«Μια από τις καλύτερες ταινίες που έγιναν ποτέ πάνω στις σχέσεις, με εξαιρετικές ερμηνείες» AboutFilm
Μια πρωτοποριακή, ρομαντική δραμεντί του 1967, έρχεται σε ολοκαίνουργιες κόπιες για να βάλει
φωτιά. Πλημμυρίζοντας τις καλοκαιρινές μας νύχτες από συναίσθημα, γέλιο και
εικόνες μιας μυθικής εποχής. Στο σημείο συνάντησης της κλασσικής συνταγής του
είδους με τις ανανεωτικές κινηματογραφικές επιταγές και τεχνικές της γαλλικής
νουβέλ βαγκ.
Με την Όντρεϊ Χέμπορν, σε έναν από τους πιο όμορφους ρόλους της καριέρας
της, στο πλευρό του εξαιρετικού Άλμπερτ Φίνεϊ και της γοητευτικής Ζακλίν Μπισέ.
Την κλασσική, μουσική του Χένρι Μαντσίνι (ο ίδιος θεωρούσε το τραγούδι της ταινίας
την καλύτερη δουλειά της καριέρας του) να μας θυμίζει τα καλύτερα μας χρόνια. Και
τα τοπία της Γαλλικής Ριβιέρα και του
Σεν Τροπέ από τη δεκαετία του 60 να μας ταξιδεύουν σε μια μυθική εποχή γεμάτη
στιλ όπως το θρυλικό PacoRabanne κοστούμι
της Χέμπορν και η λευκή MercedesBenz230SL.
Vintageστιλ αλλά και ουσία που
χάρισε στην ταινία μια θέση ανάμεσα στις 100 πιο παθιασμένες ταινίες στην
ιστορία του κινηματογράφου, σύμφωνα με τη λίστα «100 χρόνια, 100 Πάθη» του
Αμερικάνικου Ινστιτούτου Κινηματογράφου. Μαζί με 1 υποψηφιότητα για Όσκαρ
σεναρίου, χάρη στην πρωτοποριακή για την εποχή της δουλειά του σεναριογράφου
Φρέντερικ Ραφαέλ και το μοντέρνο για την εποχή του, σκηνοθετικό στιλ.
Πρωτοποριακή εφ’ όσον τα γεγονότα από τη 12ετή σχέση του πρωταγωνιστικού
ζευγαριού, δεν παρουσιάζονται σε χρονολογική σειρά, αλλά αντιπαραβάλλονται.
Σκηνές από τα τελευταία χρόνια της σχέσης τους, ακολουθούν αυτές του
ξεκινήματος, αφήνοντας τον θεατή να φανταστεί την πορεία τους, και να την
ολοκληρώσει στο φινάλε. Σκηνοθετημένο με επαναστατική οπτική εφευρετικότητα στο
μοντάζ , από τον βραβευμένο με Όσκαρ για το σύνολο της δουλειάς του, το 1998,
Στάνλεϊ Ντόνεν. Χρυσό σκηνοθέτη της πιο μεθυστικής εποχής του Χόλιγουντ και
υπεύθυνου μεταξύ άλλων για τα «Τραγουδώντας στη Βροχή», «Charade», «FunnyFace».
Η ΤΑΙΝΙΑ
Ένας πλούσιος και επιτυχημένος αρχιτέκτονας, ο Μαρκ και η σύζυγος του
Τζο, ταξιδεύουν με αυτοκίνητο από την Αγγλία στη Νότια Γαλλία προκειμένου να
γιορτάσουν την ολοκλήρωση των κατασκευαστικών σχεδίων για ένα πελάτη, τον Μορίς.
Από την αρχή του ταξιδιού τους, η ένταση ανάμεσα στο ζευγάρι είναι εμφανής.
Φέρνοντας τους αντιμέτωπους με την ιστορία της σχέσης τους και τις αναμνήσεις
τους.
