Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2008

Βαλς με τον Μπασίρ

H ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΤΑΙΝΙΑ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ
απο το NSFC
Χρυσή Σφαίρα Ξενόγλωσσης ταινίας
Vals im Bashir
Waltz with Bashir
Δεν υπάρχει πιο συνταρακτικό πράγμα από την ηθική της αλήθειας

Σκηνοθεσία: Ari Folman
Σενάριο: Ari Folman
Φωνές: Ari Folman, Ori Sivan, Roni Dayg, Shmuel Frenkel, Ron Ben Yisahi, Dror Harazi, Zahava Solomon, Hezkel Lazarov
Είδος: Animation, ντοκιμαντέρ
Διάρκεια: 87'
Μουσική: Max Richter
Γλώσσα: Εβραϊκά
Animation: Bridgit Folman Film Gang
Παραγωγή: Razor Film (DE), Arte France (FR), ITVS Intl. (U.S.), Noga Communications-Channel 8, the New Israeli Foundation for Cinema & TV, Medienboard Berlin-Brandenburg, Israel Film Fund, HOT Telecommunication System, RTBF, TSR, YLE, SBS.
Διεθνής εκμετάλλευση: The Match Factory
Ελληνική Διανομή : Seven Films
Βραβεία - υποψηφιότητες:
Βραβείο καλύτερης ταινίας
Βραβείο σκηνοθεσίας
Βραβείο σεναρίου
Βραβείο φωτογραφίας
Βραβείο μοντάζ
& Βραβείο ήχου
από την Κινηματογραφική Ακαδημία του Ισραήλ.
Βραβείο μουσικής στον Μαξ Ρίχτερ στα Felix 2008
Βραβείο κοινού στο Διεθνές Φεστιβάλ Βαρσοβίας
Επίσημη συμμετοχή στο 61ο Φεστιβάλ των Καννών το 2008.
Υποψήφια για τα βραβεία Golden Trailer Awards στην κατηγορία της καλύτερης animated ταινίας.
Επίσημη Υποψηφιότητα Ισραήλ στην ξενόγλωσση κατηγορία των Oscar
Υποψηφιότητα για Oscar στην κατηγορία Animation
Υποψηφιότητα σε 4 βασικές κατηγορίες για τα Felix 2008 της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου
Επίσημη συμμετοχή στο φεστιβάλ του Τορόντο
Επίσημη συμμετοχή στο φεστιβάλ Νεας Υόρκης
Επίσημη συμμετοχή στο φεστιβάλ Κάρλοβυ Βαρυ
Επίσημη συμμετοχή στο φεστιβάλ Λονδίνου
Επίσημη συμμετοχή στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης


Η ταινία :

H Υπόθεση

Ένας άντρας ξενυχτά σε ένα μπαρ. Τον λένε Άρι και είναι σκηνοθέτης. Συνομιλεί με έναν φίλο του που του εξομολογείται πως κάθε βράδυ στον ύπνο του τον κυνηγούν 26 σκυλιά. Κάθε βράδυ ο ίδιος αριθμός. Συμπεραίνουν πως αυτό θα έχει να κάνει και με τη θητεία των δύο ανδρών στον Ισραηλινό στρατό στον πρώτο πόλεμο του Λιβάνου στις αρχές της δεκαετίας του '80. Μόνο που ο Άρι δεν έχει την παραμικρή θύμηση από τον πόλεμο στον οποίο ήταν κι αυτός παρών. Ψάχνει λοιπόν τους ανθρώπους από το παρελθόν του, εννιά γνωστούς και φίλους, τους ζητά να αφηγηθούν κι αυτοί τις εμπειρίες τους και ψάχνει την αλήθεια για αυτό το κομμάτι του εαυτού του που ο ίδιος ακούσια διέγραψε. Και σιγά σιγά, εικόνες άλλοτε ρεαλιστικές και άλλοτε σουρρεαλιστικές διαγράφονται με τα μάτια της φαντασίας του... Ή μήπως με αυτά της μνήμης του;

Η τεχνική :

Βασισμένο σε μεγάλο βαθμό στην προσωπική εμπειρία του σκηνοθέτη Άρι Φόλμαν, ένα ντοκιμαντέρ για τη μνήμη, τον πόλεμο, την ανθρώπινη φύση, που προτείνει ένα εντελώς πρωτότυπο φορμάτ , το οποίο αναδεικνύει τη μαγική διάσταση κάθε προσωπικής μαρτυρίας. Η παραγωγή της διήρκησε τέσσερα χρόνια, εκ των οποίων το πρώτο ήταν αφοσιωμένο στην συλλογή συνεντεύξεων. Τα γυρίσματα έγιναν σε πρώτη φάση στο στούντιο σε real video και το animation έγινε με την τεχνική του rotoscoping, με την οποία ο animator μεταφέρει στο cartoon τις φιγούρες που βλέπει στις live action φιλμαρισμένες σκηνές. To rotoscope επινοήθηκε από τον Max Fleischer και τα πιο πρόσφατα δείγματα αυτής της, ψηφιοποιημένης, πια, τεχνικής είναι το «Waking Life» και το «A Scanner Darkly» του Richard Linklater.

Η Ιστορία :

Bashir Gemayel ήταν το όνομα του Χριστιανού προέδρου του Λιβάνου που ανέδειξαν οι εκλογές του Αυγούστου του 1982. Απόγονος του Pierre Gemayel - που το 1936 ίδρυσε το Κόμμα της Φάλαγγας (μετά την επίσκεψή του στη ναζιστική Γερμανία). Δολοφονήθηκε τον ίδιο Αύγουστο, κατά τη διάρκεια της ορκωμοσίας του στα κεντρικά των Φαλαγγιτών, από έναν ισχυρότατο εκρηκτικό μηχανισμό. Ήταν πολιτική φιγούρα φιλικά προσκείμενη στον Αριέλ Σαρόν -που το 1982 ήταν ακόμα Υπουργός Άμυνας. Ο τελευταίος, το ίδιο καλοκαίρι είχε βάλει σε εφαρμογή τη δική του, μυστική ατζέντα. Ενώ στρατεύματα των Ισραηλινών είχαν ήδη καταλάβει το Νότιο Λίβανο σε μια ζώνη 40 χλμ, για να αποτρέψουν τις επιθέσεις των Παλαιστινίων που χρησιμοποιούσαν την περιοχή ως οχυρό για επιθέσεις στο Βόρειο τμήμα του Ισραήλ, ο Σαρόν, χωρίς την έγκριση της υπόλοιπης Ισραηλινής κυβέρνησης, οδήγησε τις δυνάμεις του IDF (Israeli Defense Forces - Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις), σε μια επιχείρηση κατάληψης όλου του νοτίου τμήματος του Λιβάνου, συμπεριλαμβανομένης και της Βυρηττού. Δύο εβδομάδες πριν από τη δολοφονία, ξένα στρατεύματα είχαν φτάσει στη Βυρηττό για να επιβλέψουν την αποχώρηση των συριακών στρατευμάτων και των δυνάμεων της PLO (της Οργάνωσης Απελευθέρωσης της Παλαιστίνης) που είχε επιβληθεί μετά από την επίθεση των Ισραηλινών εναντίον των Σύριων που είχαν καταλάβει τα ανατολικά της πρωτεύουσας του Λιβάνου. Η αποχώρηση αυτή, 11.000 στρατιωτών, προέκταση και συνέχεια του εμφυλίου πολέμου στο Λίβανο, ανάμεσα σε μαρωνίτες και μουσουλμάνους μετά από επίθεση φαλαγγιτών σε δυνάμεις της PLO στη Βηρυτό, δεν αφορούσε τα γυναικόπαιδα, που στρατοπέδευσαν ως επί το πλείστον στα παλαιστινιακά στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα. Εκεί τους βρήκαν -και τους οδήγησαν σε μακελειό- οι χριστιανικές πολιτοφυλακές των φαλαγγιτών, που έστειλαν οι Ισραηλινές δυνάμεις ως αντίποινα για τη δολοφονία του Gemayel, το ίδιο κιόλας απόγευμα της δολοφονίας του. Ο αριθμός των θυμάτων μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει προσδιοριστεί, αλλά λογίζεται περί τις 3000. Η σφαγή της Σάμπρα και Σατίλα προκάλεσε τη διεθνή κατακραυγή, αλλά και αντιδράσεις εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών και στο εσωτερικό της χώρας. Το διεθνές ανακριτικό σώμα που συγκροτήθηκε ανάγκασε τον Αριέλ Σαρόν σε παραίτηση. Αυτό ασφαλώς δεν το εμπόδισε από το να εκλεγεί πρωθυπουργός της χώρας 20 χρόνια αργότερα.


Βιογραφικό του σκηνοθέτη:

Στα μέσα της δεκαετίας του '80, μόλις τελείωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, ο Άρι Φόλμαν εκπλήρωσε το παλιό του, παιδικό όνειρο να γυρίσει τον κόσμο με ένα σάκο στην πλάτη. Μετά από δυο βδομάδες, και αφού πέρασε από δύο μόλις χώρες, κατάλαβε πως αυτή η στάση ζωής δεν του ταίριαζε. Έμεινε λοιπόν σε κάποιους μικρούς ξενώνες στη Νοτιοανατολική Ασία, και από εκεί έστελνε γράμματα στους φίλους της, στα οποία περιέγραφε πως είχε το τέλειο ταξίδι... 'Έμεινε εκεί έναν ολόκληρο χρόνο, στον οποίο κατέγραψε τα φανταστικά του ταξίδια. Κάπως έτσι λοιπόν, αποφάσισε να γυρίσει στην πατρίδα του και να σπουδάσει κινηματογράφο. Στην πρώτη του ταινία, το «Comfortably Numb», ασχολήθηκε και πάλι με τους κοντινούς του φίλους και τη ζωή τους στο Τελ Αβίβ την περίοδο του Πρώτου Πολέμου του Κόλπου, όταν ιρακινά αεροπλάνα προσγειώνονταν σε όλη την πόλη. Μεταξύ 1991 - 1996 δούλεψε κυρίως για την ισραηλινή τηλεόραση, σκηνοθετώντας ντοκιμαντέρ κυρίως στις κατεχόμενες περιοχές. Το 1996 έκανε την ταινία μυθοπλασίας «Saint Clara», βασισμένη στο ομότιτλο έργο του Τσέχου συγγραφέα Πάβελ Κοχούτ που άνοιξε το τμήμα του Πανοράματος του Φεστιβάλ Βερολίνου και κέρδισε το βραβείο κοινού (πέρα από τις διακρίσεις που έλαβε και στην ίδια τη χώρα του, αλλά και τα βραβεία της επιτροπής στα φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι και της Βιέννης). Μετά από πέντε χρόνια, και αφού γύρισε και πολλά ακόμα τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ και υπέγραψε το σενάριο για πολυάριθμες σειρές, βρήκε χρόνο για τη δεύτερη ταινία φιξιόν του, το «Made in Israel» -μια ταινία φαντασίας που επικεντρώνεται στον τελευταίο ναζί που έχει μείνει ζωντανός στη γη. Το ντεμπούτο του στο animation το έκανε και πάλι για την τηλεόραση, στη σειρά ντοκιμαντέρ «The material that love is made of». Το κάθε επεισόδιο άνοιγε με ένα πεντάλεπτο animation στο οποίο επιστήμονες παρουσίαζαν τη δική τους θεωρία για την εξέλιξη του έρωτα. Έτσι πρωτοήρθε σε επαφή με τη φόρμα την οποία εφάρμοσε στην τελευταία του ταινία, «Waltz with Bashir».

Φιλμογραφία:

2004 The material that love is made of
2001 the third eye
2001 made in Ιsrael
1996 saint clara
1991 Comfortably numb

Η δήλωση του σκηνοθέτη:
«Για πολλά χρόνια είχα τη βασική ιδέα στο μυαλό μου για το “Waltz with Bashir”, αλλά δεν ήθελα να το γυρίσω με πραγματικά πρόσωπα, ήθελα εξ αρχής να είναι animated. Πώς θα μπορούσε να είχε γυριστεί αυτό διαφορετικά; Θα ήταν απλώς ένας μεσήλικας σε μαύρο φόντο που θα αφηγούταν ιστορίες, θα έλεγε ιστορίες που συνέβησαν είκοσι πέντε χρόνια πριν, χωρίς κανένα αρχειακό υλικό να τις υποστηρίζει. Θα ήταν τόσο απίστευτα βαρετό! Έτσι σκέφτηκα να το γυρίσω όπως το γύρισα, με σκίτσο. Ο πόλεμος είναι τόσο σουρεαλιστικός και η μνήμη μπορεί να σε προδώσει τόσο εύκολα, που σκέφτηκα να διαβώ το μονοπάτι των αναμνήσεων μόνο με τη βοήθεια κάποιων πολύ προσεγμένων επινοημένων εικόνων... Η ταινία γυρίστηκε στην αρχή σε real video, σε ένα στούντιο και μονταρίστηκε σε ένα υλικό 90 λεπτών. Μετά σχεδιάστηκε σε story board και μετά σε 2300 σκίτσα τα οποία στη συνέχεια «εμψυχώθηκαν». Το σενάριο βασίστηκε στη δική μου, πολύ προσωπική ιστορία. ακολουθεί εκείνο το σημείο της ζωής μου μετά από το οποίο κατάλαβα πως υπήρχαν μερικά πολύ σημαντικά σημεία της ζωής μου για τα οποία είχα κενά μνήμης. Πέρασα μια τεράστια ψυχολογική κρίση κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Ανακάλυψα πολλά βαριά πράγματα ατενίζοντας το παρελθόν μου ενώ, εν τω μεταξύ όλα αυτά τα χρόνια η γυναίκα μου και εγώ φέραμε τρία παιδιά σε αυτόν τον κόσμο. Αυτό θα σας κάνει να αναρωτιέστε, αν όλα αυτά τα έκανα για τα παιδιά μου. Όταν μεγαλώσουν και δουν την ταινία μπορεί να τους βοηθήσει να πάρουν τη σωστή απόφαση, που είναι να μην πάρουν μέρος σε κανέναν πόλεμο, όποιος κι αν είναι αυτός».


Διεθνή media:
«Η αξιοσημείωτη, έντονη δουλειά του Folman σε στοιχειώνει, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ταινία animation έχω δει ποτέ. Ζωγραφισμένο στο χέρι, σαν ωμό, underground κόμικ, συλλαμβάνει τη μάχη του σκηνοθέτη να κυνηγήσει τις μνήμες του τί είδε και τί έκανε κατά τη διάρκεια του Ισραηλινού πολέμου στις αρχές της δεκαετίας του '80, κατά τη διάρκεια της θητείας του στον ισραηλινό στρατό. [...] Το να ανασύρουν αυτές τις μνήμες θα πρέπει να υπήρξε θεραπευτικό για τους άνδρες που ενεπλάκησαν στην παραγωγή, αλλά το νόημα του “Waltz...” είναι ακόμα μεγαλύτερη. Είναι ένα παράξενο, προκλητικό, καθηλωτικό φιλμ, του οποίου το χαρμάνι των ειδών και η ουσία οφείλουν να φτάσουν σε ένα μεγαλύτερο, παγκόσμιο κοινό».
Jacob Dylan, Salon.com

«Μια κινηματογραφική περιπέτεια, στην οποία η κάμερα μετακινείται με τόλμη, κάνοντας απίθανα ζουμ μέσα στα ζωγραφισμένα καρέ. Παρά τη θηριωδία που περιγράφεται και την λεπτομερή, κοντινή ματιά του σκηνοθέτη στα γεγονότα, οι στιγμές της έκπληξης, του αστείου, της απόκοσμης ομορφιάς, δείχνουν με ανατριχιαστική καθαρότητα τον τρόπο με τον οποίο οι αναμνήσεις είναι σπαρμένες μέσα σου, ζωντανές σαν τις στιγμές του παρόντος. Συγκλονιστικά καλή απεικόνιση του μηχανισμού της ανθρώπινης μνήμης, και μαζί ένα υπέροχο, ανήσυχο φιλμ στο σύνολό του, που ξεπερνά τα δεδομένα των ντοκιμαντέρ που πραγματεύονται αντίστοιχη θεματολογία.
Alison Willmore, Independent Film / IFC.com

«Η πείρα του Folman ως ντοκιμαντερίστα φαίνεται στην εξαιρετική σύνθεση μιας συμπαγούς αφηγηματικής γραμμής που προκύπτει από την ένωση διαφόρων ιστοριών στο φορμάτ του ντοκιμαντέρ, που επιδεικνύει την υψηλή του τεχνική και λανσάρει μια εντελώς μοναδική καλλιτεχνική έκφραση».
Moland Fengkov, Plume Noire

«Ένα θέμα που θα μπορούσε να είχε δοθεί εντελώς συμβατικά, προσθέτοντας απλώς μία ακόμη ταινία στη μακριά λίστα ταινιών για τις φρικαλεότητες του πολέμου, μετουσιώνεται μέσω της χρήσης του animation σε κάτι ιδιαίτερο, παράξενο και ιδιότυπα δυνατό».
Leslie Felperin, Variety

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ ΕΓΡΑΨΕ

«Η κρίση του Λιβάνου, η φρίκη και ο παραλογισμός του πολέμου , μέσα από μια θαρραλέα, ποιητική και συνάμα στιβαρή ματιά. Μια ταινία που αξίζει να δείτε.»
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ Νινος Φενεκ Μικελίδης

