Σάββατο 3 Μαρτίου 2012

Ελενα του Αντρέι Ζιγιάντσεφ



ELENA

Σκηνοθεσία: Andrei Zvyagintsev

Σενάριο: Oleg Negin

Φωτογραφία: Mikhail Krichman

Μοντάζ: Anna Mass

Ήχος: Andrei Dergachyov

Καλλιτεχνική διεύθυνση: Andrey Ponckratov

Οπτικά εφέ: Dmitriy Tokoyakov

Παίζουν:

Yelena Lyadova (Κατερίνα),

Nadezhda Markina (Έλενα),

Aleksey Rozin (Σεργκέι),

Andrey Smirnov (Βλαντιμίρ)

Παραγωγή: Alexander Rodnyansky

Χώρα παραγωγής: Ρωσία

Έτος παραγωγής: 2011

Διάρκεια: 120΄

ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ

Η Έλενα είναι οικιακή βοηθός σε έναν ηλικιωμένο. Το βοηθά να ζήσει και αναλαμβάνει να κάνει όλες τις δουλειές. Προς το τέλος της ταινίας μαθαίνουμε ότι έχει επισυναφτεί ένας ιδιότυπος γάμος μεταξύ τους. Ο γιος της θέλει να τον βοηθά η Έλενα και αυτό είναι ένα βάρος για αυτήν. Αυτό θα είναι και το αγκάθι της σχέσης της με το σύντροφό της. Η ιστορία είναι απλή και φαίνεται, από τα πρώτα λεπτά, ότι δεν έχει εξέλιξη, αλλά μηδαμινό ενδιαφέρον. Ας κοιτάξουμε όμως καλύτερα τις αφηγηματικές της δομές.

Η ταινία ξεκινά με τον πιο κλασικό τρόπο: ορίζεται με απόλυτη ακρίβεια ο χώρος που αυτό το ζευγάρι ζει και στη συνέχεια ο χαρακτήρας του ενός και του άλλου. Τελικά η σχέση μεταξύ τους ξεδιπλώνεται με τον πιο απλό τρόπο. Όλα αυτά σε ένα όχι τυπικό ρώσικο τοπίο, θα μπορούσαμε να πούμε στην υψηλή κοινωνία της Μόσχας. Δε θα μάθουμε ποια είναι η δουλειά που είχε ή έχει αυτός ο Ρώσος, αλλά θα καταλάβουμε αμέσως ότι ανήκει στην αριστοκρατία της κοινωνίας της χώρας του. Η ταινία «Έλενα» («Elena»), 2011, του Andrei Zvyagintsev, γνωστός στην Ελλάδα, αλλά και σε όλο τον κόσμο με την «Επιστροφή» («Vozvrashchenie»), 2003, η οποία κέρδισε βραβεία σε διάφορα Φεστιβάλ, είναι η τελευταία του δουλειά μετά από ένα διάλειμμα ταινίας μικρού μήκους, το 2009, «Apocrypha»: διατηρεί και εδώ την απλή φόρμα της αφήγησής του και αυτό είναι το δυνατό σημείο του.

Η Έλενα παίζει πολύ απλά, έτσι όπως «αρμόζει» σε μια γυναίκα της τάξης της. Η δουλειά της είναι να υπηρετεί και αυτό το κάνει με το καλύτερο δυνατό τρόπο. Οι κινήσεις της είναι μετρημένες και ζει στο περιθώριο των ζωών των ανθρώπων που συσχετίζονται με αυτήν. Οι μικρές διαφορές στις συμπεριφορές των δικών της είναι αυτές που ξεδιπλώνουν το χαρακτήρα της. Η καλή Έλενα μπορεί να μεταμορφωθεί σε μια κακή Έλενα, όταν όμως υπάρχει κάποιο κίνητρο. Αυτό είναι η βοήθεια που περιμένει ο γιος της και η οικογένειά του από αυτήν.

Η οικογένεια για την Έλενα έχει κεφαλαιώδη σημασία για αυτήν. Μέσα σε αυτήν ξεδιπλώνεται ο εσωτερικός κόσμος του χαρακτήρα της. Μέσα από αυτήν μπορούμε να δούμε το πραγματικό της πρόσωπο. Ακόμη, μέσα στην οικογένεια και τη συνύπαρξη μπορούμε να βρούμε τις αντιδράσεις των άλλων και να ανακαλύψουμε τις ψηφίδες του χαρακτήρα τους. Με άλλα λόγια, αυτό το περιθώριο, η Έλενα, είναι αυτό που οριοθετεί τους άλλους χαρακτήρες. Είναι το κύριο σημείο που θα μας αφήσει να φτιάξουμε ένα ψηφιδωτό από μικρούς και μεγάλους χαρακτήρες που θα είναι τελικά η εικόνα της ρώσικης κοινωνίας στις μέρες μας.

Ο φακός παρακολουθεί την Έλενα και το γηραιό σύντροφό της, στις κινήσεις τους, στην πόλη, στα προάστια, στο γυμναστήριο, στο νοσοκομείο, έχουμε έτσι την ευκαιρία να σχηματίσουμε μια καλή εικόνα της κοινωνίας που έχει πλέον αναπτυχθεί στη Ρωσία. Οι κοινωνικές αντιξοότητες, οι αντιθέσεις, κυρίως ταξικές, το χάσμα των γενεών, η έλλειψη επικοινωνίας, η αντίθεση του παλιού με το νέο τρόπο ζωής, τόσο μέσα στην οικογένεια του γιου της Έλενας όσο και μεταξύ του συντρόφου της με την κόρη του, είναι μια καλή εικόνα μια Ρωσίας που όλο αναπτύσσεται, χάνει όμως αυτό το χαρακτήρα που είχε παλιά, ιδίως την πνευματικότητά της.

Κορυφαίο σημείο της ταινίας είναι η μεταστροφή της Έλενας, όταν αυτή αποφασίζει να σκοτώσει το σύντροφό της, μετά από μικρές και συνεχιζόμενες αντιδράσεις της που μας δείχνουν την πολύ μεγάλη διαφορά μεταξύ τους, η οποία εστιάζεται στην άρνηση του συντρόφου της να βοηθήσει το γιο της οικονομικά. Τελικά θα κάψει τη διαθήκη, θα πάρει το σπίτι του και θα μείνει πάλι στο περιθώριο, σε ένα οικείο της όμως περιβάλλον που της αρέσει να ζει. Σε αυτό το σημείο έχουμε μια καταπληκτική εικόνα του ανθρώπου-θύματος και της αγιοποίησής του, έτσι όπως το βλέπουμε σε πολλές παλιές ρώσικες αφηγήσεις (Τολστόι κ.ά.) ή σε παλιές ταινίες της χρυσής εποχής της σοβιετικής κινηματογραφίας (Αϊζενστάιν, Κουλέσοφ, Παρατζάνοφ, Πουντόβκιν κ.ά.), συναντάμε τις γλαφυρές και ρομαντικές αφηγήσεις σε ένα σύγχρονο και αλλοτριωτικό περιβάλλον.

Η ταινία κρατά αργούς ρυθμούς για να αναπτύξει με απόλυτη ακρίβεια τους κεντρικούς χαρακτήρες και τις συμπεριφορές τους. Με ανάλογο τρόπο με την «Επιστροφή», αφήνει κάποια σημεία στους συνδέσμους των χαρακτήρων που δεν τα διευκρινίζει. Εμείς θα πρέπει να τα συμπληρώσουμε και να συνεισφέρουμε στην ολοκλήρωση της ιστορίας. Αυτή η ιστορία όμως είναι η οικουμενική ιστορία μιας Ρωσίας που μας ανήκει, όχι απαραίτητα η «πραγματική» -αυτή η «πραγματική» ίσως δεν υπήρξε και δε θα υπάρξει ποτέ-, αυτή που πηγάζει από τον εσωτερικό μας κόσμο. Αυτή, άλλωστε, η επικοινωνία είναι που κάνει την ταινία ένα σπουδαίο γεγονός.