Την πρώτη τους συνάντηση και το φλερτ τους πάνω σε ένα φέρι. Το
επεισοδιακό τους ταξίδι σαν νιόπαντρο ζευγάρι μαζί με την πρώην φιλενάδα του
Μαρκ και τον νυν σύζυγό της που θα φέρει μερικές δυσάρεστες αποκαλύψεις. Τα
πρώτα σύννεφα στη σχέση τους, την εγκυμοσύνη της Τζο, και το πρώτο τους ταξίδι
με την κόρη τους. Τις απιστίες τους. Τη συνάντηση με τον πλούσιο Μορίς και τη
σύζυγό του Φρανσουάζ που θα απειλήσει να
διαλύσει το γάμο τους.
«Τι άνθρωποι είναι αυτοί που μπορούν να τρώνε μαζί σε ένα τραπέζι χωρίς
να ανταλλάσουν κουβέντα;» θα ρωτήσει ο γοητευτικός αδελφός του Μορίς, ο
Ντέιβιντ, την Τζο σε ένα μεταξύ τους δείπνο. «Παντρεμένοι» θα του απαντήσει
εκείνη.
Σε μια γλυκόπικρη, ευαίσθητη ρομαντική δραμεντί δρόμου, για ένα ζευγάρι
που βρίσκεται πάνω στην πιο κρίσιμη καμπή της ζωής τους. Θα συνεχίσουν αυτό το
δρόμο μαζί, ή χώρια; Θα διαγράψουν όλες τους τις αναμνήσεις αναζητώντας χωριστά
νέες κατευθύνσεις; Ή μήπως είναι στο χέρι τους, να παραμείνουν μαζί, και μαζί
να ανακαλύψουν τους καινούργιους δρόμους της κοινής τους ζωής; Στην πιο όμορφη,
δροσερή και τρυφερή καλοκαιρινή επανέκδοση της χρονιάς.
Θέλοντας να μπει στους κύκλους της αριστοκρατίας, η εκατομμυριούχος
Κλέιπουλ κάνει μια μεγάλη δωρεά στην Όπερα της Νέας Υόρκης, όπου πρόκειται να
τραγουδήσει ο διάσημος τενόρος Λασπάρι. Όμως οι αδελφοί Μαρξ προσπαθούν να
σαμποτάρουν την παράσταση, για να πριμοδοτήσουν έναν εξίσου ταλαντούχο, αλλά
άσημο τραγουδιστή. Με φόντο τον κόσμο της
Οπερας, οι αδελφοί Μαρξ, μας γνωρίζουν τον παραλογο και σουρεαλιστικό κόσμο τους,
με αυτή την τρελή, ανατρεπτική κωμωδία,
επιβεβαιώνοντάς μας πως ο κόσμος χωρίς τους Μαρξ θα ήταν πολύ, μα πολύ ανιαρός.
Μία από τις καλύτερες κωμωδίες όλων των εποχών, για όσους γελάνε σε
«υψηλές» νότες.
Μια ντελιριακή φάρσα, από τη χρυσή εποχή της πιο ανεξέλεγκτης, και
αναρχικής ομάδας κωμικών που γνώρισε ποτέ ο κινηματογράφος και το θέατρο. Όχι
τυχαία, το «Μια νύχτα στην Όπερα» βρίσκεται μέσα στην πρώτη δωδεκάδα των 100
καλύτερων κωμωδιών όλων των εποχών αλλά και μέσα στις 100 σημαντικότερες
ταινίες όλων των εποχών, όπως τις αξιολόγησε το Αμερικάνικο Ινστιτούτο
Κινηματογράφου. Αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές επιτυχίες των αφών
Μαρξ ενώ το 1993 επιλέχθηκε για ψηφιακή αποκατάσταση και διατήρηση από τη
Βιβλιοθήκη του Κογκρέσο των Η.Π.Α. ως έργο τέχνης «με ιδιαίτερη καλλιτεχνική,
αισθητική και ιστορική σημασία.»