"Γυρισμένο αρχικά σε ψηφιακή μορφή, το «Waltz With Bashir» μονταρίστηκε ως μια ολοκληρωμένη 90λεπτη ταινία και στη συνέχεια έγινε κινούμενο σχέδιο (όχι όμως με την τεχνική του rotoscoping την οποία χρησιμοποίησε ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ στο «A Scanner Darkly»). Συνδυασμός κλασικού animation, κινουμένου σχεδίου Flash και τρισδιάστατου σχεδίου, η ταινία «ζωγραφίστηκε» από την αρχή (με 2300 σχέδια) υπό την επίβλεψη του καλλιτεχνικού διευθυντή Ντέιβιντ Πολόνσκι για να ζωντανέψει το όραμα του Φόλμαν, να εκπροσωπήσει μια δημόσια συγνώμη του Ισραήλ για την σφαγή."
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΡΑΝΑΚΗΣ περιοδικό ΣΙΝΕΜΑ

"Το ισραηλινό φιλμ «Βαλς με τον Μπασίρ» του Αρι Φόλμαν, πηγαίνει όχι μόνο το είδος, αλλά και τον ίδιο τον κινηματογράφο ως τέχνη και ποιοτική ψυχαγωγία πολλά μίλια παραπέρα από εκεί που βρίσκεται."
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΙΜΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ

«Η φετινή έκπληξη του φεστιβάλ Κανών ήταν ένα animation που ήρθε από το πουθενά -συγκεκριμένα από το Ισραήλ- και συνδύασε μοναδικά το ιστορικό ντοκουμέντο, τα αντιπολεμικά μηνύματα και μια συγκινητική ανθρώπινη ιστορία. Ο σκηνοθέτης ανατρέχει στις προσωπικές του μνήμες από τη σφαγή των Παλαιστινίων προσφύγων στους καταυλισμούς του Λιβάνου στις αρχές της δεκαετίας του '80, εξομολογείται τους φόβους, τις ενοχές και τα όνειρα ενός ολόκληρου έθνους, αιφνιδιάζοντάς μας με την κινηματογραφική τεχνική και την πολιτική του τόλμη. Ποιος είπε ότι τα κινούμενα σχέδια είναι διασκέδαση μόνο για ανηλίκους;»
ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ Χρήστος Μήτσης

Ο Ισραηλινός Αρί Φόλμαν επιστρέφει είκοσι έξι χρόνια μετά και μέσα από το αυτοβιογραφικό animation Βαλς με τον Μπασίρ, στα προσφυγικά στρατόπεδα της Σάμπρα και της Σατίλα, τα γνωστά και καταγεγραμμένα στην ιστορία κολαστήρια θανάτου χιλιάδων Παλαιστινίων, όπου εξοντώθηκαν υπό το βλέμμα του ισραηλινού στρατού, στον οποίο ο νεαρός τότε σκηνοθέτης υπηρετούσε.
LIFO Θοδωρης Κουτσογιαννόπουλος
(Μπορείτε να διαβάσετε τις αναλυτικές κριτικές του Ελληνικού Τύπου στα σχόλια αυτής της ανάρτησης)

Ένα Σχόλιο με αφορμή την ταινία
Πώς μπορείς να μιλήσεις για έναν πόλεμο, χωρίς να επιλέξεις πλευρά;
Πώς μπορείς να μην επιλέξεις πλευρά και αυτό να μην είναι απάνθρωπο, αλλά ανθρώπινο (πολύ ανθρώπινο);
Πώς μπορείς να αποφύγεις την παγίδα του αυτονόητου, πως δηλαδή, φυσικά, κάθε πόλεμος είναι εξ ορισμού κακός;
Πώς μπορείς να μιλήσεις για την καθαρή, εξωτερική πραγματικότητα, για γεγονότα, έχοντας ως αφετηρία (και προορισμό) την προσωπική μνήμη, την υποκειμενική αντίληψη και το ειδικό βάρος της εμπειρίας;
Και πώς μπορείς να αποδώσεις όλα τα παραπάνω με εικόνες ρεαλιστικές, αλλά και που ξεπερνούν κάθε φαντασία ή με εικόνες μαγικά υπερ-ρεαλιστικές που έχουν ως πρώτη ύλη τους τις πιο ακατέργαστες σκηνές αυτού του κόσμου;

Με τον τρόπο του Άρι Φόλμαν, όλα τα παραπάνω συγχωνεύονται, μετουσιώνονται σε ένα μοναδικό κινηματογραφικό γλωσσικό ιδίωμα. Αυτή του η αισθητική δεν υπερκερνά απλώς τις δυσκολίες της παραγωγής. Λειτουργεί και ως μια μεταφορά για τη φιλοσοφία του. Σκίτσα πάνω σε κάδρα αληθινής δράσης.
Αυτό δεν είναι και η μνήμη;
Μορφές που διαγράφονται πάνω σε ήδη δοσμένα γεγονότα. Ένας μηχανισμός που βάζει τον άνθρωπο στο χάρτη. Ο σκηνοθέτης, (λόγω του ρόλου του στην ταινία αλλά και λόγω ιδιότητας) είναι ένας άνθρωπος που καταδιώκει τη μνήμη του -όσο κι αν τις πιο πολλές φορές είναι οι μνήμες που μας κυνηγάνε. Ένας σκηνοθέτης γυρίζει μια ταινία, σαν να πρόκειται για ψυχοθεραπεία. Ένας άνδρας, για να παραμείνει άνθρωπος, προσπαθεί να γυρίσει στο παρελθόν του. Για την ακρίβεια, προσπαθεί να γυρίσει το παρελθόν του με όρους κινηματογραφικών πλάνων. Η μνήμη, έτσι κι αλλιώς, είναι μια λειτουργία κινηματογραφική. Μοντάρουμε μέσα μας τις σκηνές του παρελθόντος για να βγάλουμε ένα κάποιο νόημα, κάνουμε ζουμ στα πρόσωπα που μας ενδιαφέρουν, αφήνουμε εκτός κάδρου αυτά που μας πόνεσαν, κάνουμε jump-cuts σε άλλα χρονικά επίπεδα, σε άλλους τόπους ή και πραγματικότητες.
Το «Waltz with Bashir», λοιπόν, δεν είναι απλώς ένα ακόμα ντοκιμαντέρ για τον πόλεμο, είναι ταυτόχρονα και ένα ντοκιμαντέρ για τη λειτουργία και την πραγματικότητα της ανθρώπινης μνήμης. Ο πόλεμος έξω, στο πεδίο της μάχης, μετατοπίζεται στο πεδίο της μνήμης, με βασικό αντίπαλο τη συνείδηση, την ενοχή, τη συνενοχή. Λιγότερο αιματηρός, αλλά και πάλι, έντονος και αμείλικτος.
Ο έξω κόσμος, μέσα.
Σε μια εποχή στην οποία «κανένας στίχος δεν ανατρέπει καθεστώτα», οι στροφές ενός βαλς ακούγονται πιο δυνατά κι από τις ριπές των όπλων. Εν έτει 2008, το Ισραήλ γιορτάζει περίτρανα εξήντα χρόνια από την ίδρυση του επίσημου κράτους του. Η Βυρηττός, που ακόμα δεν μάζεψε όλα της τα ερείπια από τον πόλεμο που την ισοπέδωσε πριν από δύο χρόνια, οδηγείται, για άλλη μια φορά, σε εσωτερικές αναταραχές. Το «Μεσανατολικό» χρησιμοποιείται ακόμα, λυπηρά και ειρωνικά μαζί, ως σχήμα λόγου για όλα τα άλυτα προβλήματα της ανθρωπότητας. Το Παλαιστινιακό, ακόμα μια πληγή. Οι νεκροί της Σάμπρα και Σατίλα μοιάζουν να κρύβονται -στο τέλος της ταινίας, στα περιθώρια της ιστορίας. Ζωντανεύουν όμως στη μνήμη. Σαν μια πρόκληση, για όλα όσα ο άνθρωπος αρνείται να δει και να αντιμετωπίσει. Σαν μία ακόμα υπενθύμιση…

Για να ευλογήσουμε και τα… «γένια» της μπλογόσφαιρας
δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο ελληνόφωνο δημοσίευμα
για την ταινία έγινε από τον Blogger “αλλου κι αλλου»
επίσης μια ενδιαφέρουσα ανάπτυξη της επικαιρότητας εδώ:

27 σχόλια:

Seven Films είπε...

Το ιστορικό background (για να μην χάσετε τα αβγά και τα πασχάλια):
Τον Αύγουστο του 1982, συμβαίνει ένα περίεργο τουρλουμπούκι στο Νότιο Λίβανο, με τους Ισραηλινούς να έχουν καταλάβει μια ζώνη περίπου 40 χλμ. στην ξένη χώρα προκειμένου να κοντράρουν τις επιθέσεις των Παλαιστινίων (που χρησιμοποιούσαν ως οχυρό τους εκείνη την περιοχή του Λιβάνου), και τον Αριέλ Σαρόν, τότε υπουργό αμύνης του Ισραήλ, να επιχειρεί να προχωρήσει αυτή την στρατιωτική κατάληψη μέχρι και την Βηρυτό. Στην οποία Βηρυτό, έχει πλακώσει ταυτόχρονα όλος ο καλός ο κόσμος των διεθνών δυνάμεων, για την ειρηνική επίλυση της κατάστασης, και την προστασία μεταξύ άλλων ενός τεράστιου προσφυγικού πλήθους παλαιστινίων γυναικόπαιδων στα στρατόπεδα της Σάμπρα και της Σατίλα. Την ημέρα που ο Μπασίρ Γκεμαγιέλ (ο Μπασίρ του τίτλου της ταινίας) νεοεκλεχθείς πρόεδρος του Λιβάνου από το κόμμα των Χριστιανών Φαλαγγιτών πάει να ορκιστεί, του σκάει ένα εκρηκτικό πετρογκάζι στα μούτρα και πέφτει σέκος και εντελώς πεθαμένος. Οι φαλαγγίτες ζητούν αντίποινα, και στο λάου λάου, τους τα παρέχουν αφειδώς οι Ισραηλινές δυνάμεις, οδηγώντας τους, στα στρατόπεδα της Σάμπρα και της Σατίλα και παρακολουθώντας τους αμέτοχοι να σφαγιάζουν περίπου 3.000 άμαχους. Ο Σαρόν οδηγείται σε παραίτηση, και 20 χρόνια μετά εκλέγεται πρόεδρος του Ισραήλ. Καλά Χριστούγεννα και ευτυχισμένο το νέο έτος εύχομαι και σε χριστιανούς και σε εβραίους.
Η ταινία:
Η ιστορία σαν μνήμη ιδρωμένου εφιάλτη, ο πόλεμος σαν μια καρτουνίστικη σύγχιση, η ηθική σαν βάμμα ιωδίου διαλυμένο σε νερό λερωμένο από γκριζογάλανες νερομπογιές. Το «Βαλς με τον Μπασίρ», η μεγάλη αδικημένη ταινία του τελευταίου φεστιβάλ των Κανών, μετατρέπει το ντοκιμαντέρ σε βίωμα, και το βίωμα σε νουάρ κινούμενο σχέδιο, σπάζοντας κάθε όριο στον κινηματογράφο της πολιτικής και ηθικής αφύπνισης, κατορθώνοντας να μη θυσιάσει ούτε δράμι της καλλιτεχνίας προς όφελος της καταγγελίας και αντίστροφα. Ένα μοναδικό στα χρονικά πείραμα, η μετατροπή ενός πολιτικού ντοκιμαντέρ σε κινούμενο σχέδιο σουρεαλιστικών αναμνήσεων και φροϋδικών επεξηγήσεων, στέφεται με απόλυτη, και τρομακτική για το συναίσθημα του θεατή επιτυχία, δημιουργώντας μία ταινία – πρότυπο, που θα είναι δύσκολο να επαναληφθεί σαν εγχείρημα, εφ’ όσον κάτι τέτοιο προϋποθέτει πέρα από ιδιαίτερο ταλέντο και ευαισθησία, περίσσευμα κινηματογραφικής, ιστορικής και ηθικής ευθύνης. Ένας σκηνοθέτης, ο Άρι (που είναι και το όνομα του σκηνοθέτη της ταινίας) ακούει από έναν φίλο του την αφήγηση του ονείρου του, το ίδιο όνειρο κάθε βράδυ: να τον παίρνουν στο κυνήγι 26 σκυλιά. Ο Άρι και ο φίλος, υπηρέτησαν μαζί στον πρώτο πόλεμο του Λιβάνου, στις αρχές του 80, όμως ο Άρι δεν έχει την παραμικρή μνήμη από εκείνες τις ημέρες. Παρών απών, σε έναν πόλεμο για τον οποίο πρέπει να μάθει την αλήθεια, ο Άρι αναζητά κι άλλους συμπολεμιστές, προσπαθώντας να συνθέσει το παζλ της χαμένης του μνήμης. Και του λόγου που αυτή η μνήμη διαγράφτηκε. Και σιγά σιγά, μέσα από την παραίσθηση, γεννιέται η αίσθηση, σαν το ξημέρωμα ενός λυτρωτικού πρωινού μετά από μια βακχική νύχτα. Τι γίνεται όμως όταν η λύτρωση αυτού του πρωινού, δεν φωτίζεται από ένα απαλό, ευγενικό φως, αλλά από την εκτυφλωτική λάμψη του λιβανέζικου ήλιου, μέσα σε ένα σκονισμένο τοπίο αίματος και πτωμάτων; Με ένα συνεχές αισθητικό και συναισθηματικό μανιπιουλάρισμα του θεατή, τη βύθιση του στη μέθη και την ασφαλή αμφιβολία της κινηματογραφικής μυθοπλασίας μέχρι το βίαιο ξεμπρόστιασμά του μπροστά στην φρικαλεότητα της αλήθειας, τη διατήρηση της ανασφάλειάς του απέναντι στο φαίνεσθαι και το είναι μέσα από τη χρήση μιας κατ’ εξοχήν αντιρεαλιστικής γραφής, αυτής του κινουμένου σχεδίου (και εν προκειμένω της τεχνικής του rotoscope, της ψηφιακής επιχρωμάτισης δηλαδής κανονικών λήψεων) και την γραμμένη από τις πιο μελανές σελίδες της σύγχρονης ιστορίας, κατάληξη, γεννιέται ένα μοντέρνο και εκρηκτικό αριστούργημα που μπορεί άφοβα να χαρακτηριστεί μοναδικό εφ’ όσον είναι αμφίβολο αν τα επί μέρους στοιχεία του, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ξανά σε ένα ανάλογο εγχείρημα με τόση αποτελεσματικότητα, ευαισθησία, τεχνική, και καθαρότητα. Το «Βαλς με τον Μπασίρ», δεν είναι τίποτα λιγότερο ή περισσότερο, από ένας δαιμονικός χορός, αποφασισμένος να σε στροβιλίσει με τόση ταχύτητα, όση χρειάζεται για να αισθανθείς τον άνεμο γύρω σου να σου χαράζει το πρόσωπο.
Τάσος Θεοδωρόπουλος ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ

Seven Films είπε...

Μια αγέλη λυσσασμένων σκυλιών τρέχει αφηνιασμένη στους δρόμους μιας πόλης. Είκοσι έξι σκυλιά διψασμένα για αίμα σταματούν κάτω από ένα παράθυρο. «Εχουν έρθει για να σκοτώσουν», λέει ο Μπόαζ εξομολογούμενος τον εφιάλτη που τον βασανίζει πάνω από δύο χρόνια, στον φίλο του Αρι, σκηνοθέτη στο επάγγελμα. Βετεράνοι και οι δύο του ισραηλινού στρατού από τον πρώτο πόλεμο του Λιβάνου το 1982, πίνουν τις πρώτες πρωινές ώρες σε ένα μπαρ. Ο πρώτος, τυραννισμένος από τις αναμνήσεις, ζητά από τον δεύτερο να κάνει μια ταινία για τον πόλεμο. Ομως, ο Αρι δεν θυμάται τίποτα από τη δική του δράση.

Ταρακουνημένος από το όνειρο του φίλου του, θα αρχίσει να αναζητά το χαμένο κομμάτι της μνήμης του, διερευνώντας τη μοναδική ανάμνηση ή, πιο σωστά, παραίσθηση που έχει: ενώ ο νυχτερινός ουρανός φωτίζεται από πορτοκαλί φωτοβολίδες, ο ίδιος κρατώντας ένα όπλο στα χέρια του βγαίνει γυμνός από τη θάλασσα και περπατά στην παραλία.

Κατόπιν, μπαίνει στην πόλη του Λιβάνου. Γύρω του αρχίζουν να τρέχουν αλλόφρονες γυναίκες... Ο Αρι επισκέπτεται παλιούς φίλους και συμπολεμιστές. Ζητά να τον διαφωτίσουν σχετικά με τα όσα έγιναν στην εισβολή. Ποιος ο ρόλος του στη σφαγή των αμάχων στους παλαιστινιακούς προσφυγικούς καταυλισμούς της Σάμπρα και της Σατίλα; Οταν η πολιτοφυλακή των Χριστιανών Φαλαγγιτών, οπαδών του δολοφονημένου προέδρου του Λιβάνου, Μπασίρ Τζεμαγιέλ, πήρε εκδίκηση στο πλαίσιο του λιβανικού εμφυλίου, υπό το βλέμμα των ισραηλινών στρατευμάτων.

«Η μνήμη είναι δυναμική. Ζωντανή. Αν κάποιες λεπτομέρειες λείπουν, η μνήμη γεμίζει τα κενά με πράγματα που δεν συνέβησαν ποτέ». Ακολουθώντας αυτή την παραδοχή, ειπωμένη από έναν φίλο του ψυχίατρο, ο Αρι ανασυνθέτει ό,τι έχει απωθήσει από το μνημονικό του.

Πρωταγωνιστής στην ταινία του ψυχαναλύεται μέσα από ένα μωσαϊκό κινουμένων σχεδίων -πότε πότε ποιητικό και διαβολεμένα όμορφο- που μπορεί, εν μέρει, να απαλύνει την αγριότητα του πολέμου, αλλά συντελεί γλαφυρά στην κινηματογραφική αναπαράσταση της κατακερματισμένης μνήμης, η οποία βρίσκεται ανάμεσα στην πραγματικότητα και το υποσυνείδητο.