Γιάννης Φραγκούλης http://greeceactuality.wordpress.com

15 σχόλια:

Seven Film Gallery είπε...

Η Ελένα και ο Βλαντιμίρ προέρχονται από διαφορετικές τάξεις. Εκείνος ένας πλούσιος μεσήλικας, ψυχρός και ορθολογιστής, εκείνη από μικροαστική οικογένεια και ταπεινή. Και οι δύο προσπαθούν να φτιάξουν ξανά τη ζωή τους, έχοντας παιδιά από προηγούμενους, αποτυχημένους γάμους. Ο γιος της Ελένα είναι ένας τεμπέλης οικογενειάρχης, ενώ η κόρη του Βλαντιμίρ είναι απομακρυσμένη από τον πατέρα της εδώ και χρόνια. Όταν μια καρδιακή προσβολή φτάνει τον Βλαντιμίρ στα όρια του θανάτου, η ξαφνική επανασύνδεσή του με την κόρη του θα τον μονοδρομήσει στην εξ ολοκλήρου κληροδότηση της περιουσίας του σε αυτήν και η Έλενα θα παραβεί τις ηθικές της αξίες για να εξασφαλίσει στο γιο της την εύκολη ζωή που διαφαινόταν.
Σε πλήρη αντιστροφή του χριστιανικού 'τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου' με το οποίο πορεύεται μια ολόκληρη κοινωνία δικαιολογώντας θεϊκά τα αυτονόητα και όπως η ταξική συνείδηση αρνείται να ξυπνήσει από το λήθαργο του προνομίου και της αξίας, έτσι και η Ελένα, μια γυναίκα που δε διδάχτηκε αλλά έμαθε εκ των έσω την επιβίωση του ισχυρού (και ισχύς στο σύγχρονο κόσμο σημαίνει χρήμα), γλυκαίνεται με το παιχνίδι της εξουσίας που ελέγχει όχι την ισχύ αλλά την επιβίωση. Κλειστό σε τέσσερις τοίχους, αυστηρό δράμα καταγραφής της ηθικής κατάπτωσης ως μοναδικό θρίλερ που αντικινηματογραφικά δεν κλιμακώνει αλλά μεταστρέφει τους χαρακτήρες του προκαλώντας ένα ισχυρό σοκ, ξεγύμνωμα των κινήτρων της απαρχής για τη διαβολή (πάντοτε το χρήμα), η Ελένα είναι μια σύγχρονη τραγωδία με ήρωες που δεν αναπνέουν (κι όταν το κάνουν, είναι ανάσα στερνή), μια διαλεκτική συνέχεια του Εγκλήματος και της Τιμωρίας που δεν έρχεται σε χρόνο φιλμικό (ή, με μια διαφορετική ανάγνωση έρχεται και θριαμβεύει), καθώς στον ιστό μπλέκονται θύματα και θύτες. Δεν είναι το δίκαιο και το άδικο που κινεί τις πράξεις, αλλά ίσως το πιο δίκαιο και το πιο άδικο, σε έναν κόσμο γεμάτο ανισότητα και δικαιοσύνη που καθημερινά εφευρίσκεται κατά βούληση.
Βραβευμένος με το βραβείο του τμήματος Ένα Κάποιο Βλέμμα (για να μην ξεχνιόμαστε, αυτό είναι το βραβείο για τον Κυνόδοντα του Γιώργου Λάνθιμου 2 χρόνια πριν, αναλογιστείτε την τιμή) στο περσινό φεστιβάλ των Κανών, ο μεγάλος Ρώσος Αντρέι Ζβιαγκίντσεφ δεν απαγκιστρώνεται από τις θεματικές του, αλλά κλείνει το μάτι σε ένα ψυχαγωγικό σινεμά στην επιφάνεια της ιστορίας του για να μιλήσει για την ταξική πάλη και εναλλαγή στη χώρα του, μέσα από σκηνές διαμάντια: "στείλε το μικρό στο στρατό, είναι το καλύτερο σχολείο" προτείνει ο πλούσιος μεγαλοαστός όσο συζητάει στο χλιδάτο του διαμέρισμα, πριν μπει στο 120 χιλιάδων ευρώ τζιπ του και αναγκαστεί να παραχωρήσει προτεραιότητα σε μια ομάδα εργατών που περνούν το δρόμο - ποια είναι η παλιά Ρωσία και ποια η καινούρια; Το όνειρο που γκρεμίστηκε ή το όνειρο που αναδύεται από τα συντρίμμια όμως, δύσκολα θα καταφέρει να σώσει τον άνθρωπο, διεφθαρμένο στο εξής από ένα παρελθόν σκοτεινό και κουκουλωμένο.
Και είναι τότε που συνειδητοποιεί κανείς θλιβερά και με εκκωφαντικό αλλά εσωτερικό τρόμο (εκείνον που συνοδεύεται από μια αβάσταχτη ενοχή), πως όσα πέρασαν από την οθόνη δεν προβλέφθηκαν εύκολα λόγω των προτύπων από τα οποία κρατάμε μια ασφαλή απόσταση, ούτε από παράγοντες εξωτερικούς, αποκομμένους από τη ζωή μας, αλλά από την ψευδαίσθηση της ευτυχίας που ανά πάσα στιγμή οπλίζει το χέρι για την προσωπική, την ατομική ευκαιρία και δεν είναι καν στη διπλανή πόρτα, αλλά εντός της δικής μας.
ΠΑΝΟΣ ΤΡΑΓΟΣ http://www.movieworld.gr

Seven Film Gallery είπε...

Στην τρίτη του ταινία ο Ρώσος σκηνοθέτης Ζβιάνγκιτσεβ που γνωρίσαμε με την αριστουργηματική "Επιστροφή" (Vozvrashchenie) το 2003, παραδίδει ένα καταπληκτικά σκηνοθετημένο δράμα που παίζει έξυπνα με τις σεναριακές συνθήκες του φιλμ νουάρ ενώ την ίδια στιγμή παραμένει αισθητικά και στην ουσία έργο σύγχρονου ρεαλισμού.

Επικεντρώνοντας την πλοκή στα όρια της οικογένειας και των ανθρωπίνων σχέσεων στη σημερινή Ρωσία, δύο δεκαετίες μετά την αλλαγή του καθεστώτος, ο σκηνοθέτης αποπειράται να καταδείξει τις κοινωνικές διαφοροποιήσεις που έχουν προκύψει ανάμεσα στο νέο και το παλιό και μεταφέρει αυτήν την πάλη στις ιστορίες των πρωταγωνιστών του. Από τη μία υπάρχει το σκληρό, καπιταλιστικό πρόσωπο της κοινωνίας που εκφράζεται από τον τεχνοκράτη επιχειρηματία της αστικής ζωής κι απ΄την άλλη το πιο παραδοσιακό κομμάτι της λαϊκής οικογένειας, που ζει στην παρακμή της suburbia των φουγάρων και των εργατικών κατοικιών. Στο μέσον, η πρωταγωνίστρια μια γυναίκα που ζει πάνω από την τάξη της, καλείται να συμβιβάσει αυτές τις αντικρουόμενες τάσεις και γίνεται σύμβολο της κοινωνικής αντίθεσης της μετα-σοσιαλιστικής εποχής, όπου η ψευδαίσθηση της ευημερίας έδωσε τη θέση της στον κυνικό πραγματισμό.