Η ΤΑΙΝΙΑ
Η πρώτη τους ταινία για τα στούντιο της MGM, το 1935, μετά την αποχώρηση τους από την Paramount, συνεχίζει ακόμα και σήμερα να αποτελεί δημόσιο κίνδυνο για
την υγεία, προκαλώντας ασταμάτητο γέλιο με τις εξωφρενικές της καταστάσεις, την
αιχμηρή σάτιρα και τον ανεπανάληπτο σε τεχνική, αυτοσχεδιασμό των πρωταγωνιστών
της. Και να αποτελεί ένα αξεπέραστο ορόσημο της σουρεαλιστικής κωμωδίας, με σκηνές ανθολογίας και ατάκες που πρέπει να
τις δεις για να τις πιστέψεις.
Ο Γκρούτσο, ο Τσίκο και ο Χάρπο Μαρξ, αυτή τη φορά αποφασίζουν να
«ανατινάξουν» τον σνομπ κόσμο της όπερας βοηθώντας ένα ερωτευμένο ζευγάρι
τραγουδιστών, να υπερνικήσουν τα εμπόδια των «εχθρών» τους και να θριαμβεύσουν
σε αυτήν. Το «ταξίδι» τους που θα αρχίσει στο πλοίο που θα τους μεταφέρει στη
Νέα Υόρκη, περιλαμβάνει μια από τις πιο κλασσικές κωμικές σκηνές στην ιστορία
του κινηματογράφου, αυτή του συνωστισμού σε μια μικροσκοπική καμπίνα 15
διαφορετικών ανθρώπων με τη συμμετοχή στη συγγραφή της του μεγάλου Μπάστερ
Κίτον. Για να καταλήξουν μετά από μια σειρά ασύλληπτων καταστάσεων,
μεταμφιέσεων και αλλαγών ταυτοτήτων, να «κατεδαφίσουν» την Όπερα της Νέας
Υόρκης μετατρέποντας την σε πραγματικό τσίρκο.
ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ
Με την ταινία να αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα στην καριέρα τους, εφ’
όσον εγκαινιάζει μια νέα, πιο ραφινάτη εποχή για τα ασταμάτητα αδέλφια χάρη
στις παρεμβάσεις του θρυλικού παραγωγού
της MGM, Ίρβιν Θάλμπεργκ το τελικό
αποτέλεσμα δικαίωσε εισπρακτικά και κριτικά τις προσδοκίες του, παρά τις
αρχικές αντιδράσεις και τα επιπλέον μοντάζ. Οι δύο κύριες προτάσεις του Θάλμπεργκ, αφορούσαν στον «θετικό» εξανθρωπισμό των
συνήθως πιο κυνικών ηρώων του, αλλά και τη δοκιμή των κωμικών γκαγκ που θα
συμπεριλαμβάνονταν στην ταινία, πριν το γύρισμα της, στη θεατρική σκηνή του vaudeville. Με σκοπό την αξιολόγηση της κωμικής
αποτελεσματικότητας στο κοινό και το σωστό timing. Tο αποτέλεσμα, θεωρείται πλέον από τους
ειδικούς, ως «μία από τις καλύτερες και πιο δουλεμένες ταινίες τους, και
σίγουρα η καλύτερη εισαγωγή στο μοναδικό τους σύμπαν, για τον αμύητο θεατή».