Τι πιο παραστατικό για τον θεατή να ανασυνθέσει κατά προσέγγιση όσα θυμάσαι μέσα από ένα ζωντανό κινούμενο σχέδιο, τι πιο ειλικρινές από το να εκθέσεις την προσωπική σου ευθύνη σε έναν πόλεμο μέσα από τη δημόσια έκθεση των φόβων, των τύψεων και των συνειδητών σου παραβλέψεων;

Το σχεδόν αυτοβιογραφικό «Βαλς με τον Μπασίρ» του Αρι Φόλμαν ξεφεύγει από τη συνηθισμένη φόρμα του ντοκιμαντέρ. Σχεδιάζοντας το σκηνικό και τις φιγούρες με τρεις διαφορετικούς τρόπους (μείγμα κλασικού κινουμένου σχεδίου με κινούμενο σχέδιο flash, όπως και τρισδιάστατο), ο σκηνοθέτης και οι συνεργάτες του μετέτρεψαν όσα είχαν καταγράψει σε ψηφιακό βίντεο (ο Φόλμαν ηχογράφησε τις συνεντεύξεις εννέα ανθρώπων, επτά από τους οποίους συμφώνησαν να εμφανιστούν στην κάμερα ενώ για το ντουμπλάζ της φωνής δύο εξ αυτών χρησιμοποιήθηκαν ηθοποιοί) σε ταινία με όραμα.

Σε ένα πρωτοποριακό στην τεχνοτροπία, το ύφος και την αφηγηματική του φόρμα οδοιπορικό στο παρελθόν, που μπλέκει το αληθινό με το σουρεαλιστικό για να αποκαλύψει το αντιπολεμικό του μήνυμα: κανένας πόλεμος δεν συντελείται χωρίς συλλογικό και προσωπικό κόστος, κανένας πόλεμος δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως δικαιολογία για τη δολοφονία αθώων πολιτών. Στο τέλος, όλες οι μαρτυρίες των συνεντευξιαζόμενων αποδεικνύονται «ένα άσχημο όνειρο» σε σύγκριση με το σοκ που προκαλεί το αρχειακό, δημοσιογραφικό υλικό από τον τόπο του εγκλήματος, καθώς ξεσκεπάζει τη φρίκη στις πραγματικές της διαστάσεις.

Αντα Δαλιάκα ΕΘΝΟΣ

Seven Films είπε...

Αυτομαστίγωμα

Και μετά σου λένε πως κακοί όλοι οι Ισραηλινοί και όλοι οι Παλαιστίνιοι εξαιρετικοί. Πετάξτε τις παρωπίδες, ανοίξτε τα μάτια για να δείτε μεγάλες αληθινές ελπίδες. Με πρώτη και καλύτερη το animation «Βαλς με τον Μπασίρ» (Vals im Βashir) του Ισραηλινού Αρί Φόλμαν. Από καρδιάς και με καθαρό μυαλό, μέσα στις καλύτερες ταινίες που μας φέρνει ο χρόνος αυτός! Συμφωνώ και προσυπογράφω το μοτίβο που συνοδεύει τον τίτλο αυτής της χάρτινης, αλλά τόσο ζωντανής και σπαρακτικής ιστορίας: Πράγματι, «Δεν υπάρχει πιο συνταρακτικό πράγμα από την ηθική της αλήθειας». Έτσι λοιπόν- και προχωράω στο στόρι που επινόησε ο Φόλμαν, σκαλίζοντας τα εφιαλτικά γεγονότα που προκάλεσε η πρώτη κανιβαλική εισβολή του Ισραήλ στον Λίβανο στις αρχές της δεκαετίας ΄80. Όταν ένας σκηνοθέτης με το όνομα Αρί (ο ίδιος ο γενναίος και ταλαντούχος κινηματογραφιστής), που εμφανίζει μεγάλα χάσματα μνήμης, αναζητεί την αλήθεια και σαν ιδιωτικός ντεντέκτιβ χτυπάει τις πόρτες φίλων και συμμαχητών, για να τους «ανακρίνει» με το ερώτημα «τι έγινε τότε; Ήμουν κι εγώ εκεί;». Και έτσι, όπως στα φιλμ νουάρ του Ντάσιελ Χάμετ και του Ρέιμοντ Τσάντλερ αρχίζει να ξετυλίγει το κουβάρι. Των γεγονότων και των ενοχών. Έτσι τα χάσματα της μνήμης του Αρί αναπληρώνονται από φρικτές εικόνες, εκατοντάδων νεκρών, από τη μυρουδιά καμένης σάρκας και από τον εκκωφαντικό θόρυβο ρουκετών. Η αλήθεια συντριπτική. Ναι, σκοτώσαμε άμαχο πληθυσμό. Και το ερώτημα μοιάζει, αλλά δεν είναι υπαρξιακό. Πώς μπόρεσα να κάνω τέτοια πράγματα εγώ;

Σπουδαία στιγμή. Τόσο στην κινηματογραφία όσο και για την πορεία ενός ολόκληρου λαού. Ο Αρί είναι το συλλογικό υποκείμενο του Ισραήλ. Παίρνει πάνω του όλες τις «αμαρτίες» της πατρίδας του. Αυτομαστιγώνεται χωρίς να εκλιπαρεί ίχνος επιείκειας, δικαιολογίας, προφάσεων και πρόχειρων αντιφάσεων. Δεν επικαλείται καν- όπως οι εγκληματίες του Ναζισμού- τις άνωθεν εντολές και την υπακοή των στρατευμένων στους αξιωματικούς και την κυβέρνηση της χώρας. Ο φόνος- λέει ο Αρί Φόλμαν- είναι φόνος. Ο πόλεμος ιμπεριαλιστικός. Τα θύματα προέρχονται από τον άμαχο πληθυσμό. Πάει τέλειωσε. Κουρέλια η συνείδησή μου. Αποκαΐδια ο ανθρωπισμός μου. Τα χέρια μας έχουν βουτήξει σε ωκεανούς αίματος. Τέτοια τιμιότητα και τόση ειλικρίνεια ούτε στα «Γράμματα από το Ίβο Τζίμα» του Κλιντ Ίστγουντ.

Μεγάλο επίτευγμα καλλιτεχνικό. Με αφομοιωμένες επιρροές από τη «μαύρη» αμερικανική, αστυνομική λογοτεχνία και από τα animation made in USΑ. Χάρτινοι ήρωες με χαρακτήρες, Σκηνές από εφιάλτες. Στρατοκρατούμενο το περιβάλλον. Σκοτεινό, μαύρο το ύφος της σκηνοθεσίας. Από τις ελάχιστες στιγμές στην παγκόσμια κινηματογραφία όπου σ΄ ένα «είδος» καταγεγραμμένο ως παιδικό, εισβάλλουν και αξιολογούνται ο πόλεμος και η Ιστορία. Μεγάλο τόλμημα και ένα από τα top Αnimation όλων των εποχών. Πιστό. Τόσο στο είδος των κινούμενων σχεδίων (τεχνική) όσο και στο film noir (δομή). Τι να πω; Με ξεπερνάει. Τόσο ως κριτικό όσο και ως έναν πολέμιο των ιμπεριαλιστικών πολέμων. Μακάρι και άλλοι καλλιτέχνες από λαούς που έχουν διαπράξει τα ίδια και ακόμα χειρότερα, να διέθεταν μισό δράμι θάρρους απ΄ αυτόν τον Ισραηλινό.


«Βαλς με τον Μπασίρ»
Αυτομαστίγωμα Ισραήλ Μεγάλη στιγμή στη διαδρομή του
Αnimation
Μέσα στις top ταινίες του 2009
ΒΑΘΜΟΙ=8
(οπωσδήποτε)
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΑΝΙΚΑΣ ΤΑ ΝΕΑ

Seven Films είπε...

Τραγικά επίκαιρο το αριστουργηματικό καρτούν του Ισραηλινού Αρι Φόλμαν
Σε πολύ καλλιτεχνική εξελίχθηκε η αυριανή Πρωτοχρονιά, από κινηματογραφική άποψη, αφού μετακινήθηκε προς την ημερομηνία της μία από τις σημαντικότερες ταινίες του έτους κι άλλαξε το τοπίο. Η ταινία αυτή είναι το «Βαλς με τον Μπασίρ», για το οποίο γράψαμε πολλές φορές κι είναι το πιο σημαντικό ξενόγλωσσο φιλμ της χρονιάς μαζί με τα «Γόμορρα», τουλάχιστον απ’ αυτά που έχουμε δει. Δεν έχω ακούσει, όμως, να μας έχει διαφύγει κάτι, ωστόσο μέχρι να βγουν κι οι υποψηφιότητες για τα Οσκαρ, ας είμαστε λίγο συγκρατημένοι…

Waltz with Bashir)
Ισραηλ, 2008
Σκηνοθεσια: Αρι Φολμαν
Ειδος: Κινουμενο σχεδιο
Η ταινία αυτή ήταν μια αληθινή αποκάλυψη, ένα πολιτισμικό σοκ θα έλεγα, για όλους μας στις Κάννες. Είχαμε ήδη δει τον προηγούμενο χρόνο το «Περσέπολις» και καταλάβαμε στην πράξη, μια και δεν είμαστε δημιουργοί, τις άπειρες δυνατότητες του κινουμένου σχεδίου ως είδος. Με το «Βαλς με τον Μπασίρ» πήγαμε χιλιόμετρα μακριά από εκεί που μας άφησε το «Περσέπολις».

Ενας Ισραηλινός καλλιτέχνης κατέβαινε στην κινηματογραφική πιάτσα με μια καλώς εννοούμενη επίδειξη των τεχνικών και ψηφιακών μέσων που μπορεί να μεταχειριστεί για να δώσει ώθηση στο κινούμενο σχέδιο και κατέθετε ένα μοναδικά καλό γούστο σε χρώματα, πλάνα, ατμόσφαιρα.

Μα αυτό ήταν μόνο το περιτύλιγμα. Διότι ο αθεόφοβος Ισραηλινός χρησιμοποιούσε τα παραπάνω για να κάνει ένα πολιτικό δράμα, που να μοιάζει έργο υπόθεσης, αλλά να σε μπερδεύει στην αλήθεια του, με το μήπως κι είναι ντοκιμαντέρ, με τι θέμα λέτε; Την εισβολή του ισραηλινού στρατού στο Λίβανο το 1982 και τη συμμετοχή, έστω με τη μορφή κάλυψης των σφαγέων φαλαγγιτών του Λιβάνου (με αρχηγό τον Μπασίρ του τίτλου), στα παλαιστινιακά στρατόπεδα της Σάμπρα και της Σατίλα. Και κατέληγε σε ένα δράμα υψηλής αυτοκριτικής για μια ταραγμένη ισραηλινή ανθρώπινη συνείδηση, πέρα από το δίκιο και το άδικο. Ποιο δίκιο και ποιο άδικο όταν εδώ υπάρχει καθολική σφαγή και άπειρος ανθρώπινος πόνος. Που δηλαδή και για έργο με ηθοποιούς να επρόκειτο πάλι θα μας συγκλόνιζε τόσο ως θέση κι αποτέλεσμα όσο και ως προέλευση.

Εδώ, όμως, όλα γίνονταν μέσω του κινούμενου σχεδίου. Κι εδώ πια ήμαστε ενώπιον της Τέχνης.

Δεν ήξερα τι να πρωτοθαυμάσω στην ταινία. Κατέληξα να θαυμάσω την τόλμη και να περιοριστώ σε αυτήν. Διότι ήταν μια τόλμη αληθινά καλλιτεχνική με το κινούμενο σχέδιο όσο κι ανθρώπινη και πολιτική με τη στάση του περιεχομένου.
ΥΓ.: Με ποιον θα συμπαραταχθώ στα Οσκαρ αν βρεθεί αντιμέτωπο με τα «Γόμορρα»; Αντιμετώπισα το ίδιο δίλημμα στην Ευρωπαϊκή Ακαδημία Κινηματογράφου, όπου έχω και δικαίωμα ψήφου ως μέλος…

ΤΙΜΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ
Mέλος της EFA (Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κιν/γράφου)

Ελεύθερος Τύπος

Seven Films είπε...

Συγκλονιστικό, αποκαλυπτικό, αυτοβιογραφικό ντοκιμαντέρ κινουμένων σχεδίων γύρω από τη σφαγή αθώων γυναικόπαιδων και αντρών στους προσφυγικούς παλαιστινιακούς καταυλισμούς του Λιβάνου, στη διάρκεια του πολέμου του Ισραήλ ενάντια στον Λίβανο.

Ιδιαίτερα τολμηρό, αλλά και επίκαιρο τώρα με την αιματηρή επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα αποδεικνύεται το ντοκιμαντέρ κινουμένων σχεδίων του Ισραηλινού, μέχρι πρόσφατα τηλεοπτικού ντοκιμαντερίστα, Αρι Φόλμαν. Το πρωτοείδαμε στις Κάνες και τώρα αρχίζει να προβάλλεται και σε μας. Το ντοκιμαντέρ ξεκινάει από τις προσωπικές αναμνήσεις του σκηνοθέτη στην προσπάθειά του να εξορκίσει τους εφιάλτες του από την εποχή της στρατιωτικής θητείας του στον πρώτο πόλεμο του Λιβάνου το 1982. Εποχή, όπου η πολιτοφυλακή των Χριστιανών Φαλαγγιτών, με την ανοχή και την ενθάρρυνση της τότε ισραηλινής κυβέρνησης, και συγκεκριμένα του τότε υπουργού Αμυνας, Αριέλ Σαρόν, επιδόθηκε ανενόχλητη στη σφαγή των κατοίκων -αθώων γυναικόπαιδων, νέων και ηλικιωμένων αντρών- στους παλαιστινιακούς προσφυγικούς καταυλισμούς της Σάμπρα και της Σατίλα. Σφαγή που ο ίδιος ο Φόλμαν χαρακτηρίζει «γενοκτονία», παραλληλίζοντάς την με τις εξοντώσεις στα ναζιστικά στρατόπεδα και παραλληλίζοντας τους υπαίτιους με ναζί!

Η ταινία παίρνει τον τίτλο της από μια ποιητική, σουρεαλιστική σκηνή, κάπου στην αρχή, όταν ένας Ισραηλινός στρατιώτης, στη διάρκεια μιας αψιμαχίας, αρχίζει ξαφνικά να χορεύει σ' ένα σταυροδρόμι της Βηρυτού κάτω από τις τεράστιες αφίσες του τότε προέδρου του Λιβάνου Μπασίρ Τζεμαγιέλ. Η ταινία αρχίζει με το επαναλαμβανόμενο όνειρο-εφιάλτη ενός άντρα που τον κυνηγούν 26 σκυλιά, όνειρο που αφηγείται αργότερα σ' έναν φίλο του κινηματογραφιστή, για να φτάσουν στο συμπέρασμα πως αυτό έχει σχέση με τη συμμετοχή τους στον πρώτο πόλεμο του Λιβάνου και τη σφαγή που ακολούθησε στους προσφυγικούς καταυλισμούς των Παλαιστινίων.

Γεγονός που τους σπρώχνει να συναντήσουν και να συζητήσουν με παλιούς φίλους και συντρόφους του πολέμου, με αποτέλεσμα ν' αποκαλυφθεί σταδιακά όλη η φρίκη της σφαγής. Σφαγή που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις στη διεθνή κοινότητα, με αποτέλεσμα το Ισραήλ να διατάξει έρευνα κατά την οποία ένοχος βρέθηκε ο Σαρόν, ο οποίος όχι μόνο εκδιώχθηκε από τη θέση του αλλά και του απαγορεύτηκε να συμμετάσχει στην κυβέρνηση -πράγμα που δεν τον εμπόδισε, 20 χρόνια μετά, να εκλεγεί πρόεδρος της χώρας!

Η ταινία είναι γυρισμένη με το σύστημα του animation, με τους χάρτινους χαρακτήρες να βασίζονται σε αληθινά πρόσωπα που ο σκηνοθέτης αρχικά κατέγραψε σε βίντεο και τα οποία θυμούνται λεπτομέρειες από τη σφαγή. Τα κινούμενα σχέδια, με τις διάφορες αφηγήσεις και τις συχνά ανατριχιαστικές λεπτομέρειες της σφαγής (ορισμένοι από τους συνεντευξιαζόμενους παραδέχονται ότι έβλεπαν ή γνώριζαν τι γινόταν χωρίς να επεμβαίνουν, αντίθετα περιμένοντας άλλους, ανώτερούς τους, να παρέμβουν!), δίνουν μιαν άλλη υπόσταση στην ταινία. Κάτι που σίγουρα δεν θα το πετύχαινε το ίδιο η όποια ρεαλιστική αναπαράσταση, ενώ οι αληθινές σκηνές από επίκαιρα της εποχής, με τις οποίες ο σκηνοθέτης τελειώνει, τα τελευταία πέντε λεπτά, την ταινία του, υπογραμμίζουν με τον πιο συγκλονιστικό τρόπο τη φρικαλεότητα της σφαγής. Πρόκειται για μια θαυμάσια, σπάνια στο είδος της ταινία, σημαντικό κατόρθωμα στον χώρο τόσο του πολιτικού κινηματογράφου όσο και σ' εκείνον του κινούμενου σχεδίου, που δεν πρέπει, για κανένα λόγο, να χάσετε.

ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

Seven Films είπε...

Ένα βράδι, σ΄ ένα μπαρ, ο ισραηλινός σκηνοθέτης Ari Folman ακούει έναν φίλο του να του διηγείται έναν επαναλαμβανόμενο εφιάλτη που έχει. Διαπιστώνοντας πως ο εφιάλτης βασίζεται σ΄ ένα γεγονός από τον Πόλεμο του Λιβάνου το 1982 (στον οποίο και οι δύο άνδρες ήταν συμπολεμιστές), ο σκηνοθέτης αναρωτιέται πώς και ο ίδιος δεν έχει παρά μονάχα μια μικρή ανάμνηση από τις ημέρες εκείνες. Ξεκινά, έτσι, ένα ταξίδι για να βρει κι άλλους συμπολεμιστές με σκοπό να θυμηθεί.