Ο Ζβιάνγκιτσεφ είναι πολύ προσεκτικός να μην πάρει μια σαφή θέση υπέρ της μιας ή της άλλης τάξης, αλλά περισσότερο ασχολείται με το να διατυπώσει το υπαρξιακό ερώτημα στο θεατή. Ο αργός ρυθμός, η κρυστάλλινη φωτογραφία (οι στατικές λήψεις είναι υποδειγματικές) και η φειδωλή χρήση του εξαιρετικού σκορ του Φίλιπ Γκλας εξυπηρετούν αυτόν τον σκοπό χτίζοντας ένταση που διαρκεί σε όλη την ταινία αλλά και κατευθύνει την πλοκή προς σκοτεινά μονοπάτια. Οι ηθοποιοί υποδύονται τους ρόλους με χαρακτηριστική πειθώ, ιδιαίτερα η Ναντεζντά Μαρκίνα, που είναι σκέτη αποκάλυψη.

Δεν είναι ένα εύκολο φιλμ, αλλά τα υπαρξιακά ζητήματα που θέτει είναι σύγχρονα και κοινά για όλους ιδίως στην τρέχουσα συγκυρία. Προτείνεται ανεπιφύλακτα σε όσους αρέσει το καλό σινεμά.

Μιχάλης Κωνσταντέλλης www.moveitmag.gr

Seven Film Gallery είπε...

Διάβασα κάπου ότι το 2009, ένας παραγωγός προσέφερε 8 εκ. δολάρια στον σκηνοθέτη Αντρέι Σβιάνκγιτσεφ («Επιστροφή», «Αποξένωση») για να γυρίσει μια ταινία για το τέλος του κόσμου. Ταινία που πραγματοποίησε τελικά ο Λαρς Φον Τρίερ με τη «Μelancholia” του. Όμως, ουσιαστικά, αυτό πραγματεύεται και η «Έλενα», με έναν άλλο, εσωτερικό, και ιδιαίτερα ντοστογιεφσκικό τρόπο. Το τέλος του κόσμου. Ή για να το θέσω καλύτερα, «το τέλος του κόσμου όπως τον ξέρουμε», το τέλος του γεωγραφίας του εσωτερικού, ψυχικού και ηθικού τοπίου, που μοιάζει πλέον να αποτελείται από κράτη σε χρεωκοπία, που αναγκάζονται να διαπραγματευτούν ξανά τις συνοριακές τους γραμμές, και ενίοτε να τις καταργήσουν εντελώς. Παντρεμένη σε μεγάλη ηλικία με έναν πλούσιο σύζυγο, η Έλενα θα του ζητήσει χρήματα για να μπορέσει ο όχι ιδιαίτερα προκομμένος γιος της (από προηγούμενο γάμο) να εξαγοράσει τη στρατιωτική του θητεία αλλά εκείνος θα αρνηθεί. Όταν ο σύζυγός της πάθει μία σοβαρή καρδιακή προσβολή οι ελπίδες της Έλενας να τον κληρονομήσει θα εξανεμιστούν μετά την επανένωση του στο νοσοκομείο με την αποξενωμένη κόρη του που έχει κι αυτός από προηγούμενο γάμο. Επαφή που θα τον οδηγήσει στο να ξαναγράψει τη διαθήκη του χρίζοντας την κόρη του μοναδική κληρονόμο. Μία απόφαση που θα φέρει την Έλενα σε ένα μεγάλο δίλημμα, ενεργοποιώντας μέσα της, το πιο σκοτεινό κομμάτι του εαυτού της. Ή απλά το ένστικτο της επιβίωσης. Με σαφείς αναφορές στη σημερινή Ρωσία, (που είναι πιο επίκαιρες από ποτέ όσον αφορά στη σημερινή Ελλάδα) λεπτοκεντημένη ειρωνεία, οξυδέρκεια στη σκιαγράφηση των ανθρώπινων δυναμικών και σχέσεων και μια αφοπλιστική σαφήνεια πίσω από τον συμβολισμό που αναδεικνύεται με την αφηγηματική καθαρότητα, ο Σβιάνγκιτσεφ σκηνοθετεί μια σύγχρονη αρχαία τραγωδία, ιχνηλατώντας τη γεωγραφία και τα σύνορα του ηθικού τοπίου μιας νέας εποχής που αναπόφευκτα θα αλλοτριώσει και θα έρθει σε σύγκρουση με την προηγούμενη. Μετατρέποντας τον στοχασμό του σε ένα ηθικό, ατμοσφαιρικό θρίλερ εσωτερικής αγωνίας (με υπέροχη μουσική όπως πάντα από τον Φίλιπ Γκλας), και επαναπροσδιορισμένης, αμείλικτης «αγιότητας», που ανταμείβει τον αφοσιωμένο θεατή, παρασύροντας τον στο δωμάτιο του καθρέφτη και θέτοντας τον αμείλικτα αντιμέτωπο με το είδωλό του.
ΤΑΣΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ http://blogs.gossip-tv.gr

Seven Film Gallery είπε...

