επικοινωνία (οκ ισως σε συνδυασμό με λίγη ψυχανάλυση) είναι καθοριστική για την αντιμετώπισή του.

Η ταινία του Aleksei Popogrebsky είναι χαμηλού προϋπολογισμού και συνολικά διακρίνεται από σκηνοθετική λιτότητα, αλλά αυτό καθόλου δεν στέκεται εμπόδιο στο να επιτυγχάνει το σκοπό της και τα μηνύματά της να περνάνε με αξιοζήλευτη δύναμη στους θεατές! Το πιο εντυπωσιακό, όμως, στοιχείο της ταινίας (περισσότερο και από το αρκτικό τοπίο και την υπέροχη σκηνοθεσία και φωτογραφία αυτού) είναι η ερμηνεία του πρωταγωνιστή της, του Grigory Dobrygin, ο οποίος δίνει πραγματικά ρεσιτάλ ερμηνείας (δικαίως βραβεύτηκε μαζί με το συμπρωταγωνιστή του πέρσι στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου).

Το Πως τελείωσε αυτό το Καλοκαίρι είναι μια ψυχεδελική κατάδυση στα άδυτα της ανθρώπινης ψυχής, μια ταινία γεμάτη εύγλωττες σιωπές και αόρατα μηνύματα, στην κορύφωσή της ένα αγωνιώδες θρίλερ, συνολικά μια ταινία για ορκισμένους σινεφίλ!
www.cineparmenos.blogspot.com