Ποιοι είναι οι μηχανισμοί της μνήμης; Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να μην έχει αναμνήσεις από έναν πόλεμο στον οποίο έλαβε μέρος; Πώς γίνεται, γεγονότα που μπορούν να σημαδέψουν μια συνείδηση για μια ζωή να απωθούνται και να εξαλείφονται από τον ανθρώπινο νου; Και, τελικά, ποια είναι η φύση της αλήθειας; Είναι δυνατόν να υπάρχει ανάμνηση χωρίς το αντίστοιχο βίωμα; Τέτοιου είδους ερωτήματα αναμοχλεύει ο σκηνοθέτης Ari Folman στο αυτοβιογραφικό animated ντοκιμαντέρ «Βαλς με τον Μπασίρ», αναπαριστώντας την έρευνα που έκανε στην πραγματικότητα για να καταλάβει για ποιο λόγο δεν μπορούσε να θυμηθεί τίποτα από τον πόλεμο στον οποίο συμμετείχε και τα φρικιαστικά γεγονότα που έζησε. Το αποτέλεσμα είναι μια από τις πλέον ποιητικές και συνταρακτικές ταινίες όλων των εποχών.

Δομημένο πάνω σε μια διαλεκτικής μορφής αναζήτηση της αλήθειας, το «Βαλς με τον Μπασίρ» ξεκινά ως μια ιδιότυπη ντετεκτιβική ιστορία, σηκώνοντας λίγο λίγο το χαλί του υποσυνείδητου, κάτω από το οποίο έχουν σπρωχτεί όλα τα αχρείαστα «σκουπίδια» της μνήμης. Σύντομα, όμως, όσο οι αναμνήσεις έρχονται στο φως και η πληροφορία στερεοποιείται ώστε να μπορεί να στηρίξει το άλμα από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο, γίνεται εμφανές ότι η ταινία του Folman μετουσιώνεται από το ειδικό στο γενικό, σε κάτι που υπερβαίνει το σκηνοθέτη και το εγχείρημά του: μια ελεγεία για την εύθραυστη ανθρώπινη φύση και μια ώριμη καταγγελία για τα δεινά του πολέμου (στο πνεύμα των αριστουργημάτων «Αποκάλυψη Τώρα» και «Λεπτή Κόκκινη Γραμμή»).

Ασύλληπτης εικαστικής αρτιότητας εικόνες, πλαισιωμένες από την επιβλητικά μελαγχολική μουσική του Max Richter, ζωντανεύουν τις αναμνήσεις του σκηνοθέτη και των συμπολεμιστών του που αφηγούνται σε συνεντεύξεις τη «δική» τους εκδοχή των γεγονότων. Η τεχνική του animation – επιτακτική επιλογή του σκηνοθέτη από τα πρώτα στάδια της ταινίας – μπορεί να θυμήσει αυτήν του rotoscope (σχέδιο πάνω σε υπάρχον φιλμ). Όντως, ο Folman βιντεοσκόπησε αρχικά τις συνεντεύξεις, αλλά στο «Βαλς με τον Μπασίρ» τα σχέδια δημιουργήθηκαν από το μηδέν, στο χέρι και σε υπολογιστές, χρησιμοποιώντας ιδιόμορφες χρωματικές παλέτες για να επιτευχθεί η σύζευξη του φαντασιακού με την ανάμνηση και του παρελθόντος με το παρόν. Και, είναι αναγκαία η εν λόγω γεφύρωση, αφενός για να ολοκληρωθεί το ταξίδι του ήρωα/δημιουργού από την λήθη στη μνήμη και από εκεί στο ίδιο το γεγονός και, αφετέρου, για να σχολιαστεί περαιτέρω η φύση της αλήθειας και ο τρόπος που πλασάρεται η πληροφορία, κάτι που το αποσβολωτικό φινάλε αποθεώνει δραματικά, δίνοντας το τελειωτικό χτύπημα.

Σπύρος Θωμόπουλος www.flash.gr

Seven Films είπε...

Ο ΤΥΠΟΣ των ήλων


«Βαλς με τον Μπασίρ»


ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΡΙΑΝΤΗΣ


Ενα εξαίσιο μπουκέτο -από λόγια, πράξεις και πρόσωπα- στο ανθοδοχείο του καινούργιου χρόνου. Και πρώτα απ' όλα, τα έγχρωμα ελληνόπουλα -ανύπαρκτα για τη μητριά πατρίδα- που μιλούσαν χυμώδη ελληνικά (στο ρεπορτάζ του «Αλφα»): Τι θα 'θελες να σου φέρει το 2009;, ρωτήθηκε μια μικρή, με πρόσωπο μελένιας Αφροδίτης. Σκέφτηκε λίγο, σήκωσε κάτι μάτια-φεγγάρια που βούλιαζαν στο γάλα και είπε: «Να βρουν σπίτι τα παιδιά που δεν έχουν» *** Μετά, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας: Ο παλιός προοδευτικός που δεν οξειδώθηκε από τον χρόνο και τα αξιώματα, μίλησε υπεύθυνα και σταράτα για την ισραηλινή θηριωδία στη Γάζα, αλλά και για τους πρωταγωνιστές της ελληνικής εξέγερσης *** Επονται, οι εύψυχοι Ισραηλινοί και Εβραίοι που τολμούν να επικρίνουν την πατρίδα τους, χωρίς «ναι μεν, αλλά» και στρογγυλέματα, όπως κάνει η παρέα των γνωστών συγγραφέων (Οζ, Γιεοσούα, Γκρόσμαν). Είναι ο σκηνοθέτης Αρι Φόλμαν. Είναι ο αρθρογράφος Γεδεών Λεβί. Είναι ο μαέστρος Ντάνιελ Μπαρενμπόιμ. Είναι οι πιλότοι που αρνούνται να γίνουν θύτες. Και είναι προπάντων, εκείνος ο Αμερικανοεβραίος Ρίτσαρντ Φωλκ, ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα *** Από κοντά, και ο Θόδωρος Πάγκαλος - άνισος, αντιφατικός, συχνά εξοργιστικός, αλλά ενίοτε μεγαλειώδης. Οπως τώρα που συνόδευσε την άρνησή του να δεχθεί το δώρο του εν Αθήναις πρεσβευτή του Ισραήλ, μ' ένα δριμύ αλλά ακροβοδίκαιο «κατηγορώ» (... Μεστός ο λόγος του και στο βραδινό δελτίο του «Μέγκα». Αλλά μην απορήσεις, υποβολέα, αν αύριο τον δεις να ορμάει σαν μαινόμενος ταύρος εναντίον... του εαυτού του και να τα κάνει λίμπα) *** Δεν θα μπορούσε να λείψει η Κωνσταντίνα Κούνεβα, η μετανάστρια που δέχθηκε τη δολοφονική επίθεση της βιτριολικής μαφίας: συνδικαλίστρια που δεν φοβήθηκε τις απειλές και δεν μαζεύτηκε στο καβούκι της για «να 'χει την ησυχία της» *** Λοιπόν, τα 'μαθες τα νέα, υποβολέα; Ο Ανδρέας Παπανδρέου -έλεγε ο Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα, σε αναφορά του προς το Λονδίνο- είναι «η πλέον ευφυής, λαμπρή αλλά και διφορούμενη προσωπικότητα στην πολιτική σκηνή της σύγχρονης Ελλάδας» (από τα αρχεία του Φόρεϊν Οφις)... Συχνά πέφτουν έξω στις εκτιμήσεις τους οι πρεσβευτές, όπως εκείνος ο Εγγλέζος στην Τεχεράνη που έβλεπε τον Σάχη εδραίο στη θέση του, λίγες ημέρες πριν από την πτώση. Ομως στην περίπτωση του «μεγάλου αντιφατικού», είχε δίκιο ο Βρετανός. Εστω κι αν δεν αρέσει σε κάποιους «συντρόφους» του, που προσπάθησαν -κουτοπόνηρα και εκδικητικά- να σβήσουν απ' τον χάρτη τ' όνομά του...
Βασανιστικός εφιάλτης
Το «Βαλς με τον Μπασίρ», ντοκιμαντέρ κινουμένων σχεδίων του Ισραηλινού σκηνοθέτη Αρι Φόλμαν, πραγματεύεται την ένοχη σιωπή ενός Ισραηλινού για τη σφαγή αμάχων Παλαιστινίων, το 1982, στα στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα... Ο Φόλμαν υπηρετούσε τότε στον ισραηλινό στρατό.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

Seven Films είπε...

Το «Βαλς με τον Μπασίρ», πέρα από το πολύ ενδιαφέρον και άκρως πολιτικό θέμα του, θέμα που ξαναφέρνει στην πρώτη γραμμή το ζήτημα της Παλαιστίνης, της μαρτυρικής Παλαιστίνης, που ετούτες τις μέρες δέχεται για μια ακόμα φορά τα τυφλά δολοφονικά χτυπήματα του Ισραήλ, έχει και μεγάλο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον. Αφού η γνωστή τεχνική λήψης rotating* εδώ, σε σχέση με άλλες ταινίες που τη χρησιμοποίησαν, π.χ. «Spartans», αποδείχτηκε πολύ γοητευτική και εξαιρετικά αποτελεσματική.

Στο «Βαλς» οι ολόσωμες κινούμενες φιγούρες με την αργή διακοπτόμενη ανθρώπινη κίνηση και οι αλλοιωμένοι χρωματικά «νεκροί» χώροι δημιουργούν μια σπάνια δραματική ατμόσφαιρα, η οποία κάνει ακόμα πιο τραγικά τα γεγονότα που εξελίσσονται στην οθόνη. Η σκηνή, δε, του βαλς του Μπασίρ είναι σχεδόν αδύνατο να αποδοθεί με τόση δύναμη από πραγματικούς ηθοποιούς. Το λεπτό και άψογα καλλιτεχνικό σχέδιο που απεικόνιζε τον Μπασίρ με τις απελπισμένες και τραγικές κινήσεις του χορού του μετέφερε μεγάλα συναισθήματα. Με κόπο ο θεατής συγκρατεί τα δάκρυά του!

Το τριήμερο 15-17 Σεπτέμβρη του 1982, λιβανικές φασιστικές παραστρατιωτικές οργανώσεις, κάτω από την καθοδήγηση και τη βοήθεια του Ισραήλ, έσφαξαν πάνω από 3.000 Παλαιστίνιους πρόσφυγες που διέμειναν στα δυο μαρτυρικά στρατόπεδα της Σάμπρα και της Σατίλα στη Βηρυτό. Σχεδόν το 80% των σφαγιασμένων ήταν παιδιά, γυναίκες και ηλικιωμένοι! Η συγκεκριμένη πράξη έχει καταγραφεί από την ιστορία στις πιο μαύρες σελίδες της.

Ο Αρι Φόλμαν στην ταινία του μιλάει για το παραπάνω επεισόδιο και κατατοπίζει το θεατή με εξαιρετικό τρόπο. Ακολουθώντας τη φόρμα του φιλμ νουάρ, που δίνει σασπένς στην αφήγηση, και παράλληλα πατώντας πάνω στις γερές βάσεις του ντοκιμαντέρ, που αντικειμενικά πλησιάζει κοντύτερα στην αλήθεια, δεν αφήνει καμία πτυχή του ζητήματος έξω από το κάδρο του. Εκεί πάντως που ρίχνει το μεγαλύτερο βάρος του είναι στις επιπτώσεις που είχε η συγκεκριμένη σφαγή στον ψυχισμό των σοβαρών και υπεύθυνων Ισραηλινών. Στις ψυχές αυτών των ανθρώπων, που δεν είναι και λίγοι, υπάρχει πάντα μια ανοιχτή πληγή, μια διαρκής ντροπή!

Ο κεντρικός ήρωας της ταινίας λέγεται και αυτός Αρι, όπως ο σκηνοθέτης της (το «Βαλς» έχει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία). Ο Αρι, λοιπόν, εξομολογείται σε ένα φίλο του πως κάθε βράδυ βλέπει τον ίδιο εφιάλτη! Είκοσι έξι αγριεμένα σκυλιά τον κυνηγούν (Ερινύες). Κατέληξε πως ο εφιάλτης έχει να κάνει με τη θητεία του στον ισραηλινό στρατό στον πρώτο πόλεμο (1980) του Λιβάνου (υπηρέτησαν μαζί με το φίλο του). Ομως ο Αρι δεν έχει την παραμικρή θύμηση από αυτόν τον πόλεμο! Η συνείδησή του έχει διαγράψει αυτό το κομμάτι της ζωής του. Από μόνος του αδυνατεί να βάλει μια τάξη στη σκέψη του, να επαναφέρει σε λειτουργία τη μνήμη του. Για να βρει την αλήθεια, την ηρεμία του ίσως, πλησιάζει έναν-έναν τους φίλους του που υπηρέτησαν μαζί στο στρατό και που στο μεταξύ έχουν σκορπίσει και, μέσα από τις συζητήσεις που έχει μαζί τους, προσπαθεί να βρει την απάντηση στον εφιάλτη του. Στον εφιάλτη της περιοχής. Κάθε μια ανακάλυψη που κάνει τον χώνει και πιο βαθιά στον πόνο, στις ενοχές και την απελπισία.

Το νήμα της σφαγής, και της μνήμης του Αρι, αρχίζει να ξετυλίγεται με τον πρώτο πόλεμο του Ισραήλ στο Λίβανο στον οποίο ήταν φαντάρος. Μετά από αυτόν τον πόλεμο ήρθε σαν συνέχεια ο εμφύλιος πόλεμος. Και ακόμα περισσότερο η τοποθέτηση από τους Ισραηλινούς και τους Δυτικούς (μετά από εκλογές!) της ισραηλινής φασιστικής μαριονέτας που άκουγε στο όνομα Μπασίρ Τζεμαγιέλ (1982). Ο Λιβανέζος φαλαγγίτης Τζεμαγιέλ ήταν απόγονος του Πιέρε Τζεμαγιέλ, που ίδρυσε το κόμμα των φαλαγγιτών μετά από επίσκεψή του στη Γερμανία του Χίτλερ (1936).

Κατά τη διάρκεια της ορκωμοσίας του Τζεμαγιέλ ένας ισχυρός εκρηκτικός μηχανισμός δολοφονεί τον μόλις εκλεγέντα πρωθυπουργό. Η δολοφονία του άνοιξε τον ασκό του Αιόλου και έλυσε τα χέρια των Ισραηλινών, οι οποίοι, έτσι και αλλιώς, είχαν καταλάβει 40 χιλιόμετρα κατά μήκος των συνόρων. Με αφορμή, λοιπόν, τη δολοφονία, τα γεράκια του Ισραήλ αποφασίζουν να καταλάβουν ολόκληρο το Νότιο Λίβανο και το πράττουν! Στο μεταξύ, πριν τη δολοφονία, πάνω από 11.000 στρατιώτες της Συρίας και της PLO, υπακούοντας σε διεθνή συμφωνία, έχουν αποχωρήσει από το Λίβανο, το οποίο, τώρα πια, βρίσκεται στα χέρια και στο έλεος του Ισραήλ. Αυτή η κατάσταση επισφραγίστηκε με τη σφαγή της Σάμπρα και της Σατίλα!

Είναι, όμως, ιστορική η ταινία; Είναι και τέτοια! Κυρίως, όμως, είναι μια εκ βαθέων εξομολόγηση ενός Ισραηλινού, του σκηνοθέτη της ταινίας, για το αποτρόπαιο αυτό έγκλημα και τις τύψεις που έφερε στην ψυχή του και στις ψυχές των τίμιων και σοβαρών Ισραηλινών. Παράλληλα, όπως είπαμε και στην αρχή, είναι και ένα εξαιρετικό καλλιτεχνικό έργο. Ενα έργο που συνδυάζει τις νέες τεχνολογίες στον κινηματογράφο με την καλή ποιότητα και το καλό γούστο!

Ακούγονται οι φωνές: Αρι Φόλμαν, Ορι Σίβαν, Σμουέλ Φρένκελ, Ρον Μπεν Γισάχι κ.ά.

* rotating: Ο σκηνοθέτης φιλμογραφεί αληθινούς ηθοποιούς να ερμηνεύουν τους ήρωες της ταινίας. Στη συνέχεια βάζει το φιλμ που τράβηξε στην τρικέζα (μηχάνημα με το οποίο δημιουργείς τα κινηματογραφικά τρικ) και το επεξεργάζεται καρέ-καρέ. Πάνω στον άνθρωπο ηθοποιό «φοράει» το κινούμενο σχέδιο. Η παρέμβασή του δεν τελειώνει εκεί. Παρεμβαίνει στα χρώματα, στην κίνηση, κλπ. Για να συνειδητοποιήσετε το χρόνο και τον κόπο της δουλειάς θυμίζω πως σε κάθε δευτερόλεπτο περνάνε 24 καρέ μπροστά από τα μάτια μας. Πολλαπλασιάστε τώρα τα 24 καρέ του δευτερολέπτου με τη διάρκεια της ταινίας (87΄)! Εγώ δε θα το αποπειραθώ
ΝΙΚΟΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Seven Films είπε...