Ο σκηνοθέτης ξεκινάει την ταινία του με ένα υπέροχα αργό, εξωτερικό πλάνο του πολυτελούς σπιτιού του Vladimir και στη συνέχεια περνάει στο καθημερινό εσωτερικό του. Από την ταχύτητα των κινήσεων, την διαφορετικότητα στα βλέμματα και τους λιγοστούς διαλόγους που βγαίνουν από τα χείλη των πρωταγωνιστών, εύκολα γίνεται αντιληπτή η κοινωνική και οικονομική απόσταση που χωρίζει το ζευγάρι, μιας και η Elena, σαν πρώην νοσοκόμα, είναι μεν αναγκαία στη ζωή του ηλικιωμένου Vladimir, μοιάζει όμως να προέρχεται από έναν τελείως διαφορετικό κόσμο. Σε αυτή την απόσταση πατάει ο Ζβιάγκιντσεφ και επάνω της χτίζει το πρώτο μισό της ταινίας, με τα χρήματα να παραμένουν (σ)το αόρατο επίκεντρο. Όταν η Ελένα χρειάζεται ένα αρκετά μεγάλο ποσό για την ανάγκη του αδερφού της, ο Βλαντιμίρ παραμένει κυνικός και απρόθυμος να βοηθήσει, αποκαλύπτοντας έναν άνθρωπο που ποτέ δεν κατόρθωσε να ανακαλύψει την σεμνότητα του συναισθήματος, έναντι της λογικής.
Κάπου εκεί έρχεται η υπέροχη, σχεδόν αγωνιώδης, μουσική του Φίλιπ Γκλας να αγκαλιάσει την πρώτη επιθανάτια στιγμή της ταινίας. Η ανακοπή καρδιάς αποκαλύπτει την φυσική φθορά του Βλαντιμίρ και ταυτόχρονα την αντίστοιχη ψυχική της Ελένα. Παράλληλα όμως, φέρνει στο προσκήνιο την αποξενωμένη κόρη του πρωταγωνιστή, έναν άνθρωπο ακόμα πιο κυνικό από τον πατέρα της, αυστηρό κριτή μιας ζωής συνώνυμης με την μισανθρωπία και την περιφρόνηση των ανθρωπίνων αξιών. Είναι και αυτά τα γονίδια άλλωστε, όπως μαρτυρά σε μια στιγμή ειλικρινούς ειρωνείας προς τον πατέρα της, τα οποία αδυνατούν να διαφοροποιήσουν τους εξ αίματος χαρακτήρες.
Και τότε Ζβιάγκιντσεφ θα περάσει στο δεύτερο μισό, όπου το σφιγμένο, οικογενειακό δράμα μετατρέπεται σε μια σιωπηρή καταγραφή της μεταμόρφωσης της Ελένα από άβουλο θύμα σε εκούσιο θύτη, με προφανή πρόξενο την ποθούμενη κληρονομιά. Το έγκλημα πραγματοποιείται χωρίς σταδιακή μετάβαση από τον ηθικό φραγμό στην αμαρτία, και τότε συνειδητοποιείς ότι η σκηνοθετική δεξιοτεχνία του Ρώσου θα σου μιλήσει για την πτώση. Μια πτώση ιδεολογικών, θρησκευτικών και τελικά προσωπικών αξιών η οποία αυτοδικαιολογείται στα πλαίσια του οικογενειακού θεσμού, παραμένει όμως στη φύση της εγκληματική, χαρακτηρίζοντας έναν διαφορετικό θάνατο που προϋπάρχει του φυσικού.
Παρότι αρκετοί είναι εκείνοι που θα σπεύσουν να οριοθετήσουν την Elena μέσα στα κρύα σύνορα της Ρωσίας του 21ου αιώνα, στην ταινία αντανακλάται η ηθική και ιδεολογική κρίση ενός φθίνοντος πολιτισμού χωρίς γεωγραφικά όρια. Με ολοζώντανους χαρακτήρες που κυκλοφορούν ακριβώς δίπλα από εμάς, αργοσαλεύοντας ανάμεσα στην φθορά και την κακεντρέχεια, όχι γιατί το επέλεξαν αλλά γιατί έτσι διδάχτηκαν. Δεν είναι όμως αυτή η καταγραφή που κάνει την ταινία σημαντική. Είναι η αποπνέουσα οικειότητα της εγκληματικής αμαρτίας και η εμφανής εξοικείωση ολόκληρου του δυτικού (μας) κόσμου με αυτό το μοτίβο σκέψης, γεγονός που μετατρέπει την ιστορία σε παράλληλο και ολοζώντανο, έρπον θρίλερ, έτοιμο να καταπιεί χωρίς φειδώ τους περισσότερους από εμάς.
Μπορεί όμως ο σκηνοθέτης να μη παίρνει σαφή θέση, αφήνοντας τον θύτη στην κρίση του σκεπτόμενου θεατή, κλείνει όμως την ταινία του με το ίδιο υπέροχα αργό, εξωτερικό πλάνο του πολυτελούς σπιτιού, επίσης αγκαλιασμένο από το ανατριχιαστικό πλέον, επιθανάτιο μουσικό μοτίβο του Φίλιπ Γκλας. Ενός σπιτιού που περιόρισε την απόσταση μεταξύ του Vladimir και της Elena, στεγάζοντας όλη την ραθυμία μιας νέας οικογένειας, άφησε όμως απ’ έξω την δικαιοσύνη και την τιμιότητα ως αθέατα αγαθά εκείνων που κατοικούν στα Επουράνια Βασίλεια.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΖΑΦΙΡΕΙΑΔΗΣ http://cinetime.gr

Seven Film Gallery είπε...

Ο σκηνοθέτης που το 2003 μας χάρισε την «Επιστροφή» φαίνεται να κλείνει έναν κύκλο με την καινούρια του ταινία « Έλενα» (η οποία είναι και η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του). Μέσα από την ιστορία της Έλενα, προβάλλεται και η πραγματικότητα της Ρωσίας του σήμερα – που δεν διαφέρει και πολύ από εκείνη του χθες-. Η χαμηλών τόνων γυναίκα μιας ασφυκτικής κοινωνίας που όταν πρόκειται για την ευημερία των παιδιών της μετατρέπεται σε άγριο θηρίο, σε αρπακτικό, προκειμένου να τα προστατεύει, προκειμένου να τα υπερασπιστεί. Αυτή η γυναίκα, που από τη μια στιγμή στην άλλη αφήνει ηθικολογίες και καθωσπρεπισμούς και ελίσσεται με γνώμονα το ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Τα πλάνα του Zvyagintsev “αναβοσβήνουν” χαρίζοντας μας στιγμές και σκηνές έντασης της ψυχρής έως σκληρής καθημερινότητας και ενώ δεν φαίνονται στυλιζαρισμένα η κατευθυνόμενα με υπερβολή, είναι ικανά να σου κόψουν την ανάσα.
ΒΙΚΥ ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ http://www.moviemonsters.gr

Seven Film Gallery είπε...

Πικρή αλληγορία πάνω στη μετά-κομμουνιστική, παρασυρμένη από ένα άπληστο, απάνθρωπο καπιταλισμό, Ρωσία είναι η πολύ ωραία ταινία «Ελένα» του Ρώσου Αντρέι Ζβιαγκίντσεφ («Η επιστροφή»), που δίκαια κέρδισε ένα από τα βραβεία του τμήματος «Ένα κάποιο βλέμμα» στο φεστιβάλ των Κανών. Η Ελένα είναι μια από φτωχή τάξη, ντροπαλή, φαινομενικά υποτακτική γυναίκα με ένα αχαϊρευτο, παντρεμένο γιο, που αποφασίζει να παντρευτεί τον γέρο αλλά πλούσιο και με μια κόρη, Βλαντιμίρ. Όταν όμως εκείνος αρρωσταίνει και σχεδιάζει ν’ αφήσει την περιουσία του στη μοναχική του κόρη, η Ελένα βάζει μπροστά ένα σατανικό σχέδιο για να του φάει την περιουσία.
Με ένα μινιμαλιστικό στιλ, με λιγοστούς διαλόγους, με πρόσωπα που κινούνται σ’ ένα γκρίζο, που σχολιάζει πρόσωπα και καταστάσεις, ντεκόρ, με μόνη «φυγή» την (γκρίζα στην πραγματικότητα) τηλεόραση, ο Ζβιαγκίντσεβ καταγράφει, με λεπτότητα, χωρίς ποτέ να τονίζει, το διαρκώς αυξανόμενο σχίσμα ανάμεσα σε δυο διαφορετικές τάξεις (εκείνη των απλών, συχνά άνεργων, χωρίς μοίρα ανθρώπων κι εκείνη των πλούσιων, που ζουν σε μιαν απίθανη πολυτέλεια), στη μετα-σοσιαλιστική Ρωσία, με την Ελενα να κινείται ανάμεσα στους διαφορετικούς άντρες της, τον πλούσιο σύζυγο και τον αχαϊρευτο γιο. Εξαιρετική στο ρόλο της ψυχρής, υπολογιστικής Ελενας, η Ναντέζντα Μαρκίνα.
ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ http://feneck.wordpress.com

Seven Film Gallery είπε...

Πάνω στη δομή της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, ο Ρώσος δημιουργός της «Επιστροφής» οργανώνει ένα μοντέρνο οικογενειακό θρίλερ που μοιάζει με πολιτική αλληγορία. Η ευτυχία και η ψευδαίσθησή της, η ηθική και το έγκλημα, η αθωότητα και η ενοχή, δοκιμάζονται με συνεχή ερωτήματα που μένουν αναπάντητα. Σκηνοθεσία στυλιζαρισμένη, μουσική υπνωτιστική, χαρακτήρες πολύπλευροι και εξαιρετικές ερμηνείες.