ΟΙ ΚΡΙΤΙΚΕΣ
«Μια από τις αστείες και φασαριόζικες κωμωδίες που έγιναν ποτέ». NEWYORKTIMES
«Οι Μαρξ εκτελούν μερικά από τα πιο ακαταμάχητα νούμερα τους». TIMEOUT
«Είναι αδύνατο να εξηγήσεις το γιατί είναι τόσο αστείο. Η κωμική
ιδιοφυΐα τους είναι αξιοθαύμαστη». GUARDIAN
«Είναι εγγυημένο ότι θα σας κάνει να γελάτε σε όλες τις νότες της
μουσικής σκάλας.» ΒΒΨ
Μιά κριτική προσέγγιση :
To 1934 οι αδελφοι Μαρξ
εχασαν δυο πραγματα: τον νεωτερο –και πιο straight ως παρουσια- αδελφο
τους Zeppo, ο οποιος αποφασισε να βοηθησει το πεμπτο
αδελφο Gummo που κατειχε το ποστο του ατζεντη αυτης
της αμιμητης ομαδας, και το στουντιο τους (PARAMOUNT) το οποιο αποφασισε
να μην ανανεωσει το συμβολαιο των περιφημων αδελφων μετα την αποτυχια που
σημειωσε στο BoxOffice, το DuckSoup
(1933). Η Paramount μετα απο 5 ταινιες
που γυρισαν για λογαριασμο της οι Μαρξ ( Cocoanuts – 1929, AnimalCrackers – 1930, MonkeyBusiness – 1931, HorseFeathers – 1932 και DuckSoup – 1933) θεωρησε οτι η εισπρακτικη
αποτυχια της τελευταιας ηταν ασυγχωρητη και οτι οι αδελφοι με την vaudeville καταγωγη και το σουρεαλιστικο προφιλ ειχαν κουρασει. Ο ι MarxBrothers μενουν ανεργοι και
προς στιγμην διαλυονται.
Οι κωμικοι που θεωρουνται σημερα εθνικος
θησαυρος για την Αμερικη τεινουν να χασουν τον προσανατολισμο τους. Οπως
συμβαινει σε καθε αναλογη ιστορικη στιγμη, ενας απο μηχανης θεος εμφανιζεται
προκειμενου να μην συμβει το απευκταιο. Στην προκειμενη περιπτωση ο απο μηχανης
θεος – η θεος σκετος αν προτιματε- λεγοταν IrvingThalberg.
Ο Chico ,μανιακος
χαρτοπαικτης, βρεθηκε να παιζει μπριτζ με μια παρεα στην οποια ανηκε και ο Thalberg. Μεχρι ο φλυαρος Marx να αντιληφθει οτι
απεναντι του ειχε τον μυθικο επικεφαλης των παραγωγων της MGM
, ο Thalberg ειχε ηδη αναλυσει στον Chico τους λογους που κατα την αποψη του το DuckSoup
δεν ειχε την αναμενομενη απηχηση στο κοινο. Η αποψη του συνοψιζονταν στο οτι
στις προηγουμενες ταινιες των Marx η αναρχικη δομη της
ταινιας, η συσσωρευση των gags και η ελλειψη μιας
ρομαντικης πλοκης κουρασαν τους θεατες που μαλλον αποζητουσαν ταινιες με
υποθεση περαν του αν αυτη θα εκφερονταν με κωμικο η δραματικο τροπο.
Ο οξυδερκης παραγωγος, πεπεισμενος οτι οι Marx
ειχαν ακομη πολλα να δωσουν, τους φερνει στην MGM για να γυρισουν την
ταινια (την πρωτη απο τις πεντε που γυρισαν για λογαριασμο του στουντιο) που
εμελλε να τους αποθεωσει: Anightattheopera
Ο Thalberg αναθετει στους GeorgeKaufman και MorrieRyskind να συγγραψουν την ιστορια της ταινιας, στην πραγματικοτητα δηλαδη να
συνθεσουν εναν σκελετο μεσα στον οποιο θα εντασσονται (και καμια φορα θα
συμμαζευονται κιολας) οι αυτονομες κωμικες σκηνες των Marx. Στα πλαισια της
λογικης ομως του LouisB.
Mayer που υποστηριζε οτι αυτο που κανει ενας σεναριογραφος καλα οι
περισσοτεροι θα το κανουν σαφως καλυτερα, τελικα στην συνθεση της ιστοριας και
στη συγγραφη του σεναριου ενεπλακησαν εκτος απο τους Kaufman και Ryskind, οι AlBoasberg, JamesMcGuiness και φημες θελουν και τον BusterKeaton, που ανηκε στο δυναμικο της MGM
, να εχει συνεισφερει στο υλικο . Το προϊον ηταν ενας συνδυασμος των σατιρικων
επιδιωξεων των αδελφων και μιας πιασαρικης ρομαντικης ιστοριας. Το slapstick και το vaudeville συναντα την ρομαντικη
κομεντι.