Κατά διαβολική σύμπτωση, η ωμή στρατιωτική βία του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας αυτές τις ημέρες κάνει επίκαιρο όσο ποτέ ένα κόμικ για ενήλικες: Το «Βαλς με τον Μπασίρ», που πραγματεύεται τη βουβή συνενοχή του ισραηλινού στρατού στη σφαγή των Παλαιστινίων στα στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα. Το καλοκαίρι του 1982, οι χριστιανοί φαλαγγίτες του Λιβάνου έσφαξαν μερικές χιλιάδες αμάχων στα εν λόγω προσφυγικά στρατόπεδα ως αντίποινα για τη δολοφονία του νεοεκλεγέντος προέδρου της χώρας, του φιλοϊσραηλινού Μπασίρ Τζεμαγιέλ. Κάτω από το αδιάφορο βλέμμα των πάνοπλων Ισραηλινών, που είχαν καταλάβει τον Νότιο Λίβανο υπό την καθοδήγηση του τότε υπουργού Αμύνης του Ισραήλ, Αριέλ Σαρόν. Το σημερινό «Βαλς με τον Μπασίρ», του ανήσυχου Ισραηλινού σκηνοθέτη Αρι Φόλμαν, κλιμακώνεται σαν μια παραίσθηση που οδηγεί στην πιο απωθημένη εικόνα μιας ένοχης συνείδησης. Αρχίζει σαν μυθοπλασία, με ύφος και ατμόσφαιρα στυλιζαρισμένου νουάρ–κόμικ, για να προσγειωθεί μετά από 87 λεπτά της ώρας στην πραγματικότητα. Στις ντοκιμαντερίστικες εικόνες της μεγάλης σφαγής.

Το 1959, στο «Χιροσίμα αγάπη μου», μια εμβληματική ταινία του μοντέρνου ευρωπαϊκού σινεμά, ο Αλέν Ρενέ συνέθεσε μιαν αλληλουχία εικόνων από το παρόν και το παρελθόν μιας πόλης (η Χιροσίμα με ανοικτές τις πληγές της) και μιας Γαλλίδας ηθοποιού που ανακαλούσε στη μνήμη της το τραύμα ενός απαγορευμένου έρωτα από τα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο συνειρμός και η ανασύνθεση της κατακερματισμένης μνήμης λειτούργησε λυτρωτικά στη «Χιροσίμα», στην οποία παλεύουν η ένταση (μνήμη) και η ηρεμία (λήθη). Τηρουμένων των αναλογιών το «Βαλς με τον Μπασίρ» είναι η καλύτερη απομίμηση (ηθελημένα ή όχι, δεν έχει καμιά απολύτως σημασία) της ταινίας του Ρενέ. Ο Φόλμαν κινείται ευέλικτος ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν, στη φαντασία και την πραγματικότητα, στο ψυχολογικό και το πολιτικό δράμα, συνθέτοντας έναν εφιάλτη. Σύμφωνα με τον ίδιο, «ο πόλεμος είναι τόσο σουρεαλιστικός και η μνήμη μπορεί να σε προδώσει τόσο εύκολα. Σκέφτηκα, λοιπόν, να διαβώ το μονοπάτι των αναμνήσεων μόνο με τη βοήθεια κάποιων πολύ προσεγμένων και επινοημένων εικόνων». (Οσον αφορά το κατασκευαστικό μέρος, η ταινία γυρίστηκε σε ένα στούντιο με βιντεοκάμερα και με ηθοποιούς. Στη συνέχεια, το κινηματογραφημένο υλικό αποτέλεσε το «μοντέλο» για τους σκιτσογράφους, οι οποίοι σχεδίασαν όλες τις σκηνές της ταινίας με παραδοσιακό τρόπο.)

Το σενάριο βασίζεται σε προσωπικές εμπειρίες του Φόλμαν, που υπηρετούσε ως απλός στρατιώτης στον ισραηλινό στρατό κατά την εποχή της εισβολής στον Λίβανο. Σε ενεστώτα χρόνο, η ιστορία διαδραματίζεται στη σημερινή εποχή. Ενας κινηματογραφιστής καταρρέει ψυχολογικά εξαιτίας ενός βασανιστικού εφιάλτη που χαλάει κάθε βράδυ τον ύπνο του. Μην μπορώντας ο ίδιος να δώσει λογική εξήγηση, ζητάει τη βοήθεια εννέα παλιών φίλων και συμπολεμιστών του, για να ανασυνθέσει μέσα από τις αφηγήσεις τους μια χαμένη εικόνα της μνήμης του, που ευθύνεται για το ακατανόητο όνειρο που έχει στοιχειώσει τη ζωή του.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΟΥΡΑΣ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Seven Films είπε...

Όταν το animation γίνεται φορέας δραματοποίησης ενός απίστευτα συγκλονιστικού ντοκουμέντου.

Story: Ο Άρι, αν και συμμετείχε στον πρώτο πόλεμο του Λιβάνου στις αρχές της δεκαετίας του ’80, έχει μεγάλα κενά μνήμης. Συζητώντας με γνωστούς του από το παρελθόν, αναζητάει τη σύνθεση των κομματιών που λείπουν. Η μνήμη του επιστρέφει σταδιακά και φτάνει μέχρι τις συγκλονιστικές σφαγές αμάχων στη Σάμπρα και τη Σατίλα.

Focus: Πολύ ενδεικτικά της επιτυχίας του εγχειρήματος είναι τα τελευταία πλάνα, με εικόνες των σκοτωμένων σε πραγματική λήψη και όχι animation. Η φρίκη του πολέμου δεν γίνεται πιο έντονη, ενώ το σοκ διακόπτει κάθε σκέψη. Ο μετασχηματισμός του υλικού σε σχέδιο ενισχύει το στοχασμό και υποσυνείδητα δηλώνει ότι κάθε αφήγηση είναι παράσταση, άρα έχουμε να κάνουμε με τις εσωτερικές μας αναμετρήσεις με τα γεγονότα. Επίσης, η πορεία προς την αλήθεια γίνεται μια επώδυνη πορεία προς την ανάκτηση της μνήμης. Σκοτωμένη μνήμη δηλώνει θάνατο ή (ακόμη χειρότερα) ενσυνείδητη αφασία, ενώ η επαναφορά της είναι αίτημα ζωής που όμως αξιώνεται με ανάλογο ψυχολογικό και ηθικό αντίτιμο. Θα ξυπνήσεις μόνο αν πονέσεις. Το στιλ του animation ενώ έχει την αφετηρία του στη μέθοδο του rotoscoping («Waking Life», «A Scanner Darkly»), εντέλει το αρνείται, μένοντας σε μια λιτότητα, ώστε η αίσθηση των πραγμάτων και η ποίηση που κατορθώνεται να μην επικαλυφθεί από την απόλαυση της ματιέρας. Το «Βαλς με τον Μπασίρ» είναι ένα εγχείρημα που δικαιώνει το δύσκολο ρόλο της τέχνης.
ΧΑΡΗΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ EXODOS

Seven Films είπε...

Ισραηλινός σαραντάρης σκηνοθέτης ταξιδεύει σε κακό τριπάκι στα 19 του, στο 1982, στην πρώτη εισβολή της χώρας του στο Λίβανο και μέχρι την αυγή που οι πρώτοι ξένοι δημοσιογράφοι αντίκρισαν το αποτέλεσμα 48 ωρών σφαγής Παλαιστινίων από Φαλαγγίτες στα προσφυγικά της Σάμπρα και Σατίλα.Αν η αμερικάνικη Ακαδημία δεν είχε αλλάξει τους κανόνες της φέτος και η Sony δεν είχε προτιμήσει πρεμιέρα στο φεστιβάλ της Νέας Υόρκης από το να τους σεβαστεί, το Βαλς με τον Μπασίρ (2008) θα ήταν υποψήφιο και για Oscar® ντοκιμαντέρ, πέρα από τις κατηγορίες κινούμενου και ξενόγλωσσου στις οποίες έχει ουσιαστικά κλείσει θέση από τον Μάη και τις Κάνες. Αλλά σα πραγματικά επιβλητικό κινηματογραφικό επίτευγμα, είναι μια κατηγορία μόνο του, πέρα από τη σπάνια του κινούμενου ντοκιμαντέρ που φέρνει στις αίθουσες.

Κάτι σα σχήμα οξύμωρο, σα περιγραφή νέας δουλειάς του Morgan Spurlock στη τάση που θέλει τις ταινίες μαρτυρίας πιο κατασκευασμένες και από telemarketing, η κατηγορία γίνεται από τον Ari Folman ιδανικό μέσο για να σε μεταφέρει στον κόσμο της μνήμης, κόσμο που λίγο απέχει από αυτόν των ονείρων και των παραισθήσεων, ειδικά όταν έχει να χειριστεί τραυματικές εμπειρίες. Κόσμο στον οποίο το φιλμ σε βυθίζει στην αρχή (με μια αγέλη μπάσταρδων που γρυλίζουν αχαλίνωτα στο κατόπι σου) και εγκαταλείπει στο τέλος, σε σκηνές σχεδιασμένα αξέχαστες, για να σε κρατήσουν να κολυμπάς στη διάρκεια, και να κρατήσουν τη διάρκεια στο μυαλό σου, σα δικιά σου πια εμπειρία. Συγγενεύοντας περισσότερο με την Αποκάλυψη Τώρα (1979) παρά με οτιδήποτε άλλο, ο σκηνοθέτης ενδιάφερεται για τον πόλεμο σα προσωπική κόλαση, αναγνωρίζει ότι ούτε ο Coppola, ούτε ο Kubrick, ούτε ο Stone (με τη ξώφαλτση πραγματική συμμετοχή), κανένας δε κατάφερε να σιγουρέψει, παρόλο που όλοι το πίστευαν, πως το Βιετνάμ δε θα επαναλαμβάνονταν (αντίθετα στη συνέχεια οι Αμερικάνοι απλά αρνήθηκαν πεισματικά να παρακολουθήσουν οτιδήποτε έμοιαζε να ακουμπάει την εισβολή στο Ιράκ). Και ξεκαθαρισμένα (αναφέροντας και συγκεκριμένες μελέτες στη διάρκεια) υπουλιάρικα, ντυμένες αποκαθαρτικό ταξίδι αναζήτησης, ωμές, γελοίες και σουρεαλιστικές όπως τις ξεθάβει, σου καρφώνει στο υποσυνείδητο αναμνήσεις δικές του και των φίλων του, μπας και σου καρφωθεί πως δε τα αποφεύγεις όλα αλλάζοντας κανάλι.

Τέσσερα χρόνια στο στήσιμο, χρησιμοποιώντας τις αυθεντικές μαρτυρίες (ή ακριβή αναπαράσταση σε κάποιες περιπτώσεις), OMD και PIL, Bach και Chopin, κι ένα στοιχειωτικό σκορ από τον Max Richter, ξανανακαλύπτοντας αγνωστικιστικά το 2D animation σε μια χώρα με ανύπαρκτη σχετική παράδοση, και επινοώντας ένα σωρό τεχνικές σε φτηνά εργαλεία για να μιμηθεί graphic novel ευρωπαϊκού στιλ (τεχνικές που παρεμπιπτόντως έχουν τόση σχέση με rotoscoping και ότι άλλο διάβασες, όση και ο Bashir Gemayel με το Kung Fu Panda), utterly utterly brilliant, το Βαλς δε δικαιολογεί, ίσα ίσα, ούτε Χριστιανούς χασάπηδες ούτε Εβραίους συνοδοιπόρους, καλωσορίζοντας τη συλλογική μνήμη στους εφιάλτες της.

www.mftm.blogspot.com

Seven Films είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Seven Films είπε...

ΓΙΑ ΠΟΛΥΑΣΧΟΛΟΥΣ:

Τι σχέση έχουν 26 λυσσαλέα σκυλιά κι ένα ανεξήγητο όνειρο με τις σφαγές στα προσφυγικά στρατόπεδα της Σάμπρα και Σατίλα το 1982; Ο Ari Folman συναρμολογεί παραισθήσεις, μαρτυρίες και όνειρα προσπαθώντας να εξηγήσει τη μυστηριώδη απώλεια μνήμης που έχει σβήσει τη θητεία του στον Ισραηλινό στρατό κατά τη διάρκεια του Πρώτου Πόλεμου στο Λίβανο μ' ένα μοναδικό ντοκιμαντέρ κινούμενων σχεδίων.


ΓΙΑ ΣΧΟΛΑΣΤΙΚΟΥΣ:

Κανένας πόλεμος δεν χωνεύεται εύκολα, πόσο μάλλον όταν ανήκεις σε λάθος στρατόπεδο. Παρόλο που οι 3.000 νεκροί του 1982 υποτίθεται ότι βαραίνουν αποκλειστικά τους Λιβανέζους Χριστιανούς Φαλαγγίτες - λυσσαλέα αντίπεινα για τη δολοφονία του πολυαγαπημένου ηγέτη τους Μπασίρ Γκεμαγιέλ - ο συμμαχικός Ισραηλινός στρατός μόνο αθώος δεν ήταν.

Δεν είναι λοιπόν παράξενο που η εισβολή στη Βηρυτό έχει διαγραφεί πλήρως από τη μνήμη του Ari Folman. Το αξιοπερίεργο είναι ότι το συνειδητοποίησε 26 χρόνια μετά. Κάνοντας το γύρο της χώρας and then some, ο μέχρι πρότεινος ντοκιμαντερίστας γεμίζει τα κενά με το πενάκι. Τι νόημα άλλωστε έχει να δραματοποιείς γεγονότα που δεν θυμάσαι; Αντ' αυτού αποτυπώνει τις παραισθήσεις και τα όνειρα που αντικατέστησαν τη φρικαλέα πραγματικότητα στο μυαλό των συμπολεμιστών του υπό μορφή κινούμενων σχεδίων, σε μια προσπάθεια να αφυπνίσει επιτέλους το υποσυνείδητό του.

Η μοναδική χρήση πραγματικών εικόνων επιφυλάσσεται για το τέλος, σαν απόδειξη ότι η φρίκη δεν ήταν προϊόν της σκηνοθετικής του φαντασίας αλλά η πιο σκληρή πραγματικότητα.


ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΑΥΛΑΚΗ www.mixtape.gr

Seven Films είπε...

Επιβεβαιώνοντας αποθεωτικά σχόλια που το συνόδευαν από το Φεστιβάλ των Κανών, το μελαγχολικό αυτό «animation ντοκιμαντέρ», ανασύρει τις μνήμες ενός μαύρου παρελθόντος και αναλύει τις συνέπειες του πολέμου σε ένα εξίσου καταδικασμένο μέλλον.

Ο συμμέτοχος στον πόλεμο του Λιβάνου Ari Folman, πλάθει ένα αρκετά γήινο κινούμενο σχέδιο που μοιάζει με μια βαθιά ψυχολογική ανάλυση στον καλύτερο φίλο, τον αδερφό, τον ψυχολόγο ακόμα και στον ίδιο του τον εαυτό. Ένα αντιπολεμικό ντοκιμαντέρ το οποίο πατάει σε συνεντεύξεις, υπαρκτά πρόσωπα και αρχειακό υλικό, καθώς και στις ψυχοσωματικές εμπειρίες του ίδιου του σκηνοθέτη. Ο οποίος τελικά επιλέγει να τα οπτικοποιήσει συνολικά σε μορφή κινουμένου σχεδίου, δίνοντας τους μια ιδιαίτερη εναλλακτική αισθητική και μια έντονη δυναμική.

Ο Ari Folman βάζει ένα ακόμα λίθο στο οικοδόμημα που λέγεται κινούμενο σχέδιο παρεμβάλλοντας σε αυτό ένα κοινωνικό, ιστορικό και βαθιά ανθρώπινο σινεμά.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΑΓΙΟΓΛΙΔΗΣ www.cine.gr

Seven Films είπε...

Αν πρέπει κανείς να δει στη ζωή του μια ταινία για τον πόλεμο, ας δει αυτή. Το “Βαλς με τον Μπασίρ” (Waltz with Bashir) του Ισραηλινού Άρι Φόλμαν είναι η απάντηση σε όλους όσους πιστεύουν πως ο πόλεμος μπορεί να έχει κάτι το ηρωικό. Είναι μια απάντηση που δεν είναι καθόλου εύκολη αλλά ούτε και καθησυχαστική. Η ταινία του Φόλμαν σε βιδώνει στην καρέκλα του σινεμά και σε πάει μια αξέχαστη βόλτα στον χειρότερο εφιάλτη του ανθρώπου. Σε έναν συνδυασμό αφέλειας, ματαιότητας και βαρβαρότητας. Στον πόλεμο.

Το “Βαλς με τον Μπασίρ” είναι ένα νέο είδος κινηματογράφου, που συνδυάζει το κινούμενο σχέδιο με το ντοκιμαντέρ. Όπως ο Μαλτέζος σκιτσογράφος-δημοσιογράφος Τζόε Σάκο έβαλε το σκίτσο στην υπηρεσία του ρεπορτάζ δίνοντάς μας μεταξύ άλλων το “Palestine“, έτσι και ο Άρι Φόλμαν χρησιμοποιεί το κινούμενο σχέδιο για να διηγηθεί μια εφιαλτική ιστορία. Αυτή του Ισραηλινού κληρωτού που συμμετείχε στον πόλεμο στο Λίβανο το 1982 και βρέθηκε κοντά, χωρίς να προπαθήσει να την αποτρέψει, στη σφαγή στα παλαιστινιακά προσφυγικά στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα.