Δεν είναι απλή ταινία η «Ελένα». Στην αρχή μοιάζει με κοινωνικό- οικογενειακό δράμα: Ένα ηλικιωμένο ζευγάρι βιώνει τις ταξικές του διαφορές παίζοντας παιχνίδια εξουσίας. Στην συνέχεια, τα παιχνίδια αυτά αποκαλύπτουν μια ιστορία μυστικισμού που μας οδηγεί στην υποψία της πολιτικής αλληγορίας.
Είναι άραγε οι δυο αυτοί κεντρικοί χαρακτήρες σύμβολα για την ερμηνεία της πολιτικής κατάστασης στην σημερινή Ρωσία;

Ακόμη κι αν δεν είναι, εμείς μπορούμε να τη δούμε ως τέτοια. Μπορούμε δηλαδή, μέσα στον οικογενειακό πυρήνα, να διακρίνουμε σαφώς τα προβλήματα μιας ολόκληρης κοινωνίας που είναι έτοιμη να υπερβεί κάθε ηθικό φραγμό προκειμένου να κερδίσει μια κληρονομιά που δεν της ανήκει (όπως κάνει η Ελένα), που θεοποιεί το κέρδος και τον πλούτο (όπως ο σύζυγός της) και που τρώει από τα έτοιμα (όπως ο γιος της).

Αφήνοντας όμως πίσω αυτή την (αληθινή ή όχι) υποψία βλέπουμε (όπως κι ο ίδιος ο σκηνοθέτης παραδέχεται στις συνεντεύξεις του) στοιχεία από την αρχαία ελληνική τραγωδία. Βλέπουμε ανθρώπους που εγκληματούν για το καλό της οικογένειά τους και που, εντέλει, αθωώνονται καθώς τα όρια ανάμεσα στο «καλό» και το «κακό» καταργούνται. Βλέπουμε επίσης την διαδικασία αυτού του εγκλήματος και την δικαιολογία μιας σειράς αποτρόπαιων πράξεων.

Όπως και στις προηγούμενες δυο ταινίες του («Επιστροφή»-2003, «Αποξένωση»- 2007) ο σκηνοθέτης μένει και πάλι μέσα στο πλαίσιο των οικογενειακών σχέσεων και φτιάχνει χαρακτήρες συναισθηματικά και ηθικά ανάπηρους. Δεν σκοπεύει όμως να πάρει θέση για κανένα από τα ερωτήματα που τους βασανίζουν, αφήνοντάς μας να τα διαχειριστούμε όπως εμείς θέλουμε.

Πάνω στους αργούς (κι ωστόσο με εσωτερικές εντάσεις) ρυθμούς που του υπαγορεύει η μουσική του Φίλιπ Γκλας, ο Ζβιάνγκιντσεφ στήνει μια γνήσια τραγωδία ηθών και ηθικής. Οι ήρωές του είναι μόνοι και ανυπεράσπιστοι, στο μεταίχμιο των παθών τους κι όλα όσα συμβαίνουν γύρω τους είναι αποτέλεσμα, αποκλειστικά και μόνο, των πράξεών τους.

Αν τους κρίνει; Όχι. Τους κανακεύει θα έλεγε κανείς, τους περιθάλπει και τους αφήνει ελεύθερους να ζήσουν την ιδιότυπη καταστροφή τους.

Αυτό που γίνεται στο σπαρακτικό φινάλε (που κι αυτό όμως, κατά κάποιο τρόπο, απόδραματοποιείται) δεν είναι παρά η αντιστροφή της ηθικής. Οσοι την έχουν ζήσει την αποδέχονται. Εμείς την παρακολουθούμε, μαντεύοντας μια σειρά από νέα ερωτήματα.
Ακόμη κι αν, στην ουσία, είναι αναπάντητα, αξίζει να παίξουμε μαζί τους.
ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΝΔΡΕΑΔΑΚΗΣ ΣΙΝΕΜΑ http://www.e-go.gr

Seven Film Gallery είπε...

ΘΕΤΟΝΤΑΣ ΕΝΑ ΗΘΙΚΟ, ΝΤΟΣΤΟΓΕΦΣΚΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΔΙΛΗΜΜΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΣΤΡΙΜΩΓΜΕΝΗ ΗΡΩΙΔΑ ΤΟΥ, Ο ΣΒΙΑΝΓΚΙΝΤΣΕΦ ΣΤΟΧΑΖΕΤΑΙ ΠΑΝΩ ΣΤΟΥΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΙΣΧΥΡΩΝ, ΤΗΝ ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΗ ΜΟΝΑΞΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ. ΛΙΤΟΣ, ΑΚΡΙΒΗΣ ΚΑΙ ΧΑΜΗΛΟΤΟΝΟΣ, ΞΑΝΑΒΡΙΣΚΕΙ ΤΗ ΧΑΜΕΝΗ ΦΟΡΜΑ ΤΟΥ ("ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ") ΚΑΙ ΚΕΡΔΙΖΕΙ ΤΟ ΒΡΑΒΕΙΟ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΝΑ ΚΑΠΟΙΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΟΥ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΑΝΩΝ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΗΤΣΗΣ ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ

Seven Film Gallery είπε...

Τα δύο πρόσωπα της Ρωσίας
Τι σκηνοθέτης αυτός ο Αντρέι Ζβιάτζιντσεφ! Οσο θυμάμαι την «Επιστροφή», εκστασιάζομαι! Η τελευταία ταινία του, «Ελενα» («Elena», Ρωσία, 2011), δεν είναι βέβαια του βεληνεκούς της «Επιστροφής» αλλά σε συνεπαίρνει κι αυτή και μάλιστα με έναν μεθυστικό τρόπο ενώ διαδραματίζεται σε δύο πλευρές της σύγχρονης Ρωσίας.

Σε μια πόλη που ποτέ δεν κατονομάζεται, βλέπουμε από τη μια πλευρά την κοινωνία των πλουσίων, με τα art deco σπίτια και τις αστραφτερές λιμουζίνες, και από την άλλη την κοινωνία της φτωχολογιάς και της μιζέριας. Και στο μέσον, η Ελενα (Νάντζντα Μαρκίνα) που πηγαινοέρχεται από τη μια πλευρά στην άλλη. Η Ελενα όχι μόνον εργάζεται στο σπίτι του γέρου και αντιπαθητικού πλουσίου (Αντρέι Σμιρνόφ) όπως νομίζουμε στην αρχή, αλλά είναι και παντρεμένη μαζί του. Τα λεφτά της όμως τα πηγαίνει στον χαραμοφάη γιο της (από άλλον γάμο) που παίζει με τον δικό του γιο video games. Πάνω σε αυτούς τους δύο πόλους κινείται η ταινία και σε ορισμένες στιγμές σου δίνει την εντύπωση ότι πρόκειται για ένα όνειρο ή έναν εφιάλτη.

Το πρόσωπο της σύγχρονης Ρωσίας με τη χλιδή από τη μια και την παρακμή από την άλλη. Ο μόνος τρόπος για να επιβιώσεις είναι να μιλάς όσο το δυνατόν λιγότερο και να ελίσσεσαι όσο πιο έξυπνα γίνεται. Και σε αυτό το σημείο τα καταφέρνει θαυμάσια το πρόσωπο-κλειδί της ιστορίας αλλά και ο ενδεχόμενος «νικητής» ανάμεσα σε μια στρατιά αντιπαθητικών προσώπων. Η Ελενα βέβαια, που μετά από μια απότομη στροφή της ταινίας (που σε ξαφνιάζει φλερτάροντας με τους αρχετυπικούς κώδικες του φιλμ νουάρ), είναι έτοιμη να μεταμορφωθεί.