Επειδη το DuckSoup
ηταν πολυ προσφατο και οπωσδηποτε ενα αγχος για την τυχη του anightattheopera διακατειχε τους Marx, υστερα απο την σοφη
παραινεση του Thalberg αποφασισαν πριν το
γυρισμα να δοκιμασουν την αντιδραση του κοινου. Ετσι κανουν μια μικρη περιοδεια
παρουσιαζοντας το εργο στην σκηνη του θεατρου. Οι αντιδρασεις ειναι
ενθουσιωδεις. Άμα τη επιστροφη τους αρχιζουν τα γυρισματα.
Το anightattheopera ειναι μια ξεκαρδιστικη κωμωδια. Δεν
υπαρχει αμφιβολια οτι οι Groucho, Chico και Harpo επιστρατευσαν ολο τους το ταλεντο
προκειμενου να φτιαξουν ενα μνημειο που να καταμαρτυρα οτι γνωριζαν πολυ καλα
να συνδυαζουν την πηγαια σαρκαστικη διαθεση με το καθαροαιμο αστειο και να
κρατουν την ισορροπια μεταξυ του αυθεντικου και κυριως λεπτου χιουμορ και της
σπιρτοζικης φαρσας.
Στο anightattheopera οι Marx «επιτιθενται» για
αλλη μια φορα στην καθως πρεπει υψηλη κοινωνια. Και ποιο ειναι το ιδανικο μερος
για να το πραξουν; Η οπερα, το αντρο των απανταχου αριστοκρατων.
Ενας αποτυχημενος και εξυπνακιας μανατζερ και
δυο φιλοι του ρομαντικου ζευγαριου της υποθεσης, βοηθουν τους δυο ταλαντουχους
νεους να παραμερισουν τους σνομπ εχθρους τους και να λαμψουν ως τραγουδιστες
της οπερας. Ολα αυτα διανθισμενα με απιστευτες ανατροπες και αφθονο γελιο.
Οι Marx μεγαλουργησαν σε
αυτην την ταινια. Ο τροπος με τον οποιο ειναι δομημενη ειναι υποδειγματικος και
οπωσδηποτε θα πρεπει να μνημονευσουμε για αυτο και τον SamWood
, ο οποιος με την τελειομανια του υπεβαλλε τους ηθοποιους του σε τοσες προβες
που ηταν αδυνατο το αποτελεσμα να μην ειναι κατι παραπανω απο ικανοποιητικο.
Δεν θα μπω στον πειρασμο να αναλυσω επιμερους
σκηνες οπως αυτην με το συμβολαιο η την τελικη σκηνη στην οπερα διοτι αυτο θα
χαλουσε την εκπληξη των αναγνωστων αυτου του κειμενου που θα δουν την ταινια. Θα
μου επιτρεψετε ομως να μνημονευσω ξεχωρα την εκπληκτικη σκηνη στην καμπινα του
πλοιου στην οποια φημολογειται οτι εβαλε και το χερακι του ο BusterKeaton (αναλογη σκηνη εχουμε δει και στην
ταινια του KeatonTheGeneral) κατι που οι Marx ποτε δεν διεψευσαν. Ο
συνωστισμος την καμπινα του Groucho σε συνδυασμο με τον
στωικο σχολιασμο του κανει αυτην την εμπρηστικη σκηνη κλασσικη στο ειδος της. Ειναι
σιγουρο οτι θα γελασετε οσες φορες και να την δειτε.