Η ιστορία ξεκινά με τον σκηνοθέτη να ακούει από έναν φίλο του να του διηγείται έναν εφιάλτη που βλέπει κάθε νύχτα εδώ και χρόνια και που αναφέρεται στον πόλεμο στον Λίβανο. Ο σκηνοθέτης ανακαλύπτει πως δεν μπορεί να θυμηθεί τίποτα από εκείνη την περίοδο. Ήταν εκεί κι όμως το μυαλό του συμπεριφέρεται σα να τα έχει σβήσει όλα. Αποφασίζει να ψάξει να βρει τι απέγιναν παλιοί συνάδελφοί του στη στρατιωτική θητεία με τους οποίους πολέμησε μαζί, στον Λίβανο. Στην πορεία ξαναθυμάται όλα όσα προσπάθησε τόσα χρόνια να ξεχάσει. Η ταινία είναι συγκλονιστική και μαζί γενναία. Η εικόνα του κινουμένου σχεδίου μοιάζει να είναι περισσότερο έντονη και δραματική από τον “κανονικό” κινηματογράφο. Με το εξαιρετικό σάουντρακ και τον ανελέητο ρυθμό να προσθέτουν στην ένταση, το “Βαλς με τον Μπασίρ” ίσως φτάσει να γίνει σημείο αναφοράς στην κινηματογραφική καλλιτεχνική έκφραση. Αλλά από καθαρά πολιτική άποψη είναι σίγουρα σημείο αναφοράς για την ίδια τη χώρα παραγωγής. Το Ισραήλ, χρηματοδοτώντας με κρατικούς πόρους την ταινία, δείχνει πως έχει αρχίσει να τολμά να αγγίζει θέματα ιδιαίτερα άβολα για το ιδιο, από αυτά που οι “φλογεροί πατριώτες” κάθε πατρίδας ονομάζουν “ευαίσθητα” για να μην τα πουν εγκλήματα. Η ταινία δε χάνεται. Οπωσδήποτε στη μεγάλη οθόνη αλλά και στο DVD, όταν βγει, για τα έξτρα.
CHUMBA www.tribes.wordpress.com

Seven Films είπε...

To θέμα: Ένας τύπος, ο Αρί, ξενυχτάει σε ένα μπαρ. Δίπλα του τα πίνει ένας τύπος, ο οποίος μέσα στο μεθύσι του λέει πως τον κυνηγούν 26 σκυλιά. Η κουβέντα τα φέρνει για τον πόλεμο στο Λίβανο και ο Αρί αρχίζει να βλέπει δικά του «οράματα» που μπορεί να έχουν να κάνουν με απωθημένες μνήμες δικές του γύρω από τον ίδιο πόλεμο, στον οποίο επίσης είχε υπηρετήσει. Και δεν είναι άλλο από τις ενοχές για την κάλυψη που έκαναν, ως ισραηλινός στρατός, στους χριστιανούς φαλαγγίτες, οι οποίοι κατέσφαξαν Παλαιστίνιους πρόσφυγες στα στρατόπεδα προσφύγων της Σάμπρα και της Σατίλα.



Το φιλμ: Και μόνο έτσι που το ακούει κανείς, κάτι του λέει. Η ταραγμένη συνείδηση και η αυτοκριτική, με τον τρόπο που ασκούνται μέσα σε αυτό το σενάριο, εμπεριέχουν συγκλονισμό. Τόσο δυνατό, σαν να πρόκειται για ντοκιμαντέρ. Όταν όμως συνειδητοποιείς πως όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα κινούμενο σχέδιο, τότε υφίστασαι καλλιτεχνικό σοκ. Η αισθητική είναι ανυπέρβλητη, το κινούμενο σχέδιο ως είδος έχει πάει έναν αιώνα μπροστά, η ταινία είναι μοναδική. Την έχει υποβάλει το Ισραήλ για το Ξενόγλωσσο Όσκαρ και είναι υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα, ενώ στα ευρωπαϊκά βραβεία τιμήθηκε με το βραβείο μουσικής για το «Score» του Μαξ Ρίχτερ.


Τρέξτε αμέσως


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΙΜΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ DOWN TOWN

Seven Films είπε...

Σάββατο, Ιανουάριος 03, 2009
Βαλς με την Χαμάς

To «Βαλς με τον Μπασίρ» όσο αβαντάρεται -τραγικά κι ειρωνικά μαζί- από την επικαιρότητα της Γάζας, άλλο τόσο αδικείται, γιατί είναι μια ταινία που θα μπορούσε να αφορά οποιονδήποτε άλλο πόλεμο και τελικά αφορά οποιονδήποτε άλλο πόλεμο.
Το να βλέπεις όμως στην Ελλάδα το «Βαλς με τον Μπασίρ» και να φρίττεις και κινηματογραφικά με τα εγκλήματα των Ισραηλινών για να συμπληρώσεις την τηλεοπτική και έντυπη σου φρίκη, δεν απέχει ιδιαίτερα από το να είσαι στις ΗΠΑ και να προασπίζεσαι το νόμιμο δικαίωμα του Ισραήλ στην άμυνά του κατά των τρομοκρατών: και στις δύο περιπτώσεις συγχρονίζεσαι με το ρεύμα και την τρόπο τινά επίσημη ιδεολογία. Αυτό δεν σημαίνει πώς όλα είναι σχετικά, το δίκαιο είναι σχετικό, η αλήθεια είναι σχετική· αλλά σημαίνει πώς αν υποθέσουμε πώς υπάρχει μια αντικειμενική αλήθεια αυτό λίγο σε αφορά, αφού αν είσαι στην Ελλάδα άλλο επικρατεί ως αντικειμενική αλήθεια κι αν είσαι στις ΗΠΑ άλλο. Πόσο μάλλον αν είσαι όσο πιο άμεσα ενδιαφερόμενος γίνεται, πόσο μάλλον αν είσαι Ισραηλινός ή Παλαιστίνιος, όπου εκεί πια η αντικειμενική αλήθεια είναι η εθνική αλήθεια και πρέπει να είσαι ξεχωριστή πάστα ανθρώπου για να ξεφύγεις από την εθνική αλήθεια προσπαθώντας να εντοπίσεις την «αντικειμενική».

Τέτοια ξεχωριστή πάστα είναι ο Άρι Φόλμαν, στην περίπτωση του οποίου η «αντικειμενική» αλήθεια αναμιγνύεται όχι μόνο με την εθνική αλλά και με την προσωπική του, με την προσωπική αλήθεια που το μυαλό του την κρύβει υπό την μορφή μπλοκαρίσματος της μνήμης κι εκείνος πασχίζει να την ξεμπλοκάρει, να θυμηθεί, να μετατρέψει την απωθημένη ενοχή σε επανεγγεγραμμένη και ομολογημένη ενοχή, ενοχή προσωπική κι εθνική μαζί.
Κι επειδή είναι ξεχωριστή πάστα όχι μόνο ηθικά αλλά και καλλιτεχνικά, φτιάχνει μια ταινία που εκτός από πολέμους κι ενοχές μιλά και για τον τρόπο που παίρνει στρατηγικές αποφάσεις η μνήμη όλων μας, για το πόσο απατηλά και προστατευτικά λειτουργεί κι αναπτύσσεται, για το πόσο σχετική τελικά είναι, σχετικότερη κι απ' την αλήθεια. Φτιάχνει επίσης μια ταινία στην οποία χωράνε και αναπνέουν ιστορίες για φαλάφελ που σε κάνουν πλούσιο, για πατσουλί αρώματα που σε κρατούν ζωντανό, για δέκα έξι φονευθέντες σκύλους, για τον πόλεμο ως αποστασιοποιημένη και εικαστικά παντοδύναμη εμπειρία όσο τον φωτογραφίζεις με την κάμερά σου, μέχρι που αυτή σπάει και μαζί της η συναισθηματική σου αποσύνδεση με τις σφαγές, καθώς αναγκάζεσαι να κοιτάξεις γύρω σου με το γυμνό σου βλέμμα.

Κι όλα αυτά μόνο σε επίπεδο περιεχομένου. Γιατί σε επίπεδο φόρμας η ανάμιξη των ειδών είναι ξανά αποτελεσματικότατη, αφού όσο τα είδη του σινεμά κουράζονται το σινεμά θα βρίσκει τρόπους να ξεπερνά την κούρασή τους.
Αλλά το πρόβλημα δεν ήταν ποτέ στην Τέχνη των ανθρώπων και στον τρόπο που βρίσκουν οι άνθρωποι για να ξεπερνούν τα αδιέξοδά της, το πρόβλημα ήταν πάντα στην Πραγματικότητα των ανθρώπων και στον τρόπο που βρίσκουν οι άνθρωποι και οι εξουσίες τους για να επανέρχονται συνεχώς στα ίδια αδιέξοδα.
Ίσως τις μελλοντικές Γάζες τις αποτρέψουν τα «Βαλς με τον Μπασίρ», ίσως πάλι όχι, ίσως αυτό είναι ουτοπία, ίσως η Τέχνη δεν έχει τη δύναμη να αποτρέπει Γάζες, αλλά μόνο να μας προσφέρει ένα εφάμιλλο Βαλς λίγες δεκαετίες αργότερα.
Όπως και να ΄χει, εκείνο που έχει αξία είναι να μην κοιτάμε μόνο των άλλων τη Σατίλα, αλλά να έχουμε τη δύναμη να επαναφέρουμε από τη λήθη και να κατονομάζουμε και τη δική μας τη σκατίλα.


www.old-boy.blogspot.com

Seven Films είπε...

Σε μέρες που το Ισραήλ απασχολεί και πάλι τα δελτία ειδήσεων με τρόπο κάθε άλλο παρά θετικό, κάθε φιλμ από τη χώρα,…
…ειδικά ένα που αφορά μέχρι και σήμερα μια ακανθώδη στιγμή της ιστορίας της, είναι ικανό να προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις. Το «Βαλς με τον Μπασίρ» όμως, το οποίο αναμοχλεύει αναμνήσεις από την εισβολή των Ισραηλινών στον Λίβανο, διακρίνεται από μια νοοτροπία που θα ήταν ευχής έργο αν αποτελούσε κοινό τόπο για τους πολιτικούς ηγέτες του Ισραήλ. Το φιλμ του Άρι Φόλμαν μοιάζει παράδοξο εκ προοιμίου, ένα πολιτικό ντοκιμαντέρ γυρισμένο σε κινούμενα σχέδια, βλέποντάς το όμως νιώθεις ότι δεν θα υπήρχε καμιά άλλη σκηνοθετική προσέγγιση που να κρατούσε αλώβητες όλες τις πτυχές της ιστορίας, προσδίδοντας ταυτόχρονα ένα συναισθηματικό βάθος που συχνά είναι δύσκολο να πετύχει μια ταινία τεκμηρίωσης. Η ιδέα ήρθε στον Φόλμαν όταν, μετά από μια συζήτηση με έναν παλιό φίλο και συστρατιώτη του, ανακάλυψε πως δεν είχε σχεδόν καμιά ανάμνηση από τη συμμετοχή του σε εκείνον τον πόλεμο και τη σφαγή των αμάχων που έλαβε χώρα στα στρατόπεδα προσφύγων στη Σάμπρα και τη Σατίλα. Ο Φόλμαν ξεκίνησε να αναζητά όσα το μυαλό του τού έκρυβε μέσα από συζητήσεις με φίλους αλλά και συνεντεύξεις με ανθρώπους που γνωρίζουν τα γεγονότα, και στην πορεία αποφάσισε να κάνει αυτή την αναζήτησή του ταινία. Αντί όμως για ένα ξερό ντοκιμαντέρ όπου ομιλούντα κεφάλια θα απευθύνονται στην κάμερα προτίμησε να κάνει ένα ατμοσφαιρικό κινούμενο σχέδιο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η ταινία του Φόλμαν γίνεται κάτι πολύ πιο ενδιαφέρον και παγκόσμιο από μια ιστορία για τα συγκεκριμένα γεγονότα στη Μέση Ανατολή, μια αποκαλυπτική και βαθιά επιδραστική ιστορία για την ατομική ευθύνη και τη συλλογική μνήμη, για τη φρίκη του πολέμου και τον αντίκτυπο που έχει σε όλους, ασχέτως από την πλευρά στην οποία βρίσκονται, ασχέτως από το αν θεωρούν τους εαυτούς τους νικητές ή ηττημένους.

Γιώργος Ν. Κορωναίος ΠΟΝΤΙΚΙ ART

Seven Films είπε...

« Η μνήμη μάς πηγαίνει όπου εκείνη θέλει » ακούμε στο «Βαλς με τον Μπασίρ» («Waltz with Βashir», Ισραήλ, 2008) του Αρι Φόλμαν, όπου η αλληγορία του κινουμένου σχεδίου συνδυάζεται αριστοτεχνικά με τον ωμό ρεαλισμό του ντοκυμαντέρ και τη νουάρ αισθητική των κόμικς του ζεύγους Μουνιόθ- Σαμπάγιο (οι δημιουργοί του ντετέκτιβ Αλακ Σίνερ). Κεντρικός ήρωας ένας ισραηλινός σκηνοθέτης (το πρόσωπο του ίδιου του Φόλμαν) ο οποίος αδυνατεί να θυμηθεί τις δραστηριότητές του στον πόλεμο του Ισραήλ με τον Λίβανο, αρχές της δεκαετίας του ΄80. Για να βρεθεί πρόσωπο με πρόσωπο με την αλήθεια αναζητεί παλιούς φίλους και συντρόφους διάσπαρτους σε όλο τον κόσμο. Οι αφηγήσεις τους, γεμάτες από φλάσμπακ με ανατριχιαστικές σκηνές θηριωδιών πολέμου, τσακίζουν κόκαλα, όπως άλλωστε και η συγκλονιστική ειλικρίνεια της ταινίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ ΤΟ ΒΗΜΑ

Seven Films είπε...

Το «Βαλς με τον Μπασίρ» (Waltz with Bashir) είναι μια συναρπαστική εμπειρία και μια συγκλονιστική κατάθεση. Ο ισραηλινός σκηνοθέτης Άρι Φόλμαν δικαιώνεται για την επιλογή του να αφηγηθεί ένα τρομερό ιστορικό γεγονός σε πρώτο πρόσωπο, μέσα από τη φόρμα του animation. Το 1982, ούτε 20 χρονών, ήταν παρών ως φαντάρος σε μια από τις πιο φοβερές στιγμές του άλυτου (και τόσο επίκαιρου ξανά) παλαιστινιακού ζητήματος. Συνειδητοποιεί ότι δεν θυμάται τίποτα από εκείνη την εποχή και προσπαθεί να συναρμολογήσει αναμνήσεις δικές του και των συντρόφων του μέχρι να φτάσει στην αλήθεια. Ο Φόλμαν αξιοποιεί την ελευθερία του μέσου (μαζί και τη θαυμάσια μουσική του Max Richter) για να ζωγραφίσει τον παραλογισμό του πολέμου και τα παιχνίδια της μνήμης και φτιάχνει ένα αριστούργημα που σε μαγεύει σαν αισθητική εμπειρία και τελικά σε συγκλονίζει σαν ματιά στη σκληρή πραγματικότητα.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΣΙΑΤΣΙΚΑΣ www.thetikienergeia.gr

Seven Films είπε...

Ο επίμονος εφιάλτης ενός φίλου, φέρνει το σκηνοθέτη Ari Folman να αναζητήσει τις χαμένες του μνήμες απ' την περίοδο που οι δυο τους υπηρετούσαν στον ισραηλινό στρατό κατά τον πρώτο πόλεμο στο Λίβανο εν έτη 1982. Η ισραηλινή εισβολή και οι σφαγές στους καταυλισμούς των Παλαιστινίων αποτελούν γεγονότα απωθημένα απ' τη συνείδηση του Ari, γι' αυτό κι αρχίζει να αναζητά πληροφορίες από φίλους και συμπολεμιστές του.

Το ύπουλα ανατριχιαστικό animation-ντοκιμαντέρ του ισραηλινού Ari Folman είναι μία σπουδαία ταινία που απαγορεύεται να αγνοήσετε. Ο χαρακτηρισμός 'ύπουλο' συνίσταται στον τρόπο εξιστόρησης αλλά και στο βαθύτερο νόημα που αποκτά η χρήση της μαγευτικής τεχνοτροπίας rotoscope, η οποία θυμίζει κάπως τις δουλειές του Linklater («A Scanner Darkly»). Το «Waltz With Bashir» (οφείλει το όνομά του στον δολοφονηθέντα τον Αύγουστο του '82 Λιβανέζο πρόεδρο, Bashir Gemayel) είναι ένα ψυχολογικό, σκληρό, τραυματικό και ταυτόχρονα ονειρικό ταξίδι ντοκιμαντερίστικης αφήγησης που σε χαζεύει καλά-καλά με τον animated χαρακτήρα του πριν σε 'σφάξει' πρόστυχα με τη βασανιστικά κυνική αποκάλυψη/ολική επανάκτηση μνήμης για τον αμνήμονα πρωταγωνιστή. Πρώτα όμως σε προκαλεί ανοικτά να αναρωτηθείς για την αναγκαιότητα-εμμονή της συγκεκριμένης, εντυπωσιακής οπτικής παράθεσης μίας σειράς αληθινών τραγικών γεγονότων. Εμείς όλοι, οι υπνωτισμένοι θεατές διαφόρων φρικιαστικών γεγονότων που τα μιντιακά τερτίπια μετατρέπουν σε ευκολοχώνευτα, απάνθρωπα γεύματα στη συσκευασία δελτίου ειδήσεων των 20:00, ερχόμαστε να αναζητήσουμε το λόγο που τολμά ο Folman να εξωραΐζει εικαστικά τη συγκεκριμένη ιστορία με σκηνές απίστευτης σουρεαλιστικής ποίησης και μεθυστική μουσική επένδυση από το Max Richter. Οι απαντήσεις όμως έρχονται με τον πλέον υποχθόνιο και ψυχολογικά χειριστικό τρόπο, όπως ακριβώς επιστρέφουν σταδιακά και οι μνήμες του ήρωα για να συμφιλιωθούν με τις ερινύες και να οδηγηθεί λυτρωτικά στο συμβιβασμό του θανάτου της παιδικότητάς του.