Όλη η ταινία είναι μια εξαιρετική σύνθεση χώρων, πλάνων, χρωμάτων, μουσικής και προσώπων (αναζητήστε το σάουντρακ του Φίλιπ Γκλας). Και ο μαέστρος Ζβιάτζιντσεφ κάνει κυριολεκτικά ό,τι θέλει αποδεικνύοντας ότι αναμφισβήτητα ανήκει στους πιο επιδέξιους αρχιτέκτονες του σινεμά. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που κάθε κτίριο, κάθε δρόμος και κάθε εσωτερικός χώρος σε αυτή ταινία έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον. Η μηχανή κινείται σαν μπαλαρίνα ανάμεσα σε δρόμους, σαλόνια, κουζίνες και διαδρόμους, η δε ταινία σου δίνει συνέχεια την αίσθηση ότι κάτι τρομερό θα συμβεί στο επόμενο πλάνο ενώ κάτι τέτοιο δεν γίνεται απαραιτήτως.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ ΤΟ ΒΗΜΑ

Seven Film Gallery είπε...

Την ανατροπή του σοσιαλισμού ακολούθησε η βίαιη παλινόρθωση του καπιταλισμού στη Ρωσία και η γενικευμένη διάλυση του σοσιαλιστικού κράτους. Καταλαβαίνει πια κανείς ότι η ρήση «καθένας για τον εαυτό του και ο Θεός για όλους» βρίσκεται σε πλήρη ισχύ.
Η ίντριγκα σιγοβράζει σαν σε χύτρα ταχύτητας. Η σχολαστική ακρίβεια στην κάθε λήψη, στο κάθε καδράρισμα, κάθε χώρος, κάθε ήχος ακόμα και κάθε μεμονωμένη λέξη από το διάλογο δεν υπάρχουν παρά για να υπογραμμίζουν καταστάσεις και να καταδεικνύουν χαρακτήρες και συμπεριφορές. Τα πάντα είναι εκεί για να ταρακουνούν για τις βαθιές αντιθέσεις, τις αντιφάσεις και την ανισότητα στη χώρα σήμερα. Δεν αργούν να εμφανιστούν στο προσκήνιο και οι επίγονοι του ζεύγους, οι νεότερες γενιές που ο σκηνοθέτης επιλέγει να παρουσιάσει με ισότιμους και καθόλου κολακευτικούς όρους. Ο Σεργκέι, γιος της Ελενα από προηγούμενο γάμο, ζει με την οικογένειά του σε μια βιομηχανική περιοχή, σε ένα μακρινό, απομονωμένο και καταθλιπτικό προάστιο. Στο στενάχωρο διαμέρισμα, με συχνές διακοπές ηλεκτρικού, υπάρχουν μόνιμα εκτεθειμένα τσιπς και φιστίκια. Ζει από τα λεφτά της Ελενα και περνά τη μέρα του μπροστά στην τηλεόραση και παίζοντας βίντεο παιχνίδια με τον έφηβο γιο του Σάσα, που ονειρεύεται να μπει στο Πανεπιστήμιο γιατί διαφορετικά θα τον πάρουν στο στρατό και θα τον στείλουν στο εφιαλτικό μέτωπο της Οσετίας - με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Είναι ζήτημα ζωής και θανάτου λοιπόν ... Και το Πανεπιστήμιο πια κοστίζει μια περιουσία, έγινε προνόμιο μόνο των πλουσίων... Αλλά και η κόρη του Βλαντιμίρ από προηγούμενο γάμο, η Κάτια, ζει μια ηδονιστική, παρασιτική ζωή με τα λεφτά του πατέρα της. Ο κάθε γονιός, υπερασπίζεται το δικό του παιδί και κατηγορεί το παιδί του άλλου.
Η σχέση ανάμεσα στον Βλαντιμίρ και την Ελενα φαίνεται ξεκάθαρα ότι καθορίζεται από ταξικές παραμέτρους. Βέβαια και οι δυο τους βολεύονται και έχουν την ανάγκη ο ένας του άλλου. Η Ελενα έχει ανάγκη από τα λεφτά του συζύγου και ο Βλαντιμίρ έχει ανάγκη από συντροφιά, νοσοκόμα και οικονόμο για το σπίτι. Πληθώρα συμβόλων και μεταφορών τοποθετούν τη φαινομενικά απλή ιστορία μιας οικογένειας, στο πλαίσιο των σύγχρονων παραγωγικών σχέσεων και της πάλης των τάξεων κάνοντας αναφορές σε κοινωνικές αλλαγές, ηθική, ήθος, θρησκεία...
Και παντού υπάρχει μια ανοιχτή τηλεόραση που παίζει...
Η Ελενα ζει ανάμεσα στους δύο αυτούς κόσμους και κυκλοφορεί με τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Η μουσική του Αμερικανού μινιμαλίστα συνθέτη Φίλιπ Γκλας έρχεται σε κατακόρυφη αντίθεση με τον αφηγηματικό χαρακτήρα της ηχητικής μπάντας, όταν η Ελενα κατευθύνεται στο διαμέρισμα του γιου της, σε αντίθεση με τον Βλαντιμίρ που, μέσα στο πολυτελές του αυτοκίνητο, κυκλοφορεί στο εσωτερικό ενός κλειστού κυκλώματος.
Αδιαμφισβήτητο ταλέντο ο σκηνοθέτης, κάνει κινηματογράφο που δε φοβάται τους αργούς αλλά σίγουρους ρυθμούς που ξεδιπλώνονται σε εκτεταμένα πλάνα σεκάνς, ενώ τα πλάνα φιξ κρύβουν μια εκρηκτική νηφαλιότητα και οι ξεκάθαρες γραμμές και φόρμες προσδίδουν στα πράγματα απόσταση. Με αργό ρυθμό η κάμερα ακολουθεί τις κινήσεις της 60χρονης Ελενα, ώσπου όλα ξεκαθαρίζουν όταν κάθονται να φάνε πρωινό. Η κάμερα και η αδυσώπητη ματιά της στην καθημερινή ρουτίνα παραπέμπει σε χαρακτηριστικά κλασικών θρίλερ νουάρ. Και πράγματι, θα μπορούσε κανείς να βαφτίσει την ταινία «ψευδο-θρίλερ»
Συναρπαστικός ο κινηματογράφος του Ζβιάγκιντσεφ, κουβαλά την τεράστια κινηματογραφική παράδοση της χώρας του και συνιστά σπάνια ολική εμπειρία αισθητικής τάξης ...μην το χάσετε!
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ

Seven Film Gallery είπε...

Αν μπορούσες να περιγράψεις το «Elena» με μια αναφορά στη ρωσική κουλτούρα, ο καλύτερος τρόπος θα ήταν να πεις πως η τρίτη ταινία του Αντρέι Ζβιάγκιντσεφ είναι μια διεστραμμένη ανάγνωση πάνω στο «Εγκλημα και Τιμωρία». Μια διεισδυτική παρατήρηση πάνω στις ζωές μια χούφτας ανθρώπων που, όπως και η χώρα τους, προσπαθούν να επιβιώσουν πάνω στα απομεινάρια μιας κοσμικής δικαιοσύνης εφευρίσκοντας άλλοθι για τα μικρά ή μεγάλα εγκλήματα τους.

Ο Ζβιάγκιντσεφ είναι κλασικός, ουμανιστής, αστείος, ακριβώς όπως και ο Ντοστογιέφσκι. Εγκαταλείποντας τη Φύση που πρωταγωνιστούσε στις δύο πρώτες ταινίες του (την «Επιστροφή» του 2003 και την «Αποξένωση» του 2007) κλείνει την ιστορία του μέσα στους τέσσερις τοίχους μιας αστικής μονοκατοικίας, αφήνοντας ωστόσο ανοιχτή την πόρτα σε όλη την αγριότητα που κρύβει η επιβίωση εκτός κοινωνικής νόρμας.