Η ταινια ειναι μαθημα για το πως δομειται μια
κωμωδια ικανη να κανει γενιες και γενιες να γελουν, και παρ’ ολο που βρισκω
εξισου χαριτωμενες, εξυπνες και δηλητηριωδεις και τις προηγουμενες ταινιες που
ειναι πιο κοντα στην vaudeville λογικη των Μαρξ,
οφειλω να ομολογησω οτι αναγνωριζω καθε αρετη που μετετρεψε την συγκεκριμενη
ταινια αφενος μεν σε εισπρακτικο θριαμβο για την MGM , αφετερου δε, σε
αγαπημενο κινηματογραφικο φετιχ των σινεφιλ.
66 CannesFilmFestivalεπίσημο διαγωνιστικό
, υποψήφιο για Palmed’Or
Περίληψη :
Ο Τόμας είναι σκηνοθέτης-συγγραφέας του θεάτρου και είναι απογοητευμένος
προσπαθώντας να βρει την πρωταγωνίστρια του για το ανέβασμα του έργου «Venus in
Fur» του Λεοπόλντ φον Σάσερ-Μαζόχ. Όλα αλλάζουν όταν από την πόρτα μπαίνει η
Βάντα, μια μυστηριώδης και ταλαντούχα ηθοποιός. Τότε ξεκινάει μια μακρά
συνάντηση, κατά την οποία η Βάντα προσπαθεί να πείσει τον Τόμας ότι είναι η
μόνη κατάλληλη για τον ρόλο.
Αποσπασμα απο το βιβλιο:
“Ω! τι γυναίκα! Πόσον ελκυστική ήταν με το ανάλαφρο
μακρύ της φόρεμα, ενώ αδιαφορούσε για μένα. Τα ωραία της χαρακτηριστικά ήτανε
ποιητικά και χαριτωμένα μαζί. Το κορμί της δεν ήταν μήτε ψηλό, μήτε κοντό και
το πρόσωπό της πιο ελκυστικό και πιο προκλητικό -στο στυλ της εποχής των
Γαλλίδων μαρκησιών- και κατά συνέπειαν αυστηρά ωραίο, αν κι ήταν ολότελα
γοητευτικό. Μα τι γλυκύτητα και τι τσαχπίνικη χάρη πήγαζε απ' όλο της το
παρουσιαστικό, από το μικρό της στόμα. Η επιδερμίδα της ήτανε τόσο λεπτή που
εύκολα μπορούσες να διακρίνεις τις μπλε φλέβες ακόμα και μες από τη μουσελίνα
που σκέπαζε τα χέρια και το λαιμό της. Τα κατακόκκινα μαλλιά της πέφτανε σε
πλούσιες μπούκλες -γιατί τα μαλλιά της ήτανε καστανοκόκκινα, ούτε ξανθά, ούτε
χρυσαφένια- και παιχνιδίζανε γύρω από τον αυχένα της μ' αληθινά διαβολικό, μα
πάντα θαυμαστό τρόπο. Και τώρα τα μάτια της εκτοξεύανε πάνω μου πράσινες
ακτίνες, γιατί ήτανε κυριολεκτικά πράσινα, σα πολύτιμα πετράδια, σα βαθιές και
μυστηριώδεις βουνίσιες λίμνες κι η απαλή τους δύναμη ήταν απερίγραπτη.
Πρόσεξε
τη μεγάλη μου σύγχυση εξ αιτίας της οποίας παρέμενα καθιστός, χωρίς να της
βγάλω το καπέλο μου. Χαμογέλασε δόλια. Σηκώθηκα τελικά και τη χαιρέτησα. Ήρθε
προς το μέρος μου και ξέσπασε σε γέλια σα παιδί. Τραύλισα, όπως θα τραύλιζε
μόνον ένας ερασιτέχνης ή ένας πίθηκος, σε μια τέτοια στιγμή. Έτσι γνωριστήκαμε.
Η θεά ρώτησε τ' όνομά μου και μου 'πε το δικό της. Λεγότανε Βάντα Φον
Ντουνάγιεφ. Κι ήτανε πραγματικά η Αφροδίτη μου...“