Η ιστορία ενός βαρύτατα τραυματισμένου μνημονικού ελέω αφόρητων ενοχών, προκαλεί ανοικτό διάλογο τόσο με το θεατή όσο και με το ίδιο το κινηματογραφικό μέσο. Το «Waltz With Bashir» δεν είναι μονάχα μία καλαίσθητη απολογία ενός Ισραηλινού για τη σφαγή στο Λίβανο, ούτε απλώς ακόμη ένα αριστούργημα της έβδομης τέχνης με έντονο αντιπολεμικό χαρακτήρα. Πρώτα και πριν απ' όλα είναι μία σπάνια παρακαταθήκη, ένα καυστικότατο κι επίκαιρο σχόλιο πάνω στην προσέγγιση κι απόδοση της αλήθειας, των συνθηκών που την κρατούν κρυμμένη και τον τρόπο που ο άνθρωπος, η κοινωνία και τα Μέσα επιλέγουν να τη διαχειριστούν. Μία ταινία εξαιρετικά αφιερωμένη σε έναν κόσμο που όχι μόνο ξεχνά, αλλά - πολύ χειρότερα - έχει μάθει να συγκλονίζεται μόνο από αλήθειες που συνοδεύονται από το κατάλληλο σερβίρισμα. Ο Folman καταφέρνει να αφυπνίσει εαυτόν και αλλήλους με όπλο του ένα καθηλωτικό μείγμα φρίκης κι αθωότητας, γι' αυτό και το φιλμ του - αληθινό ποίημα - θα μείνει στην ιστορία, ώστε να υπενθυμίζει πάντοτε στην αρρωστημένη κοινωνία μας πως ο τρόπος εξιστόρησης της συγκλονιστικότερης αλήθειας είναι ικανός να την προσπεράσει και να τη σκοτώσει, ακόμα και χωρίς σφαίρες. Μόνο που οι ενοχές αυτού το φόνου βαραίνουν όλους μας.

Νεκτάριος Σάκκας www.cinemanews.gr

Seven Films είπε...

Θανατηφόρος συνδυασμός, πολεμικής & πολιτικής ταινίας, ντοκιμαντέρ και κινουμένων σχεδίων !
Πρωτότυπο καρτούν, με καθαρά πολιτική στράτευση και αντιπολεμικά μηνύματα. Στο περιεχόμενο αναπτύσσει την πλοκή παρόμοια με το περσινό ΠΕΡΣΕΠΟΛΙΣ, ακολουθώντας ημερολογιακή αφήγηση, πάνω σε δραματοποιημένο αρχειακό υλικό (ντοκιουντράμα). Στην κατασκευή ακολουθήθηκε η ψηφιοποιημένη τεχνική του rotoscope, όπως είδαμε στο «A Scanner Darkly» του Richard Linklater. Το ΒΑΛΣ ΜΕ ΤΟ ΜΠΑΣΙΡ παίρνει θέση, υποστηρίζοντας Παλαιστίνιους και Λιβανέζους. Χωρίς φραγμούς στα αντικειμενικά κριτήρια, αφού είναι μια προσωπική Ιστορία μέσα στην Γενική Ιστορία, ενός ολόκληρου λαού.

Στην ουσία, πρόκειται για ένα παιχνίδι μνήμης και ιστορίας, ένα ντοκιμαντέρ για τον πόλεμο και την ανθρώπινη ύπαρξη. Ο σκηνοθέτης γυρίζει το χρόνο πίσω στη διάρκεια της θητείας του στον ισραηλινό στρατό και μας αφηγείται με ωμό ρεαλισμό, τα γεγονότα που έζησε, τους φόβους και τις τύψεις του. Προκαλεί αν μη τι άλλο, συγκλονιστικές εντυπώσεις στην αφήγησή του σχετικά με τη γενοκτονία των Παλαιστίνιων. Γι΄αυτό έχουν φροντίσει, ορισμένες εξαιρετικές σκηνές, "ντυμένες μουσικά" από την εποχή που διαδραματίζονται.

Συνοπτικά, ένα αυθεντικό, underground, κυνικό και τολμηρό καρτούν που η τεχνική του το κάνει να μοιάζει περισσότερο με κόμικ, χωρίς ταυτόχρονα να παρασύρεται από τις ευκολίες και τις υπερβολές που μας έχει συνηθίσει το είδος. Μάλιστα πασχίζει και καταφέρνει να περάσει την πολιτική καταγγελία με το "σινεμά βεριτέ", με πρωτοποριακό τρόπο.

Το μειονέκτημά της, θεωρώ ότι αφορά το "ειδικό" ενδιαφέρον, μια και τα πρόσωπα και η ιστορία που περιγράφονται αυτοβιογραφικά, θα έχουν περιορισμένη απήχηση σ' ένα ευρύτερο κοινό, τουλάχιστον στις λεπτομερείς αναφορές. Σαν animation σαφώς υπερέχει, του ντοκιμαντερίστικου ύφους, μια και η καλλιτεχνική του έκφραση χρησιμοποιεί υψηλή και ποιοτική τεχνική, με τρόπο μοναδικό. Ποιός περίμενε ποτέ, ότι ένα καρτούν θα μπορούσε να πει τόσο σοκαριστικά πράγματα; Αυστηρά για ενήλικους! Το τέλος, μάλιστα σε κανονικό φορμά, θυμίζει το αριστουργηματικό ντοκιμαντέρ ΝΥΧΤΑ ΚΑΙ ΟΜΙΧΛΗ του μεγάλου Αλέν Ρενέ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΙΧΟΣ www.myfilm.gr

Seven Films είπε...

«Η μνήμη μας πάει εκεί που έχουμε ανάγκη να πάμε», εξηγεί ένας δικηγόρος σ’ ένα φίλο του. Ο φίλος του είναι ο Αρί Φόλμαν, ένας βετεράνος πολέμου ο οποίος συμμετείχε στις επιχειρήσεις του Ισραηλινού στρατού στο Λίβανο το 1982. Το πρόβλημα με τη μνήμη του Αρί είναι ότι έχει διαγράψει -πιο σωστά θάψει- σχεδόν κάθε ανάμνηση που είχε ως στρατιώτης. Μόνο δύο εικόνες σχετικές με τον πόλεμο έχουν παραμείνει στο συνειδητό του. Η μία είναι ένα επαναλαμβανόμενο όνειρο, και η άλλη μια ανάμνηση που ύστερα από 20 χρόνια ο Αρί δεν είναι βέβαιος κατά πόσο είναι αληθινή ή παραίσθηση. Όμως αυτές οι εικόνες δεν σταματούν να στοιχειώνουν τον Αρί. Στη πραγματικότητα όμως, δεν είναι αυτά που βλέπει αλλά αυτά που δεν μπορεί να δει που τον φέρνουν σε σημείο απόγνωσης. Η ανάγκη του να φέρει όλες αυτές τις θαμμένες εικόνες στο προσκήνιο, οδηγούν τον Αρί σε ένα ταξίδι αναζήτησης. Οι πρώτες του επαφές με άτομα που υπηρέτησαν μαζί του στον πόλεμο δεν φέρνουν αποτελέσματα. Ώσπου κάποια ανύποπτη στιγμή όλα βγαίνουν στην επιφάνεια.

Η ιστορία είναι αληθινή. Έχει τίτλο «Βαλς με τον Μπασίρ» και την διηγείται ο ίδιος ο Αρί Φόλμαν που έγραψε, σκηνοθέτησε και πρωταγωνιστεί (φωνητικά) σ’ αυτό το αυτοβιογραφικό φιλμ κινουμένων σχεδίων. Κατανοώ πως αρκετοί όταν ακούτε τη φράση «κινούμενα σχέδια», προκαταβάλλεστε αρνητικά ως προς το «ρεαλισμό» και τη «σοβαρότητα» μιας ταινίας. Πιστεύετε πως πρόκειται να δείτε κάτι που δεν μπορεί να πλησιάσει σε δύναμη και αυθεντικότητα μια «κανονική ταινία». Νομίζω πως αρκετοί από σας θ’ αλλάξουν γνώμη όταν δουν το «Βαλς με τον Μπασίρ».

Μπορώ μόνο να πιθανολογήσω γιατί ο Φόλμαν επέλεξε το format του animation γι’ αυτή την ιστορία, αλλά έχω την αίσθηση πως η πρόθεσή του ήταν να επικεντρωθεί αποκλειστικά στην ψυχολογική προέκτασή της, απελευθερωμένος από τα «πρέπει» μια συμβατικής ταινίας. Χωρίς να χρειάζεται να δουλέψει πάνω σε ερμηνείες ηθοποιών, ειδικά εφέ, δεκάδες κομπάρσους, τοπία και ρεαλιστικές σκηνές δράσης, ο Φόλμαν όχι μόνο ελαχιστοποίησε το κόστος παραγωγής, αλλά κυρίως είχε την πολυτέλεια να διηγηθεί την ιστορία όπως ακριβώς την έζησε, την αισθάνθηκε. Κατευθείαν απ’ το στομάχι. Η ωμότητα -με δόσεις παραισθήσεων- είναι διάχυτη σε κάθε σκηνή.

Η ταινία λειτουργεί σε δύο επίπεδα. Από τη μία είναι ένα άκρως ρεαλιστικό και ιστορικά ακριβές (αντι)πολεμικό φιλμ, που παρουσιάζει την διεστραμμένη καθημερινότητα του πολέμου. Από την άλλη είναι ένα ψυχογράφημα ενός 19χρονου αγοριού, που σημαδεύτηκε για πάντα από αυτή τη φρικαλεότητα.

Υπάρχουν αρκετές σκηνές με πολύ δυνατές εικόνες, όπως αυτή των ετοιμοθάνατων αλόγων στον βομβαρδισμένο ιππόδρομο, ή εκείνη ενός στρατιώτης που πυροβολεί τυφλά προς τον εχθρό ενώ ταυτόχρονα χορεύει. Ο Φόλμαν δεν έχει την πρόθεση να κρύψει τίποτα, και όταν στην τελευταία σκηνή προκύπτει η μετάβαση από animation σε κανονικά πλάνα δημοσιογραφικών απεσταλμένων, μόνο θλίψη μπορεί κάποιος να νοιώσει συνειδητοποιώντας πως αυτό που μόλις είδε δεν είναι κάποια σκηνοθετική υπερβολή, αλλά η πιστή απεικόνιση μιας παράνοιας που επαναλαμβάνεται καθημερινά σ’ αυτά τα μέρη.

Δεν μπορώ να πω αν μου άρεσε το φιλμ ή όχι, καθώς τέτοιες ταινίες δεν γίνονται με την πρόθεση να ευχαριστήσουν κανέναν. Είναι ταινίες που είτε σε αγγίζουν είτε όχι. Εμένα με άγγιξε καθώς καταφέρνει να ισορροπεί ιδανικά ανάμεσα στην ιστορική προέκταση και την προσωπική εμπειρία, όντας ένα πρωτότυπο κράμα δραματοποιημένης εξομολόγησης και ντοκιμαντέρ. Προτεινόμενο σε όσους έχουν την διάθεση να προβληματιστούν.


ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΥΒΗΣ www.myfilm.gr

Seven Films είπε...

Ισραηλινοί στο Λίβανο του 1982, η χαμένη μνήμη, πόλεμος και “διαφυγή”, η σφαγή στα στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα: μια ταινία-έκπληξη από το Ισραήλ, σε κινούμενα σχέδια, δομημένη σαν ντοκιμαντέρ, ωστόσο «εντελώς αυτοβιογραφική», σύμφωνα με τον δημιουργό της, τον Ισραηλινό σκηνοθέτη Αρι Φόλμαν. Μπερδευτήκατε; Ας προσπαθήσουμε να βρούμε μια αφετηρία σε αυτόν τον γρίφο που παίρνει τη μορφή μιας παράξενης αντιπολεμικής και σίγουρα γοητευτικής, καθηλωτικής ταινίας. Ενας μεσήλικας σκηνοθέτης (η γενιά του Φόλμαν που πολέμησε το 1982 στο Λίβανο είναι οι σημερινοί πενηντάρηδες, ουσιαστικά η γενιά που κυβερνά αυτή τη στιγμή τη χώρα, αν αυτό σημαίνει κάτι) συνειδητοποιεί ότι μεγάλα κομμάτια από το παρελθόν του, αυτά που συνδέονται με τον πόλεμο στο Λίβανο, έχουν «χαθεί», και ξεκινά μια κινηματογραφική ανασύσταση του «χαμένου χρόνου».

Το φιλμ ξεκινά με τον εφιάλτη ενός φίλου του: είκοσι έξι σκυλιά-ζόμπι τον κυνηγούν κάθε νύχτα στα όνειρά του. Είναι τα σκυλιά που «εκτέλεσε» ως στρατιώτης το 1982, όταν έμπαιναν μέσα στη νύχτα στα χωριά του Λιβάνου αναζητώντας καταζητούμενους Παλαιστίνιους. Ο σκηνοθέτης ήταν επίσης εκεί, αλλά «το αρχείο αυτό δεν υπάρχει στο σύστημα»… Γυρίζει λοιπόν μια ταινία σαν να πρόκειται για ψυχοθεραπεία, «καταδιώκει» τη μνήμη του -αν και στην πραγματικότητα είναι η μνήμη που μας κυνηγάει και μας βασανίζει. Η ταινία μιλά για έναν πόλεμο μάλλον ξεχασμένο σήμερα: είναι η επίθεση του ισραηλινού στρατού στο Λίβανο το 1982, που κατέληξε τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς στη σφαγή στα παλαιστινιακά στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα. Οχι από τους Ισραηλινούς, αλλά από τους χριστιανούς συμμάχους τους, τους Φαλαγγίτες του Λιβάνου. Οι Ισραηλινοί, υπό την ηγεσία του Αριέλ Σαρόν, «παρακολουθούσαν» απλώς τη σφαγή: τουλάχιστον 3.000 άντρες και γυναικόπαιδα μακελεύτηκαν από τους αφιονισμένους Φαλαγγίτες, σαν «εκδίκηση» για τη δολοφονία του ηγέτη τους Μπασίρ Τζεμαγιέλ -είναι ο Μπασίρ του τίτλου, λαϊκό ίνδαλμα της εποχής, τα πορτρέτα του βρίσκονταν παντού, «οι Λιβανέζοι είχαν τον Μπασίρ, εμείς είχαμε τον Ντέιβιντ Μπάουι», λέει σε κάποια στιγμή ένας από τους Ισραηλινούς στρατιώτες.





Το «Βαλς με τον Μπασίρ» έχει σχεδόν τη μορφή ενός underground κόμικ, κάπου ανάμεσα στη στράτευση και τη διαφυγή, την παραίσθηση, τα σουρεαλιστικά στοιχεία, τον παραλογισμό του πολέμου που παντρεύεται με το ροκ της εποχής. Γυρίστηκε τουλάχιστον ανορθόδοξα: ο Φόλμαν πρώτα βιντεοσκόπησε συνεντεύξεις με τα πρόσωπα στις αφηγήσεις των οποίων βασίζεται η ταινία, σαν ένα «τυπικό» ντοκιμαντέρ. Στη συνέχεια το υλικό αυτό των ενενήντα λεπτών σχεδιάστηκε σε story board και μετά σε 2.300 σκίτσα, που δίνουν και το τελικό αποτέλεσμα, αφού η ναρκοθετημένη εμπειρία έχει μεταλλαχθεί ξανά και ξανά.

Στα όρια του μονοχρωματικού, με πλάνα μετωπικά αλλά και αιφνίδια ζουμ, η φόρμα του ανιμέισον συλλαμβάνει τη μάχη του ανθρώπου να κυνηγήσει τις μνήμες του, είτε με τη μορφή αστυνομικής αναζήτησης είτε με στο πλαίσιο ψυχαναλυτικής συνεδρίας…

Η μνήμη, φαίνεται τελικά να είναι μια λειτουργία κινηματογραφική. «Μοντάρουμε» μέσα μας τις σκηνές του παρελθόντος για να βγάλουμε κάποιο νόημα. Είναι εκπληκτική η ικανότητα του ανθρώπου να «διαπλάθει» τις αναμνήσεις του, συμπληρώνοντας τα επώδυνα κενά, «παράγοντας» μνήμη. Κάνουμε ζουμ στα πρόσωπα που μας ενδιαφέρουν, αφήνουμε εκτός κάδρου στιγμές ανεπίλυτες.
Το «Βαλς με τον Μπασίρ» είναι ταυτόχρονα και ένα ντοκιμαντέρ για τη λειτουργία και την πραγματικότητα της ανθρώπινης μνήμης. Ο πόλεμος, από το πεδίο της πραγματικότητας μετατοπίζεται στο πεδίο της μνήμης, με βασικό αντίπαλο τη συνείδηση, σύμμαχο την ενοχή. Λιγότερο αιματηρός, αλλά και πάλι αμείλικτος.

Για τη γενιά του Φόλμαν ο πόλεμος στο Λίβανο το 1982 υπό τη μακιαβελική ηγεσία του Σαρόν ήταν ο δικός τους βρώμικος πόλεμος, το «δικό τους Βιετνάμ». Ακόμη και η πλευρά του «θύτη» έχει πολλαπλά επίπεδα, γκρίζες αλλά και φωτεινές πλευρές.

Νέοι άνδρες που οδηγούνται στον πόλεμο, σαν εκδρομή: η ανάγκη να αποδεχθείς το παράλογο σαν καθημερινότητα, καταλήγει στην ακύρωση κάθε ανάμνησης. Ποια ανάμνηση, μέχρι πού φτάνει η ρίζα της μνήμης; Οι αναμνήσεις είναι τελικά σπαρμένες μέσα σου, ζωντανές σαν τις στιγμές του παρόντος. Οι γονείς του Φόλμαν ήταν στο Αουσβιτς, και είναι ο ίδιος ο σκηνοθέτης που κάνει τη σύνδεση με τη σφαγή στα στρατόπεδα του Λιβάνου, ή μάλλον ο ψυχαναλυτής που τον κουράρει: «Είχες μαζί σου τη σφαγή από τότε που ήσουν έξι χρονώ», λέει σε κάποια στιγμή στον ήρωά μας. Η βιωμένη εμπειρία αναμετριέται με την «ανοιχτή» αλλά ίσως τελικά αδιάφορη ιστορική καταγραφή, οι ζωντανοί, με την άβυσσο της κατάθλιψής τους, στέκονται στα όνειρά τους απέναντι από τους νεκρούς Παλαιστινίους -τα πτώματά τους, ένας άθλιος σωρός, εμφανίζονται στο τέλος της ταινίας σε βίντεο της εποχής, «ακυρώνοντας» το τέχνασμα του ανιμέισον. Υπάρχει διέξοδος διαφυγής από το σφαγείο της πραγματικότητας;

ΚΩΣΤΑΣ ΤΕΡΖΗΣ Η ΑΥΓΗ

Seven Films είπε...