Συγκεντρώνοντας το δράμα του στην κεντρική ηρωίδα του, την Ελένα, σύμβολο μιας Ρωσίας που παραπαίει ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον της, ο Ζβιάγκιντσεφ στήνει στην πραγματικότητα ένα θρίλερ πατώντας πάνω σε όλους τους κανόνες του είδους και κυρίως πάνω στο θυμικό του θεατή, καθώς ο τελευταίος νιώθει συνεχώς πως πρέπει να αποφασίσει για το αν αυτό που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια του είναι μια αντανάκλαση μιας σκληρής πραγματικότητας ή απλά ένα αστείο.

Δυστυχώς, η πραγματικότητα που σκιαγραφεί με χειρουργική ιεροτελεστία και απαράμιλλο κινηματογραφικό στιλ ο Ζβιάγκιντσεφ είναι και σκληρή και αστεία την ίδια στιγμή.

Είναι η προσπάθεια μιας μητέρας να δώσει στους δικούς της απογόνους ένα κομμάτι από τη «νέα» ζωή που η ίδια κέρδισε ανεβαίνοντας κοινωνική τάξη. Είναι η αγωνία ενός πατέρα να εξαφανίσει το κενό που βρίσκεται ανάμεσα σε εκείνον και την κόρη του, λίγες ώρες πριν πεθάνει. Είναι οι ανθρώπινες σχέσεις ιδωμένες σαν εμπορικές συναλλαγές, ακριβώς στο σημείο που η αγάπη και όλα όσα μπορούν να θυμίζουν «ανιδιοτελή» αισθήματα έχουν θαφτεί για πάντα κάτω από το βάρος ενός κυνικού (Δυτικού) πολιτισμού. Είναι τα μικρά εγκλήματα που αναγκαζόμαστε καθημερινά να διαπράττουμε προκειμένου να εξιλεωθούμε από τα άλλα, τα μεγάλα, αυτά που δεν θα συγχωρεθούν ποτέ.

Παίρνοντας ζωή, ανάσα και ρυθμό από την εξαιρετική πρωταγωνίστρια του, τη Ναντέζνα Μακρίνα, το «Elena» ακολουθεί τις διαδρομές της μέσα στην αστική μονοκατοικία της, διασχίζει μαζί της το κέντρο της πόλης για να φτάσει στο φτωχό διαμέρισμα του γιου της, μένει υπομονετικά φύλακας στο δωμάτιο του νοσοκομείου που νοσηλεύεται ο σύζυγος της, επιστρέφει και ξαναξεκινά σε μια αλλήλουχία ημερών που συνθέτουν μια ζωή καταδικασμένη να διαπράξει το έγκλημα, αλλά όχι και να τιμωρηθεί.

Ισως εκεί βρίσκεται και το μεγαλείο του «Elena». Στην κοσμοθεωρία ενός δημιουργού που μέσα από τα απόκοσμα, κλινικά πλάνα του (εδώ με τη συνοδεία της μουσικής του Φίλιπ Γκλας) υπήρξε πάντοτε πιο κοντά στους ήρωες του απ’ όσο οι ίδιοι βρέθηκαν ποτέ κοντά στον εαυτό τους. Σε μια προσπάθεια όχι να τους κρίνει, ούτε να τους τιμωρήσει, αλλά να τους κατανοήσει, καθρεφτίζοντας στις αδυναμίες τους κάθε σύγχρονη και αρχέγονη ενοχή.

Φτιάχνοντας τελικά ένα «Εγκλημα Χωρίς Τιμωρία» που πριν από το σινεμά διαδραματίζεται καθημερινά ακριβώς δίπλα μας ή – για κοιτάξτε καλύτερα - μέσα στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού μας.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΡΑΝΑΚΗΣ http://flix.gr

Seven Film Gallery είπε...

Μετά τη φιλόδοξη αλλά ασαφή Αποξένωση, ο Σβιάγκιντσεφ της υπέροχης Επιστροφής κυβερνάει με απόλυτη σιγουριά ένα κινηματογραφικό πλοίο που βάζει πλώρη για την ξέρα της σύγχρονης ρωσικής κοινωνίας, μιας επικίνδυνης πολιτείας που παραπαίει ανάμεσα στον ηθικό τρόμο της θρησκείας και τον κυνική παραδοχή του νεοπλουτισμού. Η Ελένα είναι μια σύζυγος/νοσοκόμα, πλήρως υποταγμένη στις βουλές ενός ορθολογιστή χωρίς αισθήματα, του Βλαντιμίρ. Όταν εκείνος, άρρωστος και αδύναμος, της ανακοινώνει πως δεν θ' αφήσει δεκάρα σε αυτήν και την οικογένειά της (τον ακαμάτη γιο μ' ένα μωρό κι έναν έφηβο γιο), αλλά θα αφήσει την περιουσία του στην αποξενωμένη κόρη του, την οποία έχει κατηγορήσει για αλόγιστο ευδαιμονισμό, ωστόσο τα έχει ξαναβρεί μαζί της, η Ελένα καλείται να διαλέξει: χριστιανή ή μάνα, πάνω απ’ όλα; Εγκλωβισμένη στην ανάγκη μιας ζωής που είναι σαφές πως δεν της ανήκει, η Ελένα συμπεριφέρεται φυσικά όταν σερβίρει, καθαρίζει, τακτοποιεί ή κινείται με τις δημόσιες συγκοινωνίες για να φέρει κάτι στο παιδί της, κλεφτά, σαν μεροκαματιάρα που δίνει και το υστέρημά της, επειδή συτό πιστεύει πως είναι το καθήκον της. Η θέση της μέσα σ' ένα γυαλισμένο διαμέρισμα είναι περαστική, δανεική και πλασματική, γι’ αυτό και ο Σβιάγκιντσεφ τονίζει την αταίριαστη τοποθέτησή της σ' ένα περίεργο, γυάλινο περιβάλλον. Ο Ρώσος σκηνοθέτης κάνει μια εξονυχιστική μελέτη χαρακτήρων σε απόλυτη ταύτιση με τους διαφορετικούς χώρους, περνώντας από την εργατιά στην προνομιούχο τάξη. Έχοντας διυλίσει τον λόγο του Ντοστογιέφσκι και τις εικόνες του Ταρκόφσκι, ο Σβιάγκιντσεφ αποκαλύπτει πως η ψυχή σκαλώνει στις βιβλικές διδαχές και παραδίδεται στο ένστικτο, με ενδιάμεση στάση την αλλοτρίωση.
Όπως λέει και η κόρη στον πατέρα μέσα στο νοσοκομείο, αφού έχουν συναντηθεί μετά από πολλά χρόνια και λίγο πριν φιληθούν με αυθεντική διάθεση συμφιλίωσης και κατανόησης (σαν τα ζώα που μυρίζουν το ένα το άλλο
και καταλαβαίνουν την οικογενειακή συνάφεια): «Τα σκατά πρέπει να είναι νόστιμα. Ένα εκατομμύριο μύγες δεν μπορεί να κάνουν λάθος». Πίσω απο τη θεωρία πως ένας άνθρωπος δεν μπορεί παρά να είναι ανεύθυνος αν επιλέγει να διαιωνίσει το είδος του, γνωρίζοντας πως είναι αρρωστημένος, τέμνονται οι σφηνωμένες έννοιες της Βίβλου, περιεκτικές και αυστηρές, με τη συμβιβαστικότητα του πολιτισμένου λόγου. Χρόνια πασχίζει η ανθρωπότητα να βάλει μια τάξη με τη λογική, τους κανόνες και τους νόμους κι έρχεται η στιγμή που μια απόφαση ανατρέπει τα πάντα. Η Ελένα, με τη σπουδαία, εκφραστική, σχεδόν βουβή ερμηνεία/στάση της Μαρκίνα και την καθαρή σκηνοθεσία του Σβιάγκιντσεφ, παρουσιάζει αυτήν τη στιγμή σε 110 λεπτά κινηματογράφου που προβληματίζει, χωρίς να μπερδεύει.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ LIFO

Seven Film Gallery είπε...

Αφήνοντας πίσω του τις υπέροχες εικόνες ρώσικης εξοχής, ο σκηνοθέτης της «Επιστροφής» και της «Αποξένωσης» τοποθετεί τη νέα του ταινία στο αστικό τοπίο μιας διχασμένης, ανάμεσα στον πλούτο και την εξαθλίωση, Μόσχας. Η ηρωίδα του κινείται μεταξύ των δύο. Πρώην νοσοκόμα, σύζυγος τώρα ενός πλούσιου ασθενή της, δοκιμάζει να εξασφαλίσει την οικογένεια του γιου της μέσα από την περιουσία του άντρα της. Όμως η ταινία δεν νοιάζεται τόσο για την οικογενειακή ή οικονομική ίντριγκα, όσο για τη δυναμική των σχέσεων. Με τo ρυθμό ενός αργόσυρτου θρίλερ και αφήνοντας πίσω ξεκάθαρο το ίχνος ενός κοινωνικού σχολίου για την κατάσταση της χώρας του και των ανθρώπων της σήμερα, ο Σβιάγκνιτσεφ παραδίδει ένα ίσως απαιτητικό, μα αναμφίβολα αξιοπρόσεκτο φιλμ που επιτέλους ορθώνει το σινεμά του αυθύπαρκτο, πέρα από τις άσκοπες συγκρίσεις με τον Ταρκόφσκι.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΡΑΣΣΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ATHENS VOICE

Seven Film Gallery είπε...

το 2000 µε την πρώτη του έφοδο και την «Επιστροφή» έκανε τον κινηματογραφικό κόσμο να παραληρεί. Το στόρι αναπτύσσεται με αργούς ρυθμούς. Εχει σημασία αυτό. Μια ταλαιπωρημένη πρώην νοσοκόμα, παντρεμένη με ευκατάστατο καρδιοπαθή, αποφασίζει να τον βγάλει από τη μέση προκειμένου με τα λεφτά του να συντηρήσει τη ρέμπελη οικογένεια του επίσης ρέμπελου γιου της από τον πρώτο της γάμο. Αποσύνθεση με το γάντι. Επιβίωση με κάθε κόστος. Μεταφορά του πλούτου με δόλια μέσα. Περίπου όπως συμβαίνει στη σημερινή κοινωνία. Εκμαυλισμός και παρακμή. Η μετάλλαξη και παραμόρφωση μιας χώρας μέσα από μια οικογενειακή ιστορία. Α, να μην ξεχάσω. Η πρωταγωνίστρια Ναντέζα Μαρκίνα είναι ισοδύναμη της Μέριλ Στριπ.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΑΝΙΚΑΣ ΤΑ ΝΕΑ

Seven Film Gallery είπε...

Πηθήνια νοσηλεύτρια στηρίζει κρυφά την οικογένεια του αχαΐρευτου γιού της, μέχρι που ο ψυχρός πλην βαθύπλουτος σύζυγός της, ανακοινώνει ότι την περιουσία του θα κληρονομήσει η απομακρυσμένη κόρη του.
Μειλίχιο ψυχόδραμα κοινωνικοπολιτικών αποχρώσεων, το νέο σκηνοθετικό πόνημα του Ρώσου που κέρδισε έναν σκασμό επαίνους για το ντεμπούτο του με την Επιστροφή (2003), είναι μια φορμαρισμένη επάνοδος στην πρώτη γραμμή το ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, μετά το στραβοπάτημα της Αποξένωσης (2007). Με προσήλωση στην αποστείρωση της σκηνογραφίας που περιβάλλει το αντισυμβατικό ζευγάρι δυο ηλικιωμένων ανθρώπων που γνωρίστηκαν και παντρεύτηκαν στο λυκόφως της ζωής τους, ο Zvyagintsev στήνει το απωθητικό σκηνικό μέσα στο οποίο θα ξεδιπλώσει την προβληματική του για το ουτοπικό του ισότιμου παντρέματος των δυο ακραίων ομάδων της ρωσικής κοινωνίας. Η ηρωίδα του, μια νοσηλεύτρια με παρελθόν φτώχειας, μπορεί να κάθεται στο ίδιο τραπέζι με το αδρό, μα σαφές δείγμα των απομειναριών της ρωσικής πλουτοκρατίας που έχει για άντρα, όμως ακόμα και απ’ την εξωτερική πλευρά του παραθύρου που χρησιμοποιεί για εναρκτήριο κάδρο του ο Zvyagintsev, η ευλογημένη με τα δεσμά του γάμου σχέση τους, παραμένει σχέση αφεντικού και υπηρέτριας. Ο εκφραστικός μινιμαλισμός της Nadezhda Markina στο ρόλο του τίτλου, προσθέτει ρεαλιστική αιχμή και αποτελεσματικότητα στους σκόρπιους διαλόγους της με τη χούφτα καρικατουρίστικων χαρακτήρων που τής γεμίζουν τα σκηνικά, κι ο Zvyagintsev με τη βοήθεια του Philip Glass στην ηχητική μπάντα, χρησιμοποιεί την ησυχία του, όχι για να απλώσει φαφλατάδικη βουβαμάρα, αλλά για να ηλεκτρίσει την ατμόσφαιρά του με το σασπένς του φιλμ νουάρ που προκύπτει, όταν το σενάριο του Oleg Negin ρίχνει την ηρωϊδα στην απελπισία του να πρέπει να προστατεύσει την αληθινή της οικογένεια, το αίμα της, απ’ την αναπάντεχη τροπή των αποφάσεων του άκαρδου καπιταλιστή δεσπότη της. Παίζοντας με ύφος και τόνο, ο Zvyagintsev βρίσκει την απελπισία που οδηγεί τους ανθρώπους σε απονενοημένες πράξεις κόντρα στην ηθική και την ανατροφή τους, υποδεικνύει τον ατέρμονο κύκλο της ανετοιμότητας της ρωσικής κοινωνίας να συμφιλιώσει τις αγέλες της, αντιπαραθέτει το ψυχρό σκηνικό του υλικού πλούτου με την φολκλορική μούχλα του αντίθετου άκρου, εκεί που η απόγνωση πάει χεράκι με την παραίτηση και την πλήρη εξάρτηση, ενώ σχηματικοποιεί την απόσταση των δυο στρωμάτων της κοινωνίας του, χρησιμοποιώντας την διαδρομή που διανύει η ηρωΐδα του για να ταξιδέψει απ’ το ένα σπιτικό της στο άλλο. Και σου λέει με απλά λόγια πως, καλά όλα αυτά τα συμφιλιωτικά και τα μοντέρνα, αλλά όταν το ταψί πέσει στο τραπέζι, πρώτος θα πιάσει το μαχαίρι ο πιο πεινασμένος, κι όποιος προσπαθήσει να του το πάρει, καλά θα κάνει να φυλάει το λαρύγγι του. Μέχρι ο πεινασμένος να χορτάσει, και οι ρόλοι να κάνουν κύκλο, βέβαια.
ΙΩΣΗΦ ΠΡΩΙΜΑΚΗΣ www.mftm.blogspot.com