Τον Αύγουστο του 1982 δολοφονήθηκε –μερικές μέρες μετά την εκλογή του- ο Μπασίρ Τζεμαγιέλ, χριστιανός πρόεδρος του Λιβάνου, αρχηγός του Κόμματος των Φαλαγγιτών. Την ίδια εποχή στο Ισραήλ ήταν υπουργός Άμυνας ο Αριέλ Σαρόν με σχέδιο του οποίου ο ισραηλινός στρατός κατέλαβε το νότιο μέρος του Λιβάνου σε βάθος 40 χιλιομέτρων. Ο Μπασίρ Τζεμαγιέλ διατηρούσε άριστες σχέσεις με τον Αριέλ Σαρόν. Οι δύο άνδρες είχαν έναν κοινό εχθρό: το Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης.

Ο Σαρόν χωρίς να έχει έγκριση της κυβέρνησης του Ισραήλ, προώθησε το στρατό του πέραν των 40 χιλιομέτρων, κατέλαβε ολόκληρο το Νότιο Λίβανο και έφτασε μέχρι την πρωτεύουσα. Δύο εβδομάδες πριν τη δολοφονία του ακροδεξιού προέδρου Τζεμαγιέλ, είχαν φθάσει στη Βηρυτό ειρηνευτικές δυνάμεις για να επιβλέψουν την αποχώρηση των συριακών δυνάμεων και των μαχητών του Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης. Η αποχώρηση είχε επιβληθεί μετά από την επίθεση που είχαν εξαπολύσει, κατ’ εντολή του Σαρόν, οι Ισραηλινοί. Επρόκειτο να αποχωρήσουν 11.000 στρατιώτες αλλά όχι και γυναικόπαιδα, που οδηγήθηκαν στα στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα. Το βράδυ της ημέρας που ο Μπασίρ Τζελαγιέλ ανατινάχτηκε μέσα στα γραφεία του κόμματός του οι χριστιανοί φαλαγγίτες πήραν εκδίκηση για τον αρχηγό τους: εισέβαλλαν στα στρατόπεδα των προσφύγων και μακέλεψαν τους άμαχους παλαιστινίους. Χωρίς να έχει προσδιοριστεί ακριβώς, υπολογίζεται πως 3.000 άνθρωποι δολοφονήθηκαν τότε, από τους αφιονισμένους φαλαγγίτες. Η διεθνής κοινότητα έμεινε αποσβολωμένη και το διεθνές ανακριτικό σώμα που συνέστησε εξανάγκασε τον Αριέλ Σαρόν σε παραίτηση. Καταδικασμένος στην παγκόσμια συνείδηση ο υπουργός Άμυνας του Ισραήλ δεν πτοήθηκε και είκοσι χρόνια μετά επανήλθε και εξελέγη πρωθυπουργός!

Από τη Σάμπρα και Σατίλα του 1983 μέχρι τη λωρίδα της Γάζας των ημερών μας, η βαρβαρότητα δε φαίνεται να έχει τέλος.

«Όταν μεγαλώσουν και δουν την ταινία (σ.σ. τα παιδιά μου) μπορεί να τους βοηθήσει να πάρουν τη σωστή απόφαση, που είναι να μην πάρουν μέρος σε κανέναν πόλεμο, όποιος κι αν είναι αυτός», λέει ο σκηνοθέτης Άρι Φόλμαν για την ταινία του «Βαλς με τον Μπασίρ», η οποία θα προβάλλεται από τις 8 Ιανουαρίου.

Τα θολά μονοπάτια της μνήμης

Έρχονται τις νύχτες και ταράζουν τον ύπνο του. Είναι 26 σκυλιά που αλυχτούν δαιμονισμένα κάτω από το παράθυρό του. Ο σκηνοθέτης συνομιλεί σε ένα μπαρ με άνα φίλο του. Τί σημαίνουν όλα αυτά; Κάτι φαίνεται να τον βασανίζει. Κάτι που έρχεται από παλιά, από εκείνο το σβησμένο κομμάτι της μνήμης, κάτι που θέλει να επανεγγράψει, να συναρμολογήσει τα κομμάτια που λείπουν. Τα σκυλιά εξακολουθούν να έρχονται τις νύχτες, πάντοτε 26 και γαυγίζουν ασταμάτητα. Είναι κι εκείνη η εικόνα που βλέπει… Τρεις άνδρες να βγαίνουν από τη θάλασσα στην ακτή της Βηρυτού. Τρεις στρατιώτες, είναι κι αυτός εκεί, είναι και ο φίλος του. Η άκρη του νήματος. Ήταν στρατιώτης, υπηρετούσε τη θητεία του στον ισραηλινό στρατό, αρχές της δεκαετίας του 1980, στον πρώτο πόλεμο του Λιβάνου.

Έτσι αρχίζει ένα οδοιπορικό προς το παρελθόν, μέσα στα θολά μονοπάτια της μνήμης. Αρχίζει να συλλέγει τις ψηφίδες κάνοντας μια έρευνα προσωπικής λύτρωσης. Δε θυμάται τίποτε από τον πόλεμο αλλά πρέπει να θυμηθεί. Ψάχνει ανθρώπους από τότε, εννιά φίλους που βρισκόταν κι εκείνοι εκεί. Τους ζητά να αφηγηθούν τις εμπειρίες τους, όλα όσα θυμούνται και μέσα από αυτά αναζητά την αλήθεια για εκείνο το κομμάτι του εαυτού του που ακούσια διέγραψε. Στην αρχή με τη φαντασία του και όσο προχωρά με τις επανερχόμενες σπίθες της μνήμης, ο Άρι Φόλμαν συμπληρώνει τον εαυτό του, τα σκυλιά σταματούν να ταράζουν τον ύπνο του.

Ανιμέισον ντοκιμαντέρ

Πως μπορεί ένας σκηνοθέτης να ταράξει τα νερά; Πρώτα απ’ όλα με την τόλμη που εμπεριέχεται στην επιλογή του θέματός του. Γιατί ο Άρι Φόλμαν, μπορεί να βασίζεται αρχικά στις προσωπικές του εμπειρίες από τον πόλεμο, σε μια προσπάθεια προσωπικής λύτρωσης, αλλά προσπαθεί να αφυπνίσει και έναν ολόκληρο λαό, να τον φέρει αντιμέτωπο με την πρόσφατη ιστορία του, να τον κινητοποιήσει. Γιατί όταν 20 χρόνια μετά το μακελειό στο Νότιο Λίβανο εκλέγει τον Αριέλ Σαρόν, τότε κάποιος πρέπει να σου μιλήσει και να ανασκαλέψει την αραχνιασμένη σου μνήμη. Εκτός όμως από την τόλμη υπάρχει και το ταλέντο του καλλιτέχνη, τομέας στον οποίο ο Φόλμαν αριστεύει. Η ταινία του είναι ένα ντοκιμαντέρ, που ουδεμία σχέση έχει με τον κλασικό τρόπο κινηματογράφησης, αφού είναι κινούμενο σχέδιο! Κατά τα άλλα όλα είναι σχεδιασμένα όπως ένα κανονικό, ας το πούμε έτσι, ντοκιμαντέρ: με συνεντεύξεις, αφηγήσεις, φλας μπακ, οπτικό υλικό, δραματοποιημένα μέρη. Όλα είναι απόλυτα αρμονικά δεμένα, οι εικόνες που περνούν μπροστά από τα μάτια μας έχουν τέτοιον ρεαλισμό που ξεχνάς πως βλέπει ανιμέισον. Ο πόλεμος, η μνήμη, η ανθρώπινη η φύση, όλα δοσμένα με συγκλονιστικό τρόπο, με κομμάτια έντασης που συνοδεύονται από δυνατή μουσική, από στιγμές συγκίνησης, από στιγμές εσωτερικής αναζήτησης.

Το «Βαλς με τον Μπασίρ» είναι μια ταινία που αφενός εντυπωσιάζει με την τεχνική της, αφετέρου ενθουσιάζει με την προσέγγιση του θέματός της. Αν μη τι άλλο είναι μια έντιμη φωνή από το Ισραήλ, από εκείνες που έχουν ανάγκη να ενισχυθούν για να μη χάνονται πίσω από τρις κραυγές των πολεμοκάπηλων και των φανατικών. Δεν είναι τυχαίο πως καταχειροκροτήθηκε στις Κάνες και δέχτηκε εγκωμιαστικές κριτικές.

Μάθημα κινηματογράφου

Τώρα, εάν θέλετε να μάθετε πως γυρίστηκε η ταινία, παραθέτω πληροφορίες που περιέχονται στο δελτίο Τύπου της εταιρίας διανομής. Κι αν έχετε άγνωστες λέξεις, μη μασάτε, κι εγώ έχω. Καλά θα κάνουν άλλη φορά να μη θεωρούν δεδομένο πως γνωρίζουμε τον κάθε τεχνικό όρο, και μάλιστα σε ξένη γλώσσα. Ιδού:

«Η παραγωγή της διήρκησε τέσσερα χρόνια, εκ των οποίων το πρώτο ήταν αφοσιωμένο στην συλλογή συνεντεύξεων. Τα γυρίσματα έγιναν σε πρώτη φάση στο στούντιο σε real video και το animation έγινε με την τεχνική του rotoscoping, με την οποία ο animator μεταφέρει στο cartoon τις φιγούρες που βλέπει στις live action φιλμαρισμένες σκηνές. To rotoscope επινοήθηκε από τον Μαξ Φλάισερ και τα πιο πρόσφατα δείγματα αυτής της, ψηφιοποιημένης, πια, τεχνικής είναι το «Waking Life» και το «A Scanner Darkly» του Ρίτσαρντ Λίνκλέιτερ».

Ο Άρι Φόλμαν, λέει: «(…) δεν ήθελα να το γυρίσω με πραγματικά πρόσωπα, ήθελα εξ αρχής να είναι κινούμενο σχέδιο. (…) σκέφτηκα να το γυρίσω όπως το γύρισα, με σκίτσο. Ο πόλεμος είναι τόσο σουρεαλιστικός και η μνήμη μπορεί να σε προδώσει τόσο εύκολα, που σκέφτηκα να διαβώ το μονοπάτι των αναμνήσεων μόνο με τη βοήθεια κάποιων πολύ προσεγμένων επινοημένων εικόνων… Το σενάριο βασίστηκε στη δική μου, πολύ προσωπική ιστορία. ακολουθεί εκείνο το σημείο της ζωής μου μετά από το οποίο κατάλαβα πως υπήρχαν μερικά πολύ σημαντικά σημεία της ζωής μου για τα οποία είχα κενά μνήμης(…)».
ΣΤΡΑΤΟΣ ΚΕΡΣΑΝΙΔΗΣ
Η ΕΠΟΧΗ 4 Ιανουαρίου 2009

Seven Films είπε...

Κάθε βράδυ στον ύπνο του ο Αρι βλέπει να τον κυνηγάνε
26 αγριεμένα σκυλιά.
Και πιστεύει πως εχει να κανει με την θητεία του
στον Ισραηλινό Στράτο.
Μόνο που δεν θυμάται το παρελθόν του και ψάχνει γι αυτό ...

Συν[+]

1. Η μουσική της ταινιας.
Από τα καλύτερα συνολικά που εχω ακούσει ποτε για ταινια.

2. Η ιδέα, η πρωτοτυπία και το θάρρος της παραγωγής..
Το να γυριστεί δηλαδη ένα καρτουνιστικο ντοκιμαντέρ.

3. Τα γραφικά και τα χρώματα.
Μια οπτική πανδαισία.

4. Το τελευταία λεπτά της ταινιας όταν το «γυρνάει» σε φιξιον.
Σχεδόν σε παγώνει η σκληρότητα και η αλήθεια.
Αλλά και πολύ έξυπνο

5.Ωραίες σκηνές στο σύνολο τους, που εντυπωσιάζουν με την αρμονία και τη δύναμη τους.

6. και δυστυχώς στις μερες μας τοσο επίκαιρο από όποια πλευρά και να εισαι, ότι να πιστεύεις,
όπως και αν τα βλέπεις.

7.αλλά και η καλύτερη διαφήμιση για την Seven.

Πλην[-]

Τις λείπει το συναίσθημα και η ταύτιση με τον ήρωα.
Μένεις ετσι απλός θεατής των γεγονότων.

2.Οι ύμνοι που εχουν γραφτεί σε παγκόσμιο επίπεδο.
Εντελώς υπερβολικοί και αδικαιολόγητοι.

3. Πιθανόν να μπερδευτείς με την ιστορία
αν δεν ξέρεις τι ήταν οι Φαλαγγίτες, ποιος ήταν ο Μπασιρ,
γιατι τον σκοτώσανε, η ανοχή των Ισραηλιτών και

4. Το μήνυμα, εχει πολλές αναγνώσεις και δημιουργείται θεμα.

Σουμα[=]

Σκληρό θεμα για κόμικς και μάλιστα να το γυρίσεις σε ντοκιμαντέρ.

Αυτή πιστευω είναι και η επιτυχία της ταινιας.
Τίποτα παραπάνω πέρα από τα τεχνικά.
Όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα μικρό καλάθι.
Έφυγα με ένα μεσαίο.
Το συγκρίνουν και με το περσινό «Persepolis"
που κατ εμε, είναι κλάσης ανώτερο.


http://kulturosupa.pblogs.gr/

Seven Films είπε...

Μια ισραηλινή ταινία για τις σφαγές Παλαιστινίων αμάχων το 1982 στο Λίβανο παίρνει τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξένης ταινίας? Περισσότεροι από χίλιοι Παλαιστίνιοι πέφτουν νεκροί από ισραηλινές σφαίρες στη Γάζα? Ένας Ισραηλινός προσπαθεί να ξορκίσει τις Ερινύες του καταγράφοντάς τις σε ταινία κινουμένων σχεδίων που συγκλονίζει, και ένας ολόκληρος κόσμος αποκοιμίζει τη συνείδησή του κάνοντας ζάπινγκ.

Το «Βαλς με τον Μπασίρ» πήρε Χρυσή Σφαίρα και αναμένεται να πάρει και Όσκαρ. Ο Αρί Φόλμαν το αφιέρωσε στα οκτώ παιδάκια των συνεργατών του που γεννήθηκαν κατά τη δημιουργία της ταινίας, με την ευχή γι΄ αυτά ο πόλεμος να μοιάζει ξεπερασμένο βιντεοπαιγνίδι. Για τα παιδάκια της Γάζας, που γεννήθηκαν ή σκοτώθηκαν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το γύρισμα της ταινίας όμως, ο πόλεμος δεν είναι παιγνίδι. Γιατί αυτά στα παιγνίδια τους παίζουν τη ζωή, στη ζωή τους παίζουν μόνο με το θάνατο.
Το «Βαλς με τον Μπασίρ» θα μπορούσε να ήταν μνημόσυνο για τα θύματα του 1982. Οι Παλαιστίνιοι όμως δεν έχουν χρόνο για μνημόσυνα. Οι μέρες δεν φτάνουν για τις κηδείες. Το 1982, που ήταν 1967, έγινε 2002, 2003, 2004, 2005 και έφτασε στο 2009.

Στο μεταξύ, μια παρέα νεαρών Ισραηλινών, που μάλλον δεν θα παρακολουθήσουν ποτέ το «Βαλς με τον Μπασίρ», παρακολουθούν με κιάλια το βομβαρδισμό της Γάζας. Ένα κορίτσι κομψά ντυμένο με εντυπωσιακά μαύρα γυαλιά ηλίου χαμογελά στο φακό: «Το θέαμα είναι εντυπωσιακό», δηλώνει φιλάρεσκα, για να παραδεχτεί με τσαχπινιά, «ε, εντάξει το παραδέχομαι είμαι λιγάκι φασίστρια»!

Μια άλλη ομάδα νεαρών Ισραηλινών δεν χαμογελά, κι ας είναι μόνο 18-19 χρονών. Είναι οι Σμινιστίμ, οι «Απόφοιτοι» που αρνούνται να καταταγούν στις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις (έτσι ονομάζεται ο στρατός του Ισραήλ), εφόσον αυτές δεν αμύνονται αλλά επιτίθενται εναντίον ενός άλλου λαού. Αυτοί δεν μπορούν να χαμογελούν στην κάμερα. Βρίσκονται στις ισραηλινές φυλακές! Οι αντιρρησίες συνείδησης δεν αναγνωρίζονται στο Ισραήλ (και όχι μόνο). Γενικά η συνείδηση δεν χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης στις μέρες μας?

Γι΄ αυτό και ο περισσότερος κόσμος συνεχίζει να αντιδρά όπως και ο Αριέλ Σαρόν (τότε Υπουργός Άμυνας και αργότερα Πρωθυπουργός του Ισραήλ) όταν τηλεφωνικώς τον ειδοποιούσαν για τη σφαγή στους προσφυγικούς καταυλισμούς στη Σάμπρα και Σατίλα: «Ευχαριστώ που μου το αναφέρατε», είπε και συνέχισε τον ύπνο του?

* Μπασίρ Τζεμάγιελ ήταν ο ηγέτης των Φαλαγγιτών και στενός συνεργάτης του Αριέλ Σαρόν. Μετά τη δολοφονία του οι Φαλαγγίτες με την κάλυψη των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων δολοφόνησαν εν ψυχρώ τρεις χιλιάδες άμαχους Παλαιστίνιους.
mchrysanthou@hotmail.com

Της Μαρίας Χρυσάνθου
ΠΟΛΙΤΗΣ - 16/01/2009, Σελίδα